Οι σεναριακές ανατροπές του φινάλε είναι ο λόγος που φτιάχτηκε το σινεμά, τέτοια σαγήνη ασκούν στο κοινό στέλνοντας τις ταινίες που τις κάνουν καλά στην ανθολογία της έβδομης τέχνης.
Υπάρχουν βέβαια και φινάλε που δεν κάνουν ακριβώς αυτό. Δεν είναι σώνει και καλά τα χειρότερα τέλη που μπορείς να δεις, είναι απλώς πως μοιάζουν άσχετα και ξεκάρφωτα, λες και θέλησε ο σεναριογράφος να τελειώσει το φιλμ μια ώρα αρχύτερα!
Και το έκανε χωρίς να νοιάζεται για αληθοφάνειες και λογικές συνάφειες, σαν το μόνο που τον ένοιαζε ήταν να βάλει μια καλή τρικλοποδιά στο κοινό και να φύγει. Μόνο που συνήθως πέφτει ο ίδιος κάτω, όποιος πάει να κοροϊδέψει τον κόσμο.
Η πιο γνώριμη συνταγή είναι αυτό το «ήταν όλα ένα όνειρο» του φινάλε. Γιατί να δεις μια ολόκληρη ταινία δηλαδή αν είναι όλα ένα ψέμα; Άλλοτε πάλι είναι η ισοπεδωτική λογική του «ήταν τελικά αυτός από την αρχή», όπου «αυτός» κάποιος που δεν είχε σχέση με την όλη πλοκή. Μια φτηνή έκπληξη που χαλάει τη σούπα.
Από παράλογες συνέπειες που δεν εδράζονται πουθενά στο φιλμ και εξηγήσεις που δεν έρχονται ποτέ μέχρι και κατάφωρες ψευτιές, ιδού μια σειρά από τέλη που δεν έβγαζαν κανένα νόημα. Για κανέναν.
Όχι, για τον «Τιτανικό» (1997) και το χειρότερο τέλος όλων των εποχών με την πόρτα δεν θα πούμε! Μια πόρτα που θα μπορούσε να τους χωρέσει και τους δυο τους, κι όμως ο Τζέιμς Κάμερον πήγε να μας πείσει πως ο ένας έπρεπε σώνει και καλά να πεθάνει.
Αν πρέπει να το πούμε μιας και συζητάμε για τέλη ταινιών, το άρθρο περιέχει αναγκαστικά spoilers…
Ως η ταινία που θα ήθελε αναμφίβολα η Τζούλιαν Μουρ να σβήσει από την καριέρα της της, το «The Forgotten» ξεκινά ως ένα πολλά υποσχόμενο παραψυχολογικό θρίλερ για να καταλήξει σε μοχθηρούς εξωγήινους! Το δράμα μιας μάνας που χάνει το παιδί της και όλοι προσπαθούν να την πείσουν πως οι μνήμες της είναι πλασματικές μετατρέπεται δηλαδή σε επεισόδιο «X-Files»!
Ένα από τα μεγάλα φιάσκα του Χόλιγουντ ξεκινά ως κάτι πρωτότυπο και δυνατό και μετατρέπεται γοργά σε ολοκληρωτική καταστροφή. Την οποία θα έσωζε υποτίθεται ο από μηχανής θεός που ακούει στο όνομα εξωγήινοι. Η αμερικανική ταινία του Τζόζεφ Ρούμπεν με τους πράκτορες που κυνηγούν τη δύστυχη μάνα μεταμορφώνεται από στιβαρό θρίλερ σε καρικατούρα με πειράματα εξωγήινων και υποκείμενα τους γήινους. Όσες φορές κι αν το πεις δεν χάνει την αξία του: εξωγήινοι σε αστυνομικό θρίλερ!
Είναι γεγονός ότι όταν ο Τιμ Μπάρτον φαντάστηκε εκ νέου τον φοβερό και τρομερό «Πλανήτη των πιθήκων», στην έκτη του παρουσία στο σελιλόιντ το 2001, έψαχνε σίγουρα να διαφοροποιήσει το τέλος από την πρώτη και καλύτερη εκδοχή του 1968 με τον Τσάρλτον Ίστον. Ποιος θα ήθελε να ξαναδεί άλλωστε το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά;
Μόνο που το τέλος που αποπειράθηκε να δημιουργήσει με την αντικατάσταση του μνημείου του Λίνκολν με εκείνο του κακού πιθηκόμορφου ηγέτη General Thade είναι εντελώς ξεκάρφωτο! Δεν μας λέει ποτέ τι συνέβη σε εκείνο το ταξίδι του Captain Leo Davidson πίσω στον χρόνο και πώς έφτασαν τελικά οι πίθηκοι να κυριαρχήσουν στη Γη κατά το παρελθόν.
