Στο «κόκκινο» βρίσκονται πλέον περιοχές της Θεσσαλονίκης που θεωρούνταν καθαρές όσον αφορά την ποιότητα αέρα, καθώς η καύση στερεών καυσίμων έχει δημιουργήσει ατμοσφαιρική ρύπανση και συνθήκες ασφυξίας.
«Η Θέρμη, η Καλαμαριά, η Τούμπα, που χαρακτηρίζονταν από μία καλύτερη ποιότητα αέρα, μυρίζουν τώρα έντονα από την καύση ξύλων ή άλλων στερεών, συνεισφέροντας στην αλλαγή των δεικτών της αέριας ρύπανσης» αναφέρει στο ΑΜΠΕ -ΜΠΕ ο Χρίστος Βλαχοκώστας από το Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, που διενεργεί ατμοσφαιρικές μετρήσεις και επεξεργάζεται τα δεδομένα από δύο σταθμούς, στην Τριανδρία και την Πυλαία.
Ενδεικτικό της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί από την οικονομική κρίση, η οποία έχει αναγκάσει πολλούς Θεσσαλονικείς να καίνε ανεξέλεγκτα ό,τι βρουν- από παλέτες έως βαμμένα ξύλα και υφάσματα -είναι πως ακόμη και τις βραδινές ώρες υπάρχει αύξηση των αιωρούμενων σωματιδίων.
«Η μείωση της κυκλοφορίας των οχημάτων, συνεπεία της αύξησης της τιμής των καυσίμων, συνετέλεσε στην πτώση των τιμών των αιωρούμενων σωματιδίων αλλά, παράλληλα, στην αύξησή τους το βράδυ. Το γεγονός αυτό αποδίδεται στο ότι οι οικογένειες μαζεύονται αργά το απόγευμα σπίτι και στην προσπάθειά τους να ζεσταθούν, καταφεύγουν στην καύση στερεών καυσίμων ως πιο οικονομικών» εξήγησε ο κ. Βλαχοκώστας.
Επιπλέον, οι μετεωρολογικές συνθήκες των τελευταίων ημερών, με τους υψηλούς δείκτες υγρασίας, έχουν δημιουργήσει μια ασφυκτική κατάσταση από τις συγκεντρώσεις ρύπων «ακόμη και μέσα στα σπίτια όπου χρησιμοποιείται τζάκι» σημειώνει ο κ. Βλαχοκώστας.
Ο ίδιος αποδίδει στην απουσία των ελεγκτικών μηχανισμών τις υπερβάσεις που παρατηρούνται στην αέρια ρύπανση με αποτέλεσμα να μην εφαρμόζονται οδηγίες για την προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας.
«Σύμφωνα με ευρωπαϊκούς κανονισμούς, θα έπρεπε η χώρα μας από την 1/1/2013 να πραγματοποιεί μετρήσεις και για το βενζοπυρένιο, έναν αέριο ρύπο που είναι καρκινογόνος και προέρχεται από την καύση στερεών καυσίμων. Εντούτοις, τίποτε δεν έχει γίνει προς την κατεύθυνση αυτή καθώς απαιτείται η αγορά εξειδικευμένων και ακριβών εργαλείων για τις συγκεκριμένες μετρήσεις που είναι απαραίτητες και στη Θεσσαλονίκη θα έπρεπε να διενεργούνται από την περιφέρεια» καταλήγει.