Η περιβαλλοντική οργάνωση WWF Ελλάς μετά από επιτόπια απογραφή και έρευνα κατέληξε σε προτάσεις για τη μελλοντική διαχείριση της καμένης έκτασης της Χίου που έχει τίτλο «Οικολογικός απολογισμός της πυρκαγιάς του Αυγούστου 2012 στη Χίο: γενικά στοιχεία, επιπτώσεις, προτάσεις». Η επόμενη ημέρα της καταστροφικής πυρκαγιάς γεννά πολλά ζητήματα που απαιτούν άμεση και αποφασιστική διαχείριση όπως, τα αντιδιαβρωτικά και αντιπλημμυρικά έργα, η κτηνοτροφία, η υλοτομία, το κυνήγι, η παρακολούθηση των καμένων εκτάσεων, καθώς και οι στοχευμένες δράσεις αποκατάστασης της φυσικής βλάστησης.
Από τα 148.000 στρέμματα που κάηκαν, το 66,6% αφορούσε φυσική βλάστηση, ενώ το 31,6% καλλιέργειες. Ανησυχητικό είναι το γεγονός, πως η φυσική βλάστηση του νησιού παρουσιάζει εδώ και περίπου τρεις δεκαετίες μια συνεχιζόμενη υποχώρηση, δίνοντας τη θέση της σε «άγονη γη». Πιο συγκεκριμένα, κατά την εικοσαετία 1987 – 2007, θαμνότοποι και πευκοδάση υποχώρησαν κατά 30,5% και 12,3% αντίστοιχα, ενώ οι «λοιπές καλύψεις γης» που αφορούν κυρίως φυσική βλάστηση που μετατράπηκε σε «άγονη γραμμή», αυξήθηκαν κατά 31,8%.
Η οργάνωση προτείνει συγκεκριμένα μέτρα και παρεμβάσεις:
Στις περιοχές που κάηκαν νεαρά πεύκα ή εκτάσεις οι οποίες είχαν αναδασωθεί λόγω παλαιότερων πυρκαγιών είναι απαραίτητο να προγραμματιστούν νέες αναδασώσεις με είδη που υπάρχουν στο νησί. Για δύσκολα είδη, όπως ο άρκευθος, θα απαιτηθεί συλλογή σπόρων για την παραγωγή φυταρίων.
Ιδιαίτερη προσοχή οφείλει να δοθεί στη διαχείριση της κτηνοτροφίας και της βόσκησης, καθώς η συγκεκριμένη παραγωγική δραστηριότητα αποτελεί ίσως τον «υπ’ αριθμό ένα» κίνδυνο για τη φυσική αναγέννηση των καμένων εκτάσεων. Πιο συγκεκριμένα, οι κτηνοτρόφοι πρέπει να ενημερωθούν άμεσα για το καθεστώς προστασίας των αναδασωτέων περιοχών και τις σχετικές κυρώσεις, σε περίπτωση παράνομης δραστηριότητας. Επίσης, είναι απαραίτητη η παροχή ζωοτροφών για τη βραχυπρόθεσμη αντιμετώπιση της έλλειψης τροφής, καθώς και μια ενδεχόμενη επανεξέταση αναδασωτέων περιοχών από προηγούμενες πυρκαγιές, οι οποίες δεν κινδυνεύουν πλέον από τη βόσκηση και θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια εναλλακτική για τους κτηνοτρόφους.
Η υλοτομία πρέπει να γίνει με ήπιο και επιλεκτικό τρόπο, πάντοτε υπό την αυστηρή επίβλεψη της Δασικής Υπηρεσίας. Οι άδειες επιβάλλεται να είναι αυστηρά ονομαστικές, ενώ για τη διευκόλυνση του ελέγχου είναι απαραίτητο να καθορίζουν επακριβώς τον χώρο, τον όγκο αλλά και τη χρονική διάρκεια απόληψης.
Η απόφαση της Διεύθυνσης Δασών Χίου για την απαγόρευση του κυνηγιού σε περιοχή ευρύτερη της καμένης (έκταση 258.031 στρεμμάτων) για τρία χρόνια, υπήρξε κρίσιμη και καθόλα ορθή. Παρόλα αυτά θα πρέπει να υπάρξει αυστηρός έλεγχος από τη Διεύθυνση Δασών για την τήρηση της παραπάνω απόφασης απαγόρευσης και να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην επιτήρηση των άκαυτων νησίδων βλάστησης.
Τα αντιπλημμυρικά και αντιδιαβρωτικά έργα απαιτείται να είναι στοχευμένα και άμεσα, ενώ η ήπια κλίση του εδάφους στην πλειονότητα των καμένων εκτάσεων επιτρέπει στις αρχές να εστιάσουν σε μικρής κλίμακας παρεμβάσεις, κυρίως στις πευκόφυτες καμένες περιοχές.
Τέλος, να διενεργούνται τακτικοί έλεγχοι σε επιφανειακά ή υπόγεια ύδατα που σχετίζονται με την περιοχή που πλήγηκε από την πυρκαγιά , ώστε να διαπιστωθεί η καταλληλότητά τους για οποιαδήποτε χρήση, συμπεριλαμβανομένης της υγείας των οικοσυστημάτων.