Ακόμα και ο Τιμ Ροθ, που έπαιξε τον στρατηγό, υποθέσεις έκανε όταν ήταν να ερμηνεύσει τον ρόλο ή να δώσει εξηγήσεις στους ανάστατους φαν της μυθολογίας. Τον Davidson τον συλλαμβάνει η πιθηκο-αστυνομία πριν προλάβει να τα σκεφτεί όλα αυτά και η ταινία τελειώνει! Τα κατέστρεψε όλα ο Μπάρτον με ένα τέλος που πραγματικά δεν βγάζει κανένα νόημα, εκεί μάλιστα που το πρωτότυπο του 1968 συνεχίζει να έχει ένα από τα καλύτερα τέλη-ανατροπές του σινεμά…
Πιστεύοντας ότι φτάνει προφανώς να βάλεις στην ταινία σου τον Ρόμπερτ Πάτινσον στα φόρτε του για να σημειώσεις επιτυχία, ο Άλεν Κούλτερ παραδίδει ένα φιλμ με σχηματική πλοκή για ένα απροσάρμοστο και παραβατικό αγόρι που γνωρίζει μια κοπέλα από διαλυμένη οικογένεια. Ερωτεύονται, αλλά στον δρόμο τους μπαίνουν εμπόδια τα απίστευτα ψεγάδια των χαρακτήρων, οι κλισεδούρες, οι εύκολες σεναριακές λύσεις, η υπερφορτωμένη υποκριτική και άλλα πολλά δεινά.
Κι ενώ λες απλώς πως είναι μια κακή ταινία, έρχεται το τέλος να τη στείλει στα Τάρταρα. Ένα εφηβικό ερωτικό δράμα βλέπεις ως εκείνη την ώρα που αντί να έχει το γνώριμο καλό τέλος των χολιγουντιανών ταινιών, το αγόρι καταλήγει στον 101ο όροφο ενός από τους δύο ουρανοξύστες του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου, με την ημερομηνία να γράφει στον μαυροπίνακα: Τρίτη, 11 Σεπτεμβρίου 2001!
Χαρτομάντιλα έπρεπε να μοιράζουν στην προβολή, αν και κανείς δεν έκλαψε. Γιατί κανείς δεν κατάλαβε πού κολλούσε το τρομοκρατικό χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου με την όλη πλοκή; Πουθενά, αλίμονο. Ίσως κολλούσε βέβαια μόνο με τον τίτλο, καθώς κάπως έπρεπε να δικαιολογήσουν το «Remember Me»…
Πριν πάρει τον τίτλο της μεγαλύτερης απογοήτευσης του Χόλιγουντ, ο Νάιτ Σιάμαλαν θεωρούνταν «ο επόμενος Σπίλμπεργκ» με τη φήμη που είχε αποκτήσει για τις μεγάλες ανατροπές στα φινάλε του. Μόνο που την τρίτη φορά που πήγε να το κάνει όχι μόνο απέτυχε, αλλά κατέστρεψε εντελώς και μια καλή ταινία!
Πώς αλλιώς να δεις το γεγονός ότι οι υπερεξελιγμένοι αυτοί ταξιδιώτες του Σύμπαντος είναι αλλεργικοί στο νερό; Έχουν τιθασεύσει το Υπερπέραν δηλαδή οι κακοί εξωγήινοι με τα αόρατα σκάφη αλλά δεν κατάφεραν να βρουν τρόπο να αμυνθούν απέναντι στο… νεράκι; Κι αν είναι όντως έτσι, γιατί επιλέγουν να εισβάλουν στη Γη, έναν πλανήτη που τα 3/4 της επιφάνειάς αποτελείται από νερό;
Αυτό δεν μπορείς να το φας και παρά το γεγονός ότι ο «οιωνός» λατρεύτηκε από το παγκόσμιο κοινό, το ψεγάδι κάθισε στον λαιμό όλων. Σπανίως έχει υποτιμηθεί τόσο αδιάντροπα η νοημοσύνη του κοινού, ένα σωστό σεναριακό έγκλημα που χαντάκωσε ένα κατά τα άλλα δυνατό και πολυεπίπεδο θρίλερ επιστημονικής φαντασίας…
Ναι, Νάιτ Σιάμαλαν και πάλι, ο άνθρωπος που έδειξε πως δεν μπορούσε να σηκώσει τελικά στους ώμους του την επιτυχία του εκπληκτικού τέλους της «Έκτης αίσθησής» του. Και με το «Σκοτεινό χωριό» απέδειξε περίτρανα πως είναι κατά συρροή δολοφόνος ταινιών. Ένα χωριό τρομοκρατείται λοιπόν από αφανέρωτα πλάσματα του δάσους και όλοι πρέπει να διαφυλάξουν αυτή τη μυστική συμφωνία ανθρώπων και τεράτων.
