Αντίθετη με το νομοσχέδιο για την προστασία των ζώων συντροφιάς που αναμένεται να κατατεθεί προς ψήφιση από τη Βουλή, εμφανίζεται η ομοσπονδία ζωόφιλων σωματείων Αττικής και Σαρωνικού.
Όπως επισημαίνει σε ανακοίνωση που εξέδωσε, πέρα από ορισμένες θετικές διατάξεις που περιέχει, πρόκειται για ένα «εχθρικό απέναντι στις φιλοζωικές οργανώσεις» νομοσχέδιο, «ελαστικό προς τους επαγγελματίες του χώρου» που στόχο να αντλήσει δημόσια έσοδα από πρόστιμα σε κατόχους ζώων.
Μάλιστα, η ομοσπονδία δε διστάζει να χαρακτηρίσει αντισυνταγματικό το εν λόγω νομοσχέδιο του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθώς όπως σημειώνει, θέτει περιορισμούς στη δράση των ζωοφιλικών σωματείων. Αυτό παραβιάζει το Σύνταγμα καθώς προβλέπεται ότι τροποποίηση του σκοπού ενός σωματείου μπορεί να γίνει μόνο με δικαστική απόφαση.
Αναλυτικά η ανακοίνωση που εξέδωσε η Ζωοφιλική Ομοσπονδία Σωματείων Αττικής και Σαρωνικού:
«Παρά τις εξαγγελίες και τις καλές προθέσεις τριών στη σειρά αρμοδίων υφυπουργών του ΥΠΑΑΤ, το υπό ψήφισιν νομοσχέδιο αποτελεί ένα ακόμη παράδειγμα αδυναμίας της κυβέρνησης να αφουγκραστεί τον σφυγμό της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας, να κατανοήσει τις ανάγκες της και να δημιουργήσει ένα σύγχρονο και ευέλικτο νομοθετικό πλαίσιο, ικανό να λύσει τα χρονίζοντα προβλήματα, εξαλείφοντας τις παθογένειες του παρελθόντος.
Με εξαίρεση κάποιες θετικές διατάξεις, η πλειοψηφία των άρθρων του νομοσχεδίου, στέκει μακράν των προσδοκιών των φιλοζωικών οργανώσεων, αλλά παραδόξως και αυτών των προθέσεων που περιγράφονται στην συνοδευτική αιτιολογική έκθεση των συντακτών του.
Επιχειρώντας μία εξήγηση στο τελευταίο, πιστεύουμε ότι το ίδιο το κείμενο προδίδει προσπάθειες της τελευταίας στιγμής, χάριν επικοινωνιακής πολιτικής, να ικανοποιηθούν κάποια αιτήματα τόσο των επαγγελματιών, όσο και των εθελοντών, παρά τις αγεφύρωτες μεταξύ τους αντιθέσεις.
Σαν αποτέλεσμα προέκυψε ένα νομοθέτημα σε αρκετά σημεία του ασαφές και αντιφατικό, ασφυκτικό ως προς τις ατελείωτες υποχρεώσεις ιδιοκτητών ζώων, εχθρικό και απαγορευτικό απέναντι στις φιλοζωικές οργανώσεις, αδιάφορο ως προς την τύχη των αδέσποτων ζώων του δρόμου και αρκούντως ελαστικό προς τους επαγγελματίες του χώρου εισαγωγείς, εκτροφείς και εμπόρους.
Αν ο νόμος 3170/2003 φωτογράφιζε κραυγαλέα –κατά την άποψή μας- την «επιχείρηση» «Προγράμματα δήμων εν όψει Ολυμπιακών Αγώνων με επιχορήγηση 12.000.000 ευρώ» ο νέος νόμος φωτογραφίζει δύο νέες «επιχειρήσεις»:
α) «Προστασία ζώων με χρηματοδότηση των πολιτών» και β) «αύξηση των δημοσίων εσόδων μέσω προστίμων σε κατόχους ζώων».
Και στις δύο περιπτώσεις ο κοινός παρανομαστής είναι η οικονομική διαχείριση των αδέσποτων ζώων η οποία έχει προκαλέσει ευθεία μετωπική σύγκρουση μεταξύ ενεργών ζωοφιλικών οργανώσεων και επαγγελματικών συντεχνιών. Οι τελευταίες μεθοδευμένα λασπολογούν εναντίον των ζωοφιλικών φορέων, χρόνια τώρα, ενδυόμενοι ζωοφιλικό μανδύα, παρασύροντας και μέρος των ζωόφιλων που δείχνουν να μην αντιλαμβάνονται το αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ εθελοντή και επαγγελματία.
Η δωρεάν διάθεση ζώων από τα φιλοζωικά σωματεία και ομάδες θίγει ανεπανόρθωτα τα οικονομικά συμφέροντα των εισαγωγέων, εκτροφέων και εμπόρων που πουλούν ζώα και μικρή μερίδα κτηνιάτρων (με τους περισσότερους έχουμε άριστη συνεργασία) που συντηρούνται κατά κύριο λόγο από τα προγράμματα δήμων θεωρώντας τα αδέσποτα ζώα, αποκλειστικά δικό τους «εμπόρευμα» το οποίο θα πρέπει να παραμείνει διαθέσιμο .
