Η εικόνα που είχα σχηματίσει για τη Λένα Δροσάκη, μέσα από συνεντεύξεις της, ήταν εκείνη ενός ευαίσθητου και ρομαντικού κοριτσιού που όταν χρειάστηκε, όρθωσε το ανάστημά της. Η ηθοποιός είναι ένα από τα πρόσωπα που «σήκωσαν» στις πλάτες του το κίνημα του MeToo στην Ελλάδα – αν μπορώ να χρησιμοποιήσω τη φράση αυτή -, χωρίς ποτέ η ίδια να διεκδικεί κάτι περισσότερο από δικαιοσύνη…
Να επικρατήσει στον κόσμο το δίκαιο. Γι’αυτό και αποφάσισε να υπερασπιστεί η ίδια τον εαυτό της και να παλέψει απέναντι σε έναν δύσκολο κόσμο – όπως λέει στο Newsbeast – με οποιοδήποτε κόστος.
Με τη Λένα Δροσάκη μιλήσαμε με αφορμή την παράσταση «Καλιφόρνια Ντρίμιν, 20 χρόνια μετά» του Βασίλη Κατσικονούρη που ανεβαίνει στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά μέχρι τις 5/1 και η εικόνα του «ρομαντικού κι ευαίσθητου κοριτσιού» – όπως και η ηρωίδα της στο έργο, η Βουβού – που είχα για εκείνη, επιβεβαιώθηκε. Και είναι πραγματικά ωραίο, γνωρίζοντας από κοντά κάποιους ανθρώπους, να διαπιστώνεις ότι δεν έπεσες έξω στη γνώμη που είχες για εκείνους.
Η ηθοποιός μάς μίλησε, επίσης, για την παράσταση που έχει την εξής πρωτοτυπία: πρόκειται για ένα θεατρικό σίκουελ, για τα όνειρα που κάνουμε, για την οικονομική κρίση και πώς επηρέασε τις νεότερες γενιές, για την κωμωδία – είναι η πρώτη φορά που κάνει στο θέατρο – αλλά και για την τηλεόραση.
– Πώς είναι το θεατρικό σίκουελ ως εμπειρία;
Έχει ένα πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, γιατί το πρώτο έργο του Βασίλη Κατσικονούρη ασχολείται με το αμερικανικό όνειρο που τότε ήταν και στην Ελλάδα της μόδας: ότι δηλαδή θα φύγουμε από αυτόν τον τόπο και θα πάμε στη «Γη της επαγγελίας» που είναι η Αμερική, στην Καλιφόρνια και εκεί θα γίνουμε σπουδαίοι, τρανοί και θα είμαστε κάποιοι που αξίζουν την προσοχή. Eίναι φοβερό, λοιπόν, ότι βλέπουμε αυτούς τους ήρωες 20 χρόνια μετά και πώς αυτό το αμερικανικό όνειρο είναι ακόμα ζωντανό, γιατί δεν καταφέραμε να φύγουμε τότε, ούτε στα επόμενα χρόνια. Δεν γίναμε κάποιοι, δεν γίναμε σπουδαίοι και τρανοί. Οπότε έχει ενδιαφέρον, γιατί και ηλικιακά είμαστε κοντά σε αυτό και παρακολουθούμε αν τα όνειρα της εφηβείας μας πραγματώθηκαν και αν όχι, γιατί συνέβη αυτό.
– Είναι μία παράσταση σαφώς για όλους, αλλά για εμάς τους 40+, αλλά και όσους βρίσκονται γύρω στα 40, αυτή η δεκαετία του 2000 που ήταν και η Ελλάδα κάτι σαν «Γη της επαγγελίας» -επίπλαστη όπως αποδείχθηκε, αλλά τότε ήταν- έχει περισσότερο ενδιαφέρον. Μπαίνουμε μέσα σε όλο αυτό.
Ναι ναι. Ξέρεις όταν κάτι είναι πολύ προσωπικό, αφορά τελικά πολύ κόσμο, γίνεται κάπως ανοιχτό. Η γενιά αυτή είχε πολλά εφόδια, δεν είναι όπως τώρα με τους σημερινούς 20αρηδες. Όταν εμείς ήμασταν 20 χρονών ήταν πιο ωραία τα πράγματα, υπήρχαν ευκαιρίες. Τότε, 20 με 30 μπορούσες να δουλέψεις, να βάλεις χρήματα στην άκρη. Μπορούσες να δημιουργήσεις, ενώ τώρα οι 20αρηδες όσο και αν δουλεύουν, δεν μπορούν να μαζέψουν στην άκρη χρήματα, δεν μπορούν να είναι δημιουργικοί.
– Είναι και η γενιά που ξεκινά στον απόηχο της κρίσης.
