Χωρίς μία σοβαρή αλλαγή των πολιτικών, που υλοποιούνται από τους μεγαλύτερους ρυπαντές του πλανήτη, ο κόσμος δεν θα επιτύχει τον στόχο περιορισμού της ανόδου της θερμοκρασίας του πλανήτη κατά 2 βαθμούς Κελσίου, υποστηρίζει ο επικεφαλής οικονομολόγος της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας (IEA) Φατίχ Μπιρόλ.
Σε συνέντευξη, που έδωσε στον δικτυακό τόπο ClimateWire, το στέλεχος της Υπηρεσίας που συμβουλεύει για θέματα ενέργειας τις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ είπε ότι «όπως είμαστε σήμερα, απέχουμε λίγα μέτρα από το να πούμε “αντίο” στον στόχο των 2 βαθμών Κελσίου».
«Όταν κοιτάζω τα επόμενα δέκα χρόνια, ακόμη κι αν λάβω υπόψη τις δεσμεύσεις που δόθηκαν μετά τη Σύνοδο για το Κλίμα στην Κοπεγχάγη, η καλύτερη εκδοχή είναι να μπούμε σε τροχιά για άνοδο κατά 3,5 βαθμούς Κελσίου», προειδοποίησε.
Για να επιτευχθεί ο στόχος των 2 βαθμών Κελσίου και να παραμείνει, θεωρεί ότι η απεξάρτηση από τον άνθρακα πρέπει να αυξηθεί κατά 400%, «κυρίως στις χώρες, όπου η αλλαγή του κλίματος δεν βρίσκεται υψηλά στην ημερήσια διάταξη».
«Εξετάζοντας το σύνολο των στόχων για το 2020, στις περισσότερες περιπτώσεις αυτοί οι στόχοι δεν υποστηρίζονται από συγκεκριμένες πολιτικές», διαπιστώνει ο επικεφαλής οικονομολόγος της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας. «Ως προς την κλίμακα, εξετάστε την Κίνα», πρόσθεσε.
Αναφερόμενος στη συζήτηση για το κατά πόσον η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αυξήσει τον στόχο μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στο 30%, από 20% σήμερα, ο Φατίχ Μπιρόλ είπε ότι η διαφορά μεταξύ των δύο στόχων ισοδυναμεί με τις εκπομπές της Κίνας σε διάστημα δύο εβδομάδων. «Αυτό σημαίνει ότι η προσπάθεια λίγων χωρών δεν θα μπορέσει να αλλάξει τη συνολική εικόνα», κατέληξε.
Σχετικά, τέλος, με το πρόβλημα ανταγωνιστικότητας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, λόγω του φυσικού αερίου, είπε ότι «αν το φυσικό αέριο είναι φθηνό και διαθέσιμο, αυτό θα δημιουργήσει πρόβλημα στην ανταγωνιστικότητα των ανανεώσιμων». Στις ΗΠΑ, η ανακάλυψη μεγάλων κοιτασμάτων μη συμβατικού φυσικού αερίου, που διατηρεί τις τιμές του φυσικού αερίου σε χαμηλά επίπεδα-ρεκόρ, έχει υπονομεύσει τις επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, εκτιμά ο Φατίχ Μπιρόλ.