Στο θέατρο την είδαμε ως Πηνελόπη Δέλτα στην παράσταση «Ιστορία χωρίς όνομα». Στην τηλεόραση ήταν η νεαρή Κυβέλη στο «Φλόγα και άνεμος» στην ΕΡΤ. Η Μαρία Παπαφωτίου θεωρείται μία από τις ταλαντούχες ηθοποιούς της γενιάς της, έχοντας ενσαρκώσει σημαντικούς ρόλους.

Η ίδια, βέβαια, όπως εξομολογήθηκε στο Newsbeast, δε νιώθει έτσι, εξηγώντας με ειλικρίνεια πως «δεν ξέρω τι σημαίνει ταλέντο, πώς το μετράμε, τι ευθύνες έχει, τι βάρος δημιουργεί», ενώ όλοι οι ρόλοι που ενσαρκώνει κάθε φορά, της φαίνονται «και δύσκολοι και εύκολοι». Φέτος, θεατρικά τη συναντάμε σε δύο παραστάσεις: στο meta μουσικο-κωμικό, «Σούπερ Ατού» και στον «Διάφανο ύπνο» που βασίζεται στο βιβλίο της Charlotte Beradt «Τα όνειρα στο Τρίτο Ράιχ».

Με αφορμή τις δύο παραστάσεις, μιλήσαμε με τη Μαρία Παπαφωτίου.

– Φέτος, σε συναντάμε στο Σούπερ Ατού, πες μας λίγο για την παράσταση. Τι πρόκειται να δούμε;

Στ’ αλήθεια είναι μια υβριδική παράσταση… ένα show; Μια επιθεώρηση; Ένα βαριετέ; Κανείς μας δεν ξέρει! Κι αυτό είναι υπέροχο και αποκαλυπτικό. Ένα φρανκενστάινικο δημιούργημα -όπως λέει και ο Ζήσης (Ρούμπος) – που μας πετάει από τη σάτιρα στον αυτοσχεδιασμό, στον ξέφρενο χορό, στις στιγμές που το συναίσθημα βαθαίνει, που το τραγούδι διεισδύει στη σάρκα σου που το γέλιο βγαίνει τόσο ακατέργαστο και ατόφιο από τα σωθικά σου. Ένα αναπάντεχο πανηγύρι με τόση αλήθεια κι ανθρωπιά που εσείς που το παρακολουθείτε κι εμείς που το υπηρετούμε θα το θυμόμαστε για καιρό!

– Για να είμαι ειλικρινής, δεδομένου των τελευταίων σου δουλειών σε θέατρο και τηλεόραση ήταν λίγο «έκπληξη» η συμμετοχή σου σε μία μουσικοκωμική παράσταση. Είναι εσφαλμένη αυτή η αίσθησή μου; Τι ήταν αυτό που σε έκανε να πεις το «ναι»;

Για εμένα όχι τόσο! Μακάρι να μπορούσα να απορροφηθώ σ’ αυτό το είδος για πάντα. Με γεμίζει πλήρως. Και επειδή είναι και από τα πλέον δύσκολα πράγματα που έχω κάνει, βάζει τον πήχη πολύ ψηλά στα challenges απέναντι στον εαυτό μου και σε αυτό που θέλω να μοιράζομαι μαζί σας. Άλλωστε εγώ ζήτησα να είμαι κομμάτι του. Όταν το συζητούσε ο Κώστας (Γάκης) του είπα πολύ καθαρά: σε παρακαλώ θέλω κι εγώ να είμαι σε αυτό και ας ανοιγοκλείνω τις κουρτίνες. Κάνω πολλά περισσότερα και τους ευχαριστώ γι αυτό το δώρο και για την εμπιστοσύνη μέσα απ’ την καρδιά μου.

