Θα κοστίσει ακριβά η διάσωση της βιοποικιλότητας, της αχανούς ποικιλίας της ζωικής και φυτικής ζωής στον πλανήτη, δηλαδή, περίπου 300 δισεκατομμύρια δολάρια, το χρόνο, για τα επόμενα οκτώ χρόνια, σύμφωνα με τον νέο επικεφαλής της Σύμβασης για τη Βιολογική Ποικιλότητα του ΟΗΕ.
Θα κοστίσει, όμως, απείρως ακριβότερα, η αδράνεια. Διεθνής μελέτη, που υποστηρίχθηκε από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, αποτιμά το κόστος της μη ανάληψης δράσης σε 2 έως 4,5 τρισεκατομμύρια δολάρια, κατ’ έτος.
«Η βιοποικιλότητα είναι η βάση των όσων κάνουμε στη γεωργία, των όσων κάνουμε στην υγεία» τόνισε στο Reuters ο Βραζιλιάνος Μπραούλιο Φερέιρα ντε Σούζα Ντίας και προειδοποίησε: «Κατά συνέπεια, τα καινούργια εμβόλια, η ανάπτυξη των νέων καλλιεργήσιμων φυτικών ποικιλιών βασίζεται στη βιολογική ποικιλότητα, στους γενετικούς πόρους. Αν χάσουμε τη βιολογική ποικιλότητα, χάνουμε τις επιλογές για μελλοντική ανάπτυξη σ’ αυτούς τους τομείς».
Ο Ντίας επιλέχθηκε γι αυτή τη θέση τον Ιανουάριο και προηγουμένως ήταν επικεφαλής του τομέα ευθύνης για τη βιολογική ποικιλότητα στο υπουργείο της χώρας του, χώρας που, λόγω των αλλαγών στο κλίμα και της αποδάσωσης στον Αμαζόνιο, αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις.
Η θητεία του ξεκινά, ωστόσο, από θέση ισχύος, έστω σχετικής, καθώς 192 χώρες έχουν ήδη συμφωνήσει στο τι χρειάζεται να γίνει μέχρι το 2020, για να διασωθεί η βιοποικιλότητα του πλανήτη. Καθήκον του είναι να βοηθήσει αυτές τις χώρες στο πώς θα το κάνουν και η ευκαιρία του δίνεται όταν, τον Ιούνιο, θα συγκεντρωθούν στο Ρίο ντε Τζανέιρο, οι εκπρόσωποι των χωρών για να μορφοποιήσουν σχέδιο περιβαλλοντικής προστασίας, σε παγκόσμιο επίπεδο.
Για κάθε ένα ζήτημα περιβάλλοντος ο Ντίας παραπέμπει σε διάσταση βιοποικιλότητας.
Για το φάσμα της πείνας, που απειλεί τον πληθυσμό της Γης- αριθμεί, σήμερα, 7 δισεκατομμύρια- ο Ντίας επισημαίνει ότι «αν θέλουμε να είμαστε πιο αποτελεσματικοί στον αγώνα κατά της πείνας, πρέπει να εντείνουμε τη χρήση της τοπικής βιοποικιλότητας. Δεν θα λύσουμε αυτό το πρόβλημα, μόνον με τη μεταφορά τεράστιων φορτίων από πλεονάζοντα αποθέματα σιτηρών, από μια περιοχή του πλανήτη σε μιαν άλλη».
Για τη φτώχεια λέει ότι «αν καταφέρουν να επιβιώσουν οι φτωχές κοινότητες, αυτό θα οφείλεται στο ότι έχουν πρόσβαση στη βιοποικιλότητα. Μπορούν να πιάσουν ένα ψάρι, να μαζέψουν φρούτα από το δάσος. Δεν έχουν χρήματα, δεν έχουν μισθό για ν’ αγοράσουν αγαθά στις αγορές, γι΄αυτό είναι χάρη στην πρόσβαση που έχουν στη βιοποικιλότητα που επιβιώνουν».
Είναι ζωτικής σημασίας η βιοποικιλότητα για την αντίσταση στην αλλαγή του κλίματος, υποστηρίζει ο Ντίας και η απώλειά της θα στερήσει τους αγρότες από τους γενετικούς πόρους που χρειάζονται για να προσαρμοστούν στις μελλοντικές κλιματικές συνθήκες. Η κλιματική αλλαγή έχει δώσει ώθηση στη διάδοση «φονέων», όπως η ελονοσία και η χολέρα, που και οι δύο σχετίζονται με το διαταραγμένο περιβάλλον.
Η εκτίμησή του για το κόστος της διάσωσης της βιολογικής ποικιλότητας, τα 300 δισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο, είναι δέκα φορές πάνω από το ποσό που δαπανούν, σήμερα, κυβερνήσεις, ιδιωτικές επιχειρήσεις και μη κυβερνητικές οργανώσεις για την προστασία της βιολογικής ποικιλότητας.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι κυβερνήσεις θα επιφορτιστούν το κόστος, τονίζει. Τα Ηνωμένα Έθνη ενθαρρύνουν την ιδιωτική πρωτοβουλία. Άλλα κόστη μπορούν να απορροφηθούν από συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Ο νέος επικεφαλής της Σύμβασης για τη Βιολογική Ποικιλότητα του ΟΗΕ δηλώνει εντυπωσιασμένος από ορισμένα πιλοτικά προγράμματα βιοπικοιλότητας που έχουν ξεκινήσει επιχειρήσεις και κυβερνήσεις. Πιστεύει, ωστόσο, ότι πρέπει, με γοργό ρυθμό, να επεκταθούν αυτές οι προσπάθειες.
Ελπίζει ότι η επενδυτές θα δουν τη βιοποικιλότητα σαν μια έξυπνη τοποθέτηση. «Χρειαζόμαστε μεγαλύτερη εμπλοκή από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, από τον χρηματοοικονομικό τομέα, από τα συνταξιοδοτικά ταμεία» λέει και αισιοδοξεί ότι όλες οι πλευρές θα συνειδητοποιήσουν ότι τα περιθώρια στενεύουν.