Ένα φλειοφάγο σκαθάρι, μαύρο ή σκούρο καφέ, μήκους 3.5 έως 5 χιλιοστών με κυλινδρικό σώμα, είναι η αιτία για την καταστροφή ενός μεγάλου τμήματος των πεύκων στη βόρεια Θάσο, από το Ραχώνι στο Λιμένα και από κει ως την Παναγία.
Πρόκειται για το Tomicus piniperda και σύμφωνα με τις σημερινές εκτιμήσεις έχει καταστραφεί εξαιτίας της δράσης του, ένα τμήμα λιγότερο από το 10% των δέντρων που απονεκρώνονται και είναι αδύνατη η αντιμετώπισή του με παρασιτοκτόνες χημικές ουσίες, ραντισμούς κλπ, αφού έτσι κινδυνεύει και η παραγωγή άλλων προϊόντων στο νησί όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η καταστροφή των δέντρων, στα πευκόφυτα δάση της Βόρειας Θάσου, έχει δημιουργήσει σημαντικό πρόβλημα στους κατοίκους και παραγωγούς της περιοχής και προβληματισμό στους επιστήμονες, ερευνητές και γεωπόνους, αλλά και στη δασική υπηρεσία της περιοχής που αναζητά λύσεις και παρακολουθεί το φαινόμενο.
Βέβαια, και το φετινό καλοκαίρι δημιουργήθηκαν συνθήκες έξαρσης και παρά την κινητοποίηση των υπηρεσιών επί του παρόντος δεν είναι εφικτή η αντιμετώπισή του και τα κατεστραμμένα δένδρα των δασών αυτής της περιοχής πολύ σύντομα θα απομακρυνθούν, ώστε να μη διευρυνθούν ακόμα μεγαλύτερες εκτάσεις από την μετακίνηση αυτών των πληθυσμών των εντόμων στην περιοχή. Δείγματα κατεστραμμένων δέντρων, αλλά και του συγκεκριμένου εντόμου, έχει στην διάθεσή του το Ίδρυμα Δασικών Ερευνών, εξετάζοντάς τα και αναζητώντας εφικτούς τρόπους αντιμετώπισής του.
Το φαινόμενο παρατηρήθηκε για πρώτη φορά την δεκαετία του 70, αργότερα πάλι στην δεκαετία του 80, επανεμφανίστηκε γύρω στο 1993 και πλέον, εδώ και δύο χρόνια, απασχολεί και πάλι τους κατοίκους της περιοχής. Πλέον, υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός εντόμων που διαβρώνει τα πεύκα και παρεπιδημεί στα δάση της χώρας και τα πλέον αδύναμα και ταλαιπωρημένα από ξηρασία πεύκα τα απονεκρώνει. Παράλληλα, μετακινείται και στα υγιή αυξάνοντας την καταστροφική δράση του. Τα έντομα αυτά, φωλιάζουν μέσα στους φλοιούς των δέντρων όπου εκεί ολοκληρώνονται και όταν βγουν στην επιφάνεια μετακινούνται στα διπλανά δέντρα που μέχρι τώρα είναι αλώβητα για να τα καταστρέψουν και αυτά.
Ο δήμαρχος του νησιού Κώστας Χατζηεμμανουήλ, απευθύνθηκε στη Διεύθυνση Δασών και στο Δασαρχείο Θάσου, όπως επίσης και στο τμήμα δασολογίας γερμανικού Πανεπιστημίου, προκειμένου να εντοπιστεί μετά από την αυτοψία του προβλήματος και προς το παρόν η λύση δεν είναι προσδιορισμένη και χρονικά πως και από που θα έρθει. Εδώ και μερικές εβδομάδες έχει γίνει η σήμανση των προσβεβλημένων δέντρων που με την κοπή τους θα απομακρυνθούν από την περιοχή. Τα ξηρά αυτά πεύκα, τα οποία έχουν καταστραφεί, με την ανάθεση δημοπρασίας και αναδόχου που θα αποφασιστεί από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση θα κοπούν και θα απομακρυνθούν όμως δεν είναι σίγουρο ότι με αυτό τον τρόπο λύνεται το πρόβλημα.
Έχει υπολογιστεί πως η ποσότητα της ξυλείας, από τα κατεστραμμένα δέντρα, είναι γύρω στα 1500 κυβικά μέτρα και η έκταση σε ποσοστό κάτω του 10% των δασικών εκτάσεων της περιοχής.