– Τελευταία, έχει γίνει πολύς λόγος για τη σάτιρα και αν υπάρχουν όρια ή όχι. Και τι είναι τελικά σάτιρα. Ποια είναι η δική σου η άποψη πάνω σε αυτό;

Φαντάζομαι μόνο σε αναλογία με την καθημερινή ζωή μπορώ να σχολιάσω κάτι τέτοιο. Αν κάποιος σε σατιρίσει για κάτι που κάνεις και ενδεχομένως είναι χαριτωμένα «λοξό», αλλά χωρίς καμία πρόθεση να μπει και να διαταράξει τον βασικό σου πυρήνα, είναι μια χαρά. Αν η σάτιρα κιτρινίζει και στοχεύει σε προσωπική επίθεση, επίκριση και αίσθηση μεγαλείου απέναντι σε αυτό που καυτηριάζεις, τότε είναι άστοχο-αλλά όχι εγκληματικό. Βράζουμε όλοι στο ίδιο καζάνι. Αυτό είναι τόσο όμορφο. Μέσα από αυτό το πρίσμα, που φυσικά εκπέμπει και μια ταπεινότητα, σατίρισε ό,τι θέλεις. Η γνησιότητα ούτως ή άλλως πάντα φτάνει ατόφια στο κοινό.

– Μια κωμική παράσταση πότε θεωρείται επιτυχημένη; Από τα εισιτήρια που κόβει και αν γεμίζει το θέατρο ή αν θα κάνει τον θεατή να γελάσει; Και το ζητούμενο είναι απλά να γελάσει ο θεατής ή με τι θα γελάσει;

Με ό,τι θέλουν ας γελάσουν οι άνθρωποι, πραγματικά! Και ποιος μπορεί να κάνει τέτοια βαθιά κοινωνική ανάλυση για το τι σημαίνει χιούμορ, σε τι κατηγορίες χωρίζεται, τι είναι έντεχνο για να ευσταθεί σε μια παράσταση και τι όχι; Ούτε και η επιτυχία είναι ακριβώς μετρήσιμο μέγεθος. Αν πχ κάνει κάποιος μια παράσταση και την παρακολουθήσει ένας και μοναδικός θεατής σε ολόκληρο τον κόσμο, αλλά η παράσταση αυτή αλλάξει τη ζωή και των δυο τους, είναι επιτυχημένη ή όχι; Φυσικά και αναπτερώνεται το ηθικό όλων όταν βλέπουν ένα γεμάτο θέατρο, αλλά είναι μονάχα μια από τις παραμέτρους και ίσως όχι η ουσιαστικότερη. Είναι αρχέγονες οι ανάγκες που μας κάνουν να δημιουργούμε, να παρακολουθούμε τέχνη. Νομίζω το εισπρακτικό κομμάτι είναι-και ορθώς-περισσότερο υπόθεση των παραγωγών που επενδύουν τα χρήματά τους. Ηθοποιοί και θεατές έχουμε έναν άλλον άξονα.

– Σε έχουμε δει να ενσαρκώνεις ιστορικά πρόσωπα, την Πηνελόπη Δέλτα στο θέατρο και την Κυβέλη στην τηλεόραση. Και είναι κάτι που το έχω απορία: είναι εύκολο αυτό για έναν ηθοποιό;

Να σας πω την αλήθεια εμένα όλοι οι ρόλοι μου φαίνονται και δύσκολοι και εύκολοι! Δεν έχω αποφασίσει! Σίγουρα όμως η «ιστορικότητά» τους και το γεγονός πως οι γυναίκες αυτές υπήρξαν όντως, δεν τις διαφοροποιεί. Ίσα ίσα. Ο μονόλογός μου ας πούμε στο Βοξ -τον οποίο έγραψε με όλη του τη μαεστρία ο Ζήσης Ρούμπος- και μέσα από τον οποίον μιλάει μια καθημερινή γυναίκα της διπλανής πόρτας με όλη την κανονικότητά της, είναι αν όχι το δυσκολότερο-σίγουρα ένα από τα πιο δύσκολα πράγματα που έχω κάνει. Και αυτό διότι είσαι εσύ με εσένα και τον εαυτό σου στην απολύτως σκέτη σας μορφή, δεν μπορείς να κρυφτείς με τίποτα, η αλήθεια σου είναι 1000% εκτεθειμένη, κανένα θεατρικό «κόλπο» δεν θα σε σώσει κ.ο.κ. Άρα, όλα εν δυνάμει έχουν ευκολίες και δυσκολίες. Το σημαντικότερο είναι το περιβάλλον που δημιουργείς με τους εκάστοτε συνεργάτες και κατά πόσο είναι υποστηρικτικό. Σε αυτό είμαι πολύ τυχερή χρόνια τώρα.