Ναι και εμείς ήμασταν στην περίοδο της κρίσης, βέβαια στον απόηχο της αφθονίας που ακόμα γευόμασταν πράγματα. Ξεκινήσαμε στην αρχή της κρίσης.
– Μέσα στην παράσταση βλέπουμε την 20ετια στην Ελλάδα που μεσολάβησε και η κρίση; Πώς κύλησαν οι ζωές των ηρώων μέσα σε αυτά τα χρόνια;
Βλέπουμε τρεις ανθρώπους που επέλεξαν να μείνουν στάσιμοι και με έναν τρόπο δεν τους βοήθησε και η δουλειά. Με έναν ιδιαίτερο τρόπο, ναι το παρακολουθούμε και αυτό.
– Και 20 χρόνια μετά με όσα έχουν ακολουθήσει, συνεχίζουν να έχουν το ίδιο όνειρο: να πάνε στην Αμερική.
Ναι, ξέρεις, πέφτεις στην παγίδα της ψευδαίσθησης, ότι εκεί θα εκπληρωθούν όλες σου οι ανάγκες, τα θέλω, οπότε δεν μπορείς εύκολα να το βγάλεις. Είναι μια ουτοπία και από την ουτοπία δεν βγαίνεις εύκολα.
– Από την άλλη, άμα σταματήσουμε να ονειρευόμαστε είναι και σαν να σταματάμε να ζούμε.
Κοίταξε, η δική μου η άποψη είναι και τι ονειρευόμαστε. Δεν έχουν όρια τα όνειρα, αλλά (αν και δεν μου αρέσει να λέω αλλά) τι κάνεις γι’ αυτά τα όνειρα εντέλει; Κάνεις κάτι ή περιμένεις να έρθουν από μόνα τους να σε βρουν; Γιατί τίποτα δεν έρχεται από μόνο του. Εσύ φτιάχνεις τον δρόμο προς το όνειρο, δεν έρχεται τίποτα εξ’ουρανού.
– Κι αν αυτός ο δρόμος έχει εμπόδια, τι κάνεις σε αυτή την περίπτωση;
Θεωρώ πως ο,τι αξίζει, δύσκολα κατακτιέται. Ο,τι είναι εύκολο, θα έλεγα ότι είναι μικρότερης αξίας και δε νομίζω ότι μπορούμε εύκολα να το εκτιμήσουμε.
– Στην παράσταση είσαι η Βουβού. Τι χαρακτήρας είναι η ηρωίδα που υποδύεσαι;
Είναι ένα κορίτσι που με συγκινεί πάρα πολύ. Έχει όνειρα και είναι αυτό που λέμε: καλό παιδί. Αυτή η αγνότητα ενός ανθρώπου που ενώ είναι ενήλικας, είναι ένα παιδί με τη ρομαντική έννοια. Έχει μια αφέλεια και πίστη σε όλα τα πράγματα. Μια καθαρότητα, με όσα έχει τραβήξει και περάσει. Με συγκινούνε αυτοί οι άνθρωποι όταν τους συναντώ, γιατί δεν τους συναντάς εύκολα. Και με συγκινεί που ο Βασίλης έχει γράψει έναν τέτοιο ρόλο.
– Εσύ βρίσκεις να έχεις κοινά με τη Βουβού;
Ναι, ήμουνα κι εγώ ένα τέτοιο κορίτσι, μπορώ να πω…
– Όταν ξεκινούσες στο θέατρο;
Ναι, όταν ξεκινούσα. Ήμουνα ένα τόσο αθώο κορίτσι στα όρια της αφέλειας. Γι’ αυτό ίσως συγκινούμαι τόσο πολύ μαζί της.
– Εσύ πέρασες και δύσκολα
Ναι, πέρασα δύσκολα. Η διαφορά μας με τη Βουβού είναι ότι εγώ πάλεψα. Βέβαια και εκείνη πιστεύει ότι παλεύει, αλλά εγώ θεωρώ ότι εκείνη έχει αφεθεί περισσότερο.
– Και πάλεψες γενναία, απέναντι σε ένα δύσκολο σύστημα
Σε έναν δύσκολο κόσμο θα έλεγα.
– Βλέπεις να έχει αποτέλεσμα;
Αποτέλεσμα δεν μπορεί να υπάρξει σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Είναι βαθιά ριζωμένα πράγματα, τα οποία θέλουν χρόνο, συνεχή προσπάθεια, και δεν πρέπει να τα εγκαταλείψουμε. Πρέπει να τα υπερασπιζόμαστε ανά πάσα στιγμή. Εδώ, πολύ πιο απλά πράγματα και χρειάζεται χρόνος για να αλλάξουν.