Το ΥΠΑΑΤ αντί να ενισχύσει και να επιβραβεύσει το ρόλο των φιλόζωων, που εξακολουθούν εν μέσω οικονομικής κρίσης να επιτελούν έργο χωρίς οικονομική επιβάρυνση του κράτους, επέλεξε να επιβάλει μέσω του νομοσχεδίου δύο έμμεσους τρόπους κατάργησης της δράσης τους:
Α)την κατακόρυφη αύξηση δαπανών για τη νόμιμη προστασία ζώων, (καταφύγια, αυτοκίνητα, ειδικευμένο προσωπικό, τσιπ ακόμη και για αγγελίες δωρεάς ζώων, διαβατήριο για κάθε μετακίνησή τους ακόμη και εντός δήμου, διατυπώσεις εμπορικής αποστολής για ζώα άνω των 5 κλπ ) ώστε ν΄αποθαρρυνθεί ο εθελοντισμός
Β) την ποινικοποίηση της δράσης αυτών που θα εξακολουθήσουν να μάχονται στις επάλξεις για τα ζώα.
Οι περιορισμοί και προϋποθέσεις που τίθενται στα ζωοφιλικά ειδικά σωματεία από το υπό ψήφισιν νομοσχέδιο, παραβιάζουν ευθέως το Σύνταγμα αφού προβλέπονται περιπτώσεις ακινητοποίησης της δράσης τους όταν :
1)δεν επιθυμεί ο δήμος να συνεργασθεί,
2) ο δήμος στερείται προγράμματος,
3) δεν υπάρχει νόμιμο καταφύγιο,
4) δεν υπάρχουν οχήματα περισυλλογής και ειδικευμένο προσωπικό .
Τροποποίηση όμως του σκοπού ενός σωματείου ή και κατάργησή του προβλέπεται μόνο με δικαστική απόφαση και ρητώς απαγορεύεται στο αντίστοιχο συνταγματικό άρθρο να γίνει αυτό με νόμο .
Επιπλέον με διατάξεις απαγορευτικές ή περιοριστικές της εθελοντικής δράσης, παραβιάζεται και η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας του κάθ΄ενός από εμάς που επιθυμεί να βοηθήσει ένα πάσχον ζώο κατά συνείδησιν, χωρίς να διαθέτει την υποδομή και τα μέσα ενός αδρά αμειβόμενου επαγγελματία.
Γενικώς το νομοσχέδιο αυτό κινείται στην πεπατημένη κατεύθυνση της αντιμετώπισης των ζώων ως προβλήματος, με σειρά διατάξεων για το τι απαγορεύεται να κάνουν και πού δεν επιτρέπεται να ζουν, ποιές υποχρεώσεις έχουν οι φιλόζωοι και ποιές τιμωρίες θα επιβληθούν, στο πνεύμα πάντα του καταργούμενου νόμου, με ελάχιστες βελτιώσεις, που θα μπορούσαν κάλλιστα να προστεθούν ως τροποποίηση του υπάρχοντος νομοθετικού πλαισίου.
Ως προς τη διαδικασία που ακολούθησε το συγκεκριμένο νομοσχέδιο μπορεί να χαρακτηρισθεί ως πολύπαθο αφού, το καλοκαίρι, επί κ.Δριβελέγκα, αναρτήθηκε μια άλλη εκδοχή του, μετά την δημόσια διαβούλευση επί κ. Αποστολάκη, που απεδείχθη ότι ήταν αγνώστου συντάκτη και απεσύρθη βιαστικά για ν΄αναρτηθεί εκ νέου το σωστό, μετά από διαμαρτυρίες τόσο της ομοσπονδίας μας όσο και των υπολοίπων.
Έξι μήνες μετά, το υπουργείο δεν έχει απαντήσει στην έγγραφη καταγγελία των ζωοφιλικών φορέων για το θέμα αυτό, ενώ η τελική εκδοχή του νομοσχεδίου που ψηφίζεται σήμερα έχει υποστεί τροποποιήσεις και προσθήκες που εισάγουν εξαιρέσεις προς ωφέλειαν κτηνοτρόφων, κυνηγών και εκτροφέων, παίρνοντας πίσω κάποιες ευεργετικές για τα ζώα διατάξεις που είχαν τεθεί κατόπιν προτάσεων πολλών ζωοφιλικών σωματείων .
Η Ομοσπονδία μας εκφράζει την αντίθεσή της στο νομοσχέδιο αυτό και δηλώνει αλληλέγγυα προς όλους τους ζωοφιλικούς φορείς που για μία ακόμη φορά δέχθηκαν την απρόκλητη επίθεση επαγγελματικών συντεχνιών οι οποίες χάριν της προάσπισης των στενών οικονομικών τους συμφερόντων, πέτυχαν να δημιουργήσουν στην κυβέρνηση κλίμα καχυποψίας ως προς τις προθέσεις και τη δράση των φιλοζωικών σωματείων, με στόχο, άλλοι μεν να περάσει η προστασία αδέσποτων ζώων αποκλειστικά στα άστοργα χέρια τους και άλλοι να συνεχίσουν ανενόχλητοι την παράνομη και κερδοσκοπική δραστηριότητά τους, χωρίς την ενοχλητική παρουσία των φιλόζωων».