– Έχεις αναμετρηθεί στο θέατρο με σπουδαίους ρόλους και θεωρείσαι από τις ταλαντούχες ηθοποιούς της γενιάς σου. Αυτό σου δημιουργεί ένα βάρος για την επόμενη επιλογή;

Σας ευχαριστώ πολύ! Αλλά αφενός δε νιώθω έτσι, αφετέρου για να είμαι ειλικρινής δεν ξέρω τι σημαίνει ταλέντο, πώς το μετράμε, τι ευθύνες έχει, τι βάρος δημιουργεί κλπ. Δεν το έχω αισθανθεί ποτέ μου. Το μόνο που με αγχώνει σε σχέση με τις επιλογές, είναι αν θα ανταπεξέλθω στο εγχείρημα, αν θα είμαι καλή, δοτική, διαυγής και γενναιόδωρη συνάδελφος, αν θα έχω τη δύναμη και το σθένος κάθε μέρα να τοποθετώ την αλήθεια μου σε αυτό που εισπράττει το κοινό, αν εν πάση περιπτώσει έχει να κερδίσει κάτι ο θεατής από εμένα.

– Εκτός από το «Σούπερ Ατού», είσαι και στην παράσταση «Διάφανος ύπνος». Πες μας λίγο και γι’ αυτή σου τη δουλειά.

Είμαι ιδιαίτερα χαρούμενη γι αυτή τη δουλειά. Εμπιστεύομαι και αγαπάω πολύ τον Σταύρο Στάγκο -ο σκηνοθέτης μας- και αισθάνομαι αληθινά καλά στις δουλειές του. Με έχει τιμήσει πολλάκις με την εμπιστοσύνη του και τον ευχαριστώ. Η παράσταση κινείται γύρω από ένα σπάνιο και εξόχως ενδιαφέρον ζήτημα που είναι τα όνειρα που έβλεπαν οι άνθρωποι στο 3ο Ράιχ. Προς μεγάλη μας έκπληξη, και δική μας και των θεατών, παρατηρούμε πόσο επικαιροποιείται η συγκεκριμένη παράσταση. Η κοινή αίσθηση με το σήμερα είναι ανατριχιαστική.

– Στην παράσταση βλέπουμε τη ναζιστική προπαγάνδα να εισβάλλει στα όνειρα των ανθρώπων και να τα συνθλίβει, ασκώντας απόλυτο έλεγχο πάνω στους πολίτες. Τρομακτικό. Στο σήμερα, με έναν μεταφορικό τρόπο, πιστεύεις πως αυτό συμβαίνει στις κοινωνίες; Και πώς;

Δεν ξέρω αν η απουσία ορατού και ξεκάθαρου εχθρού είναι εν τέλει χειρότερη κατάσταση. Τα χρόνια που διανύουμε τα αισθάνομαι και ως παρακμάζοντα αλλά και ως πειραματικά με ανοιχτό ορίζοντα. Αν κάτι χαρακτηρίζει την εποχή μας είναι η λέξη κατώφλι. Νιώθω πως είμαστε διαρκώς στο κατώφλι για να μπούμε σε μια πιο ανθηρή πραγματικότητα. Να μη συντηρηθεί άλλο η φθορά σε όλα τα επίπεδα. Μετά την πτώση του ναζισμού πράγματι μπήκαμε σε μια πιο ηλιόλουστη τροχιά. Και νιώθω πως σαν τάση επαναλαμβάνεται.

– Φέτος, θα σε δούμε στην τηλεόραση; Σου αρέσει να δουλεύεις στην τηλεόραση;

Μου αρέσει να δουλεύω όπου περνάω καλά και στην τηλεόραση έχω περάσει μούρλια! Μου αρέσει επίσης να φροντίζω και να μελετώ το επόμενο βήμα με ψυχραιμία. Και αισθάνομαι κάτι παραπάνω από ευγνώμων που έχω αυτή την «πολυτέλεια» .Οπότε ναι προγραμματίζω με χαρά και ενθουσιασμό τα επόμενα!