– Βλέπεις να υπάρχει αυτή η κατεύθυνση προς την αλλαγή; Ή ήταν κάτι εφήμερο που ασχολήθηκαν όλοι όσο ήταν ψηλά στην επικαιρότητα το MeToo;
Δεν θέλω να πιστέψω, ούτε θεωρώ ότι ήταν εφήμερο, γιατί κάποιοι άνθρωποι ακόμα παλεύουν γι’ αυτό. Και βλέπω και τα νέα παιδιά πως πλέον σηκώνουν ανάστημα, δεν είναι τόσο φοβισμένα, όσο ήμασταν εμείς.
– Αυτό το χρεώνουμε -με την καλή έννοια- σε εσάς που ανοίξατε τον δρόμο.
Οφείλαμε όλοι μας να το κάνουμε, ήταν χρέος μας . Δικαίως το κάναμε και είχαμε αργήσει πολύ. Καλό είναι να μην επιτρέπονται τέτοιες συμπεριφορές.
– Σε όλους τους εργασιακούς χώρους. Γιατί το χρεώθηκε το θέατρο, αλλά τέτοιες συμπεριφορές τις συναντάμε παντού.
Εννοείται παντού. Θυμάμαι πως όταν είχε πρωτογίνει όλο αυτό, με έπιαναν άνθρωποι στο σούπερ μάρκετ και μου έλεγαν «σε ευχαριστούμε, εγώ κατήγγειλα τον προϊστάμενό μου, εγώ τον συνάδελφο μου». Είναι ανθρώπινη συμπεριφορά η κακοποίηση, δεν είναι ότι γίνεται σε έναν χώρο, δεν είναι ίδιον του θεάτρου. Απλώς, εμείς είχαμε το βήμα για να ακουστεί η φωνή όλων των ανθρώπων αυτών.
– Οπότε, βλέπεις ότι ένα ρομαντικό κορίτσι όπως εσύ ή η Βουβού, βρίσκει τη δύναμη και πολεμάει αν χρειαστεί.
Όλοι οι άνθρωποι μέσα μας έχουμε τη δύναμη και είναι υποχρέωσή μας να υπερασπιζόμαστε τον εαυτό μας. Αυτό πρέπει να είναι στην παιδεία μας, να μας το μαθαίνουν, όπως μας μαθαίνουν πώς να τρώμε. Γιατί αν δεν υπερασπιζόμαστε τον εαυτό μας, πώς θα γίνει ο κόσμος πιο δίκαιος, όταν οι ίδιοι επιτρέπουμε την αδικία πάνω μας; Κι αυτό θα εξαπλωθεί παντού και θα αδικήσουμε κι εμείς. Και μετά όλο αυτό εξαπλώνεται σαν αρρώστια. Οπότε ναι, είναι μαγική η στιγμή όταν αποφασίζεις να πεις ότι τώρα θα υπερασπιστώ εγώ τον εαυτό μου με οποιοδήποτε κόστος. Και δεν είναι θέμα ρομαντισμού αυτό.
– Μπορεί όμως να έχει και κόστος όλο αυτό, πέρα από το προσωπικό.
Ναι, τα λόγια σου πάντα έχουν κόστος, όπως και οι πράξεις σου. Όταν αποφασίζεις να εναντιωθείς απέναντι στο αφεντικό σου προφανώς και θα έχει κόστος, είτε εσύ να χάσεις τη δουλειά σου, είτε να έρθει το δίκαιο και να πληρώσει το κόστος της δικής του πράξης το αφεντικό. Εκεί, παίζουμε με το δίκαιο.
– Να επιστρέψουμε και λίγο στην παράσταση, που είναι κωμωδία. Σου αρέσει ως είδος;
Κοίταξε, στο θέατρο κωμωδία δεν έχω κάνει, είναι η πρώτη φορά, δεν μου είναι κάτι εύκολο, αλλά το ευχαριστιέμαι πάρα πολύ. Το είχα ανάγκη να κάνω κάτι άλλο.
– Επειδή, τελευταία έχει γίνει πολύς λόγος για την κωμωδία και με το τι γελάει το κοινό. Εσύ τι πιστεύεις: σημασία έχει να γελάσει ο κόσμος ή με τι θα γελάσει;
Είναι θέμα αισθητικής. Μπορεί με κάτι που εγώ δεν θα γελάσω γιατί το θεωρώ προσβλητικό, κάποιος άλλος να γελάσει. Θεωρώ ότι όλα έχουν όρια και πρέπει να έχουν όρια. Όταν αρχίζω και σχολιάζω μια ομάδα συγκεκριμένη, αυτό νομίζω ότι όντως μπορεί να γίνει προσβλητικό. Όταν, όμως σχολιάζω συμπεριφορές, αισθητική, την εξουσία, δεδομένες καταστάσεις, ναι τότε μπορεί να είναι κάτι πολύ αστείο, τρομερά σατιρικό, να είναι to the point και γι αυτό μπορεί να ενοχλεί γιατί κρύβει κάτι βαθιά αληθινό. Αυτός, άλλωστε είναι και ο σκοπός της κωμωδίας, και όχι να σχολιάσω τα κιλά κάποιου. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί αυτό είναι αστείο. Είναι, για εμένα όλα θέμα αισθητικής. Από την άλλη δεν μπορείς να επιβάλλεις στον άλλον με το τι θα γελάσει.
