Τα τελευταία χρόνια τα αρωματικά φυτά και η αξιοποίησή τους είναι ένας τομέας που παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον στη χώρα μας, τόσο για τους γεωργούς όσο και για τους καταναλωτές. Μάλιστα, ως καλλιέργεια μπορεί να αποφέρει ένα σημαντικό εισόδημα και χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες.
Η Ελλάδα, αν και είναι μια από τις πλουσιότερες περιοχές της Ευρώπης σε χλωριδικό πλούτο, δεν έχει ακόμη ένα ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και αξιοποίησης αυτής της «περιουσίας».
«Υπάρχουν αρκετά κενά στην αλυσίδα παραγωγής, μεταποίησης και πώλησης των αρωματικών φυτών, παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί τελευταία» εξηγεί η ερευνήτρια του ΕΘΙΑΓΕ, Ελένη Μαλούπα.
«Στην επικράτεια απαντούμε τουλάχιστον 6.308 αυτόχθονα είδη και υποείδη φυτών, που αντιστοιχούν στο 45-50% της συνολικής χλωρίδας της Ευρώπης και σχεδόν στο 80% της Βαλκανικής χλωρίδας» σημειώνει.
Περίπου 750 από τα 5.700 είδη (13,2% της ελληνικής χλωρίδας), είναι ενδημικά του ελλαδικού χώρου, δηλαδή δεν συναντώνται πουθενά αλλού στο εξωτερικό.
«Στην Ελλάδα, το ενδιαφέρον των καταναλωτών για τα αρωματικά φυτά, τα βότανα και τις ευεργετικές τους ιδιότητες έχει γίνει εντονότερο τα τελευταία χρόνια. Υπάρχει μια στροφή του κόσμου και μια πιο ενδελεχής αναζήτηση» προσθέτει η ίδια.
Τα ελληνικά αρωματικά φυτά, λόγω των ιδιαίτερων κλιματικών και εδαφολογικών χαρακτηριστικών ξεχωρίζουν και μπορούν να αξιοποιηθούν στη φαρμακολογία, την κοσμετολογία, ως ροφήματα ή πολύ απλά και στο φαγητό.