Το τέλος εδώ, αυτή «την ανατροπή του φινάλε που δεν πρέπει να αποκαλύψετε», όπως έγραφε το προωθητικό υλικό ρίχνοντας κι άλλο λάδι στη φωτιά, είναι πράγματι ένα από τα καλύτερα για να γκρινιάζεις για μια ζωή! Τι συνέβη; Το χωριό που ζει σε έναν αδιευκρίνιστο μεν χρόνο αλλά σίγουρα στα παλιά τα χρόνια (19ος αιώνας) αποδεικνύεται πως είναι στη σημερινή εποχή, με τους κατοίκους του να ζουν απλώς μέσα σε μια τεχνητά κατασκευασμένη πραγματικότητα κοινωνικού πειράματος.
«Είναι τόσο κακό», έγραφε ο μεγάλος κριτικός Ρότζερ Έμπερτ, «ώστε όταν μαθαίνουμε το μυστικό, θέλουμε να γυρίσουμε το φιλμ στην αρχή του ώστε να μην το έχουμε μάθει ποτέ αυτό το μυστικό»! Τόσο απλοϊκό και βεβιασμένο ήταν, ένα σκαλί παρακάτω κι από αυτό το «ήταν όλα ένα όνειρο». Μακάρι να ήταν εδώ. Γιατί δεν είναι παρά μια ταινία που φτιάχτηκε για την έκπληξη του φινάλε της. Μόνο που η έκπληξη ήταν κακή και αντί για κορύφωση μάς βγήκε χαντάκωμα…
Απλά απλά, καλύτερα να μην επέστρεφε ο Ίντι 19 χρόνια μετά το τέλος της τριλογίας αν ήταν να μας επιφυλάξει μια τέτοια έκπληξη. Ο διάσημος αρχαιολόγος επέστρεψε όμως πιο κουρασμένος από ποτέ και, ακόμα χειρότερα, προδομένος από ένα ανεξήγητα κακογραμμένο σενάριο που φέρνει κοντά κακούς Σοβιετικούς, Ψυχρό Πόλεμο και εξωγήινους!
Έχοντας καθιερώσει τον χώρο και τον χρόνο της μυθολογίας με τρεις ήδη χιλιοπαιγμένες και λατρεμένες ταινίες, ο Σπίλμπεργκ έπρεπε να το σκεφτεί καλύτερα πριν πει το «ναι» σε ένα σενάριο που φέρνει τον Ίντι σε άλλους κόσμους. Μοχθηροί Ρώσοι μπλέκονται εδώ με πύλες άλλων διαστάσεων συνθέτοντας έναν διασκεδαστικότατο μεν αχταρμά, αχταρμά όμως.
Θέλετε και το κερασάκι στην τούρτα του φιλμ που διέλυσε τον μύθο του Ιντιάνα Τζόουνς; Όλους αυτούς τους σεναριογράφους που άλλαξαν οι Σπίλμπεργκ και Λούκας, μεταξύ των οποίων και τον Σιάμαλαν και τον μεγάλο Φρανκ Ντάραμποντ, για να καταλήξουν σε κάποιον (David Koepp) που θα τους χάριζε τη χειρότερη αναμφίβολα εκδοχή. Και ο οποίος δικαιολογήθηκε στο τέλος πως έγραψε το σενάριο πάνω σε μια ιδέα του Τζορτζ Λούκας. Του Τζορτζ Λούκας των «Star Wars», βλέπετε πού πάει το πράγμα…