Ο πληθυσμός των ψαριών που «κατοικούν» στις ελληνικές θάλασσες και ιδιαίτερα στις Κυκλάδες είναι από τους μικρότερους στην περιοχή της Μεσογείου. Οι ίδιοι οι ψαράδες της περιοχής το πιστοποιούν.
Όπως δημοσιεύει η «Καθημερινή», η σημαντική μείωση των πληθυσμού των ψαριών στις Κυκλάδες οφείλεται στην υπεραλίευση και στην παράνομη αλιεία, όπως για παράδειγμα τη χρήση δυναμίτη που ακόμα γίνεται σε κάποιες περιοχές, στην ανεπαρκή νομοθεσία αλλά και στη μη τήρηση της υπάρχουσας. Τα συμπεράσματα περιέχονται στην έκθεση για τη θάλασσα των Κυκλάδων που συνέταξαν ο Pierre-Yves Cousteau από το Ινστιτούτο Κουστώ, ο υδροβιολόγος Enric Sala, ερευνητής του National Geographic και η Sylvaine Giakoumi, ερευνήτρια στο τμήμα Θαλασσίων Ειδών στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου.
Η Sylvaine Giakoumi στο πλαίσιο της διδακτορικής της διατριβής συγκέντρωσε τα στοιχεία που αφορούσαν τα ιχθυοαποθέματα στις Κυκλάδες. Τα καλοκαίρια του 2007 και του 2008 ταξίδεψε σε πολλά νησιά των Κυκλάδων προκειμένου να συλλέξει δείγματα νερού και φυκιών και να τα εξετάσει. Και επειδή τα χρήματα ήταν περιορισμένα, η ερευνήτρια ζήτησε τη βοήθεια του ντόπιου πληθυσμού.
Στη διάρκεια της συλλογής δειγμάτων, «συνέλεξε» επίσης και απόψεις για την κατάσταση της θάλασσας από εκείνους που γνωρίζουν καλύτερα, δηλαδή τους ίδιους τους ψαράδες. «Το 98% όσων ρωτήσαμε ανέφερε ότι υπάρχει δραματική μείωση των ιχθυαποθεμάτων. Μάλιστα είναι εντυπωσιακό ότι οι ίδιοι οι ψαράδες είναι διατεθειμένοι να σταματήσουν το ψάρεμα σε συγκεκριμένες περιοχές, προκειμένου να προστατευτούν τα ψάρια». Η ομάδα των επιστημόνων στη συνέχεια αξιολόγησε τα ευρήματα και έτσι κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ιχθυομάζα στις Κυκλάδες είναι από τις μικρότερες που έχουν καταγραφεί στην Ελλάδα και στην Τουρκία.
Η λύση, σύμφωνα με τη μελέτη που συνέταξαν οι τρεις επιστήμονες, είναι η δημιουργία θαλάσσιων καταφυγίων, περιοχών δηλαδή απολύτου προστασίας, όπου θα απαγορεύεται το ψάρεμα. Με αυτό τον τρόπο θα δοθεί ο χρόνος και ο χώρος στα ψάρια να ανακάμψουν πληθυσμιακά. Όπως αναφέρουν, τα αποτελέσματα σε περιπτώσεις που εφαρμόστηκε η πρακτική των ζωνών προστασίας είναι πραγματικά εντυπωσιακά. Σε 124 περιοχές προστασίας που έχουν δημιουργηθεί σε 29 χώρες, κατά μέσον όρο αυξήθηκε κατά 21% η βιοποικιλότητα, κατά 28% το μέγεθος των οργανισμών και κατά 166% ο αριθμός των οργανισμών ανά τετραγωνικό μέτρο.