Το πρόβλημα ξεκίνησε πριν λίγα μόλις χρόνια και δεν είναι αμελητέο το γεγονός της έλλειψης διαχειριστικής μελέτης δασών στην περιοχή, καθώς βρίσκεται εδώ και αρκετά χρόνια σε εκκρεμότητα αυτή η διαχειριστική μελέτη των δημοτικών δασών, που προβλέπει, μεταξύ άλλων, την απομάκρυνση ενός ποσοστού δέντρων προς ανανέωση του φυσικού δάσους της περιοχής. Η σύνταξη της μελέτης έγινε πριν από τρία χρόνια οι παρατηρήσεις, είχαν γίνει και οι απαραίτητες ενέργειες η έλλειψη όμως κονδυλίων καθυστέρησε την απόφαση Διαχείρισης και Μελέτης των συγκεκριμένων δασών στη Βόρεια Θάσο και γενικότερα στο νησί με αναπόφευκτη συνέπεια την προσβολή των δασών από τα συγκεκριμένα έντομα.
Ο Δημήτρης Αυτζής ένας από τους δύο ερευνητές δασών σε όλη τη χώρα μίλησε στο ΑΠΕ – ΜΠΕ για την εκδήλωση αυτής της νόσου των δασών και προσδιόρισε ότι δεν είναι μοναδικό φαινόμενο αυτό στη χώρα μας ούτε και στην Ευρώπη, ενώ – όπως είπε – αρκετά δάση στον Καναδά και γενικότερα στη Βόρεια Αμερική, αντιμετωπίζουν ένα παρόμοιο πρόβλημα, όπου ένα βασικό έντομο δημιουργεί νέκρωση των κορμών και η αντιμετώπισή του δεν είναι δυνατόν να γίνει με ράντισμα χημικών ουσιών, καθώς μία τέτοια λύση θα δημιουργούσε ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα.
Ειδικότερα για την περιοχή της Θάσου, όπου υπάρχει ένα πλήθος μελισσών και μελισσοπαραγωγών αλλά και άλλων γενικώς παραγωγών προϊόντων γης. Έτσι, είναι απαγορευτική η χρήση χημικών και όταν αυτά τα έντομα, που ξεκινούν από μύκητες φθάσουν στο επίπεδο της πλήρους δημιουργίας τους, τότε λειτουργούν με τρόπο και συνέπειες καταστροφικές.
Για τον κίνδυνο να τεθούν σε κίνδυνο μεγαλύτερες εκτάσεις δασών εκφράζοντας τον προβληματισμό και τις ανησυχίες του μίλησε στο ΑΠΕ – ΜΠΕ και ο Αχιλλέας Σταμούλης, γεωπόνος του Δήμου Θάσου, ο οποίος γνωρίζει το μέγεθος του προβλήματος και εκτιμά πως το φαινόμενο θα εκτονωθεί όταν ο μεγαλύτερος αριθμός αυτών των σκαθαριών κάνει τον κύκλο του και υποχωρήσει. Αυτή ήταν άλλωστε και η λύση που εξουδετέρωσε το πρόβλημα και τις προηγούμενες φορές όπου επλήγη το νησί. Τις ίδιες ανησυχίες, αλλά και την συνολική εικόνα, εξέφρασε και ο επόπτης δασών του δασαρχείου Θάσου κ. Ράνης, κάτοικος και της περιοχής.
Ωστόσο, το φαινόμενο οπτικά και πρακτικά είναι απογοητευτικό, καθώς ανηφορίζοντας στους δρόμους της Θάσου, στο βόρειο τμήμα της, ο επισκέπτης αλλά και οι ντόπιοι κάτοικοι, βλέπουν αποξηραμένα καφετιά δέντρα σε ένα ποσοστό σημαντικό έως και ανησυχητικό, με τις εκτιμήσεις των γεωπόνων της υπηρεσίας του Δασαρχείου στο Λιμένα της Θάσου, να συγκλίνουν πως και το επόμενο καλοκαίρι θα απονεκρωθούν και άλλες εκτάσεις του φυσικού παρθένου αυτού δάσους, που ήδη έχουν προσβληθεί από τον μικρό αυτό «δαίμονα» που κατατρώει τα πεύκα της Θάσου, το σκαθάρι Τomicus piniperda.