«Το ανώτατο όριο του ποσού της ευθύνης σε περίπτωση πυρηνικού ατυχήματος είναι ξεκάθαρα σχεδιασμένο με τρόπο που να ευνοεί την πυρηνική βιομηχανία και να μην αποθαρρύνει τις πυρηνικές δραστηριότητες», Διεθνή Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας (IAEA) – Επεξηγηματικό κείμενο στη Συνθήκη της Βιέννης.
Εικοσιπέντε χρόνια μετά το ατύχημα στο Τσερνόμπιλ, η Greenpeace επισημαίνει ότι η βιομηχανία της πυρηνικής ενέργειας καλύπτεται ακόμη από ένα ασαφές διεθνές καθεστώς ευθύνης σε περίπτωση ατυχήματος, το οποίο εξακολουθεί να προκαλεί σύγχυση, ενώ το αληθινό κόστος που καλούνται να πληρώσουν οι άνθρωποι σε υγεία και επιπτώσεις στην καθημερινότητά τους είναι ανυπολόγιστο. H νομοθεσία θέτει ένα τυπικό ανώτατο όριο ευθύνης στους διαχειριστές των πυρηνικών εργοστασίων, το οποίο αποτελεί ελάχιστο κλάσμα του πιθανού κόστους σε περίπτωση μεγάλου πυρηνικού ατυχήματος. Ακόμα και εκεί που η ευθύνη του διαχειριστή υποτίθεται ότι είναι απεριόριστη, στην πράξη είναι περιορισμένη λόγω των ορίων ασφαλισιμότητας.
H Greenpeace καταγγέλλει ότι αυτό το ανώτατο όριο λειτουργεί σαν έμμεση επιδότηση για τη βιομηχανία των πυρηνικών καθώς σε περίπτωση ατυχήματος, το επιπλέον κόστος που μπορεί να ανέρχεται σε δεκάδες ή και εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια, καλείται να το πληρώσει το κράτος, δηλαδή οι φορολογούμενοι πολίτες που συν τοις άλλοις θα υποστούν και τις συνέπειες του ατυχήματος. Το γεγονός αυτό κατά συνέπεια προκαλεί στρεβλώσεις στις αγορές ενέργειας αφού δεν ενσωματώνεται στο κόστος της πυρηνικής κιλοβατώρας ο κίνδυνος πυρηνικού ατυχήματος.