Λίγα λόγια για την παράσταση Σούπερ Ατού

Το Σούπερ Ατού έχει τα πάντα. Τραγούδι, χορό, κωμικά σκετς, κωμικό αυτοσχεδιασμό και παιχνίδι με το κοινό. Θα έχει και διάλειμμα. Οι συντελεστές του ξεκίνησαν για να φτιάξουν ένα θεατρικό έργο αλλά μετά από πολύωρες διαβουλεύσεις και εξωφρενικά ενοίκια, αποφάσισαν να πάνε κατευθείαν στην πηγή. Στο να διασκεδάζουν τον κόσμο, χωρίς πολλά πολλά. Με το πιο δυνατό τους χαρτί στο χέρι.

Σκηνοθεσία: Κώστας Γάκης
Κείμενα: Ζήσης Ρούμπος, Λάμπρος Φισφής
Συμμετέχουν: Δημήτρης Μακαλιάς, Ζήσης Ρούμπος, Λάμπρος Φισφής, Χάρης Χιώτης,
Αντιγόνη Ψυχράμη, Παρθένα Χοροζίδου, Σάρα Τοσκάνο, Άννα Φιλιππάκη, Μαρία
Παπαφωτίου, Κώστας Γάκης
Μουσική επιμέλεια: Στέλιος Φραγκούς
Χορογραφίες: Χριστίνα Βασιλοπούλου
Μουσικοί επί σκηνής: Στέλιος Φραγκούς/πιάνο, πλήκτρα, Μάριος Λαζ Ιωαννίδης/κιθάρα,
Θανάσης Τσακιράκης/τύμπανα, Yoel Soto/μπάσο, Κώστας Γάκης/Κιθάρα, πιάνο

VOX: Ιερά Οδός 16, Γκάζι

Λίγα λόγια για την παράσταση «Διάφανος ύπνος»

Η παράσταση παρακολουθεί την πορεία πέντε ανθρώπων διαφορετικών ηλικιών, διαφορετικής κοινωνικής θέσης και διαφορετικών απόψεων που συναντώνται κάθε χρόνο από το 1933 μέχρι το 1939 στην ετήσια χοροεσπερίδα της μικρής τους πόλης στην Νότια Γερμανία για να χορέψουν Swing και Charleston. Στην διάρκεια αυτών των συναντήσεων και μέσα από μια αυθόρμητη ανάγκη τους, αναβιώνουν μια παλιά μεσαιωνική παράδοση και μοιράζονται κάποιο όνειρο τους από την χρονιά που πέρασε. Σιγά σιγά ο φόβος, η απόγνωση και η φρίκη εισβάλλουν στον ύπνο των ανθρώπων και τους καθιστούν ευάλωτους στον έλεγχο και την τιμωρία από την ναζιστική εξουσία που παραμονεύει. Η καχυποψία που διαπερνά τις επί σκηνής σχέσεις, δεν αφορά μόνο τις πράξεις ή τις θέσεις τους – αλλά ακόμα και αυτό που θα μπορούσε να κάνει, να σκεφτεί ή να ονειρευτεί ο καθένας τους. Έτσι καμιά συμπεριφορά ακόμα και η πιο «υποδειγματική», δεν καθιστά κάποιον υπεράνω υποψίας: η μοναδική επιλογή που έχει το άτομο για να επιβιώσει είναι να ευθυγραμμιστεί απόλυτα με το καθεστώς, ακόμα και όταν ονειρεύεται.
Ταυτόχρονα ένας αφηγητής μας εισάγει στις αλλαγές που συμβαίνουν στην ζωή τους μεταφέροντας μας πραγματικά γεγονότα της εποχής και αλήθειες για τους ήρωες, που δεν τους επιτρέπεται να μοιραστούν μεταξύ τους.

Σκηνοθεσία: Σταύρος Στάγκος
Δραματουργία – συγγραφική ομάδα (αλφαβητικά): Αλέξης Αλάτσης, Νατάσα Φαίη Κοσμίδου, Έρση Νιαώτη, Σταύρος Στάγκος
Μουσική: Σαβίνα Γιαννάτου
Ηθοποιοί (αλφαβητικά): Σοφίνα Λαζαράκη, Γιάννης Μπουραζάνας, Μάρω Παπαδοπούλου, Μαρία Παπαφωτίου, Τάσος Σωτηράκης, Γιάννης Τσότσος

Θέατρο OLVIO: Ιεράς Οδού 67 & Φαλαισίας 7, Αθήνα

Φωτογραφίες συνέντευξης: Ελένη Αϊβαλη