– Τηλεοπτικά θα σε δούμε κάπου;
Δεν έχουμε καταλήξει ακόμα, γίνονται συζητήσεις. Θέλω να κάνω κάτι που να μου αρέσει πολύ και να είναι μια ωραία συνεργασία. Θέλω κάτι όμορφο, λαμπερό, φωτεινό, θέλω να κάνω μόνο τέτοιες επιλογές.
– Η τηλεόραση, πλέον έχει πολλές επιλογές.
Αυτό είναι πάρα πολύ ευχάριστο, γιατί υπάρχει πλέον δουλειά. Είναι, όμως, και δυσάρεστο γιατί οι παραγωγές και τα κανάλια δεν στηρίζουν τις δικές τους επιλογές και ξαφνικά οι άνθρωποι εκεί που έχουν προγραμματίσει, μένουν μετέωροι.
– Πέρυσι το είδαμε αυτό, με σειρές που κόπηκαν.
Ξέρεις, νιώθω μια αδικία στη συμπεριφορά των ανθρώπων, σαν μην υπολογίζονται όλοι αυτοί που δουλεύουν εκεί, στον βωμό της τηλεθέασης. Πρέπει να το κοιτάξουμε όλο αυτό, γιατί δεν ξέρω πού θα οδηγηθεί. Ίσως στο τέλος ο κόσμος να μη βλέπει τηλεόραση.
– Πάντως, φέτος βλέπουμε ότι ο μέσος όρος τηλεθέασης είναι γενικά χαμηλός, λίγα είναι τα προγράμματα που κάνουν υψηλά νούμερα.
Και λογικό είναι, γιατί κόβονται σειρές, αλλάζουν ώρες, ημέρες, σαν να μην τους νοιάζει το κοινό. Εγώ θέλω να το βλέπω την ώρα που το είχες βάλει αρχικά, δεν μπορώ ως τηλεθεατής να μου αλλάζεις τη συνήθεια. Και ο κόσμος νιώθω ότι θυμώνει με όλο αυτό. Και είναι λογικό. Και πάλι καλά οι ηθοποιοί μιλάμε πλέον, λέμε πώς συμπεριφέρονται σε εμάς. Νομίζω όλοι οι άνθρωποι θέλουμε το δίκαιο. Νιώθουμε και είμαστε πιο ήρεμοι με αυτό, νιώθουμε μία γαλήνη. Γιατί ξέρεις, αν η αδικία εξαπλωθεί, μια μέρα θα έρθει και σε εμάς. Και χαίρομαι που οι άνθρωποι υποστηρίζουν το δίκαιο.
– Και να μιλάνε γι’ αυτό που τους πνίγει.
Εννοείται και είναι πολύ ελπιδοφόρο που πλέον το κάνουν.
Λίγα λόγια για την παράσταση
Στο «Καλιφόρνια Ντριμιν, 20 χρόνια μετά» του Βασίλη Κατσικονούρη, το πολυσυζητημένο σίκουελ του εμβληματικού έργου «Καλιφόρνια Ντριμιν», δύο δεκαετίες μετά, συναντάμε τους τέσσερις αγαπημένους εικοσάρηδες -Ντίνο, Άρη, Βουβού και Κική- που πλέον έχουν σαρανταρίσει. Πόσο έχουν αλλάξει οι ίδιοι και πόσο τους έχει αλλάξει η ζωή;
Ονειρεύονται για ακόμα μια φορά, τη μαγική αυτή ευκαιρία να πιάσουν την καλή και να βρεθούν στη δική τους γη της Επαγγελίας. Θα τα καταφέρουν αυτή τη φορά να φτάσουν Καλιφόρνια και να ζήσουν το όνειρο;
Συγγραφέας: Βασίλης Κατσικονούρης
Σκηνοθεσία: Σταύρος Καραγιάννης
Επιμέλεια κίνησης: Γεωργία Αβασκαντήρα
Επικοινωνία/ γραφείο τύπου παράστασης: Γιώτα Δημητριάδη
Παίζουν: Λένα Δροσάκη, Αλέξανδρος Μπουρδούμης, Σταύρος Καραγιάννης και Σίλια Μουστάκη
Δημοτικό Θέατρο Πειραιά
Λεωφ. Ηρ. Πολυτεχνείου 32, Πειραιάς