Αν κάποιος μας έλεγε ότι το sequel του «Σκαθαροζούμη», «Σκαθαροζούμης Σκαθαροζούμης», είχε κυκλοφορήσει στα 90s, δεν θα μας εξέπληττε. Και αυτό, σε αυτήν την περίπτωση, αποτελεί κομπλιμέντο.
Ζούμε σε μια εποχή γεμάτη sequels, remakes, prequels, spin-offs και κάθε λογής επανεκκινήσεις, με τα χολιγουντιανά στούντιο να εκμεταλλεύονται κάθε IP που γνώρισε κάποια επιτυχία. Αν και αυτό θα μπορούσε να σηματοδοτήσει μια «Χρυσή Εποχή» για τον κινηματογράφο, δυστυχώς συμβαίνει το αντίθετο, καθώς οι περισσότερες από αυτές τις προσπάθειες στερούνται δημιουργικότητας, εστιάζοντας κυρίως στο κέρδος.
Ο Tim Burton έχει συμβάλει σε αυτή την τάση, με την τεράστια επιτυχία του live-action remake της «Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων», που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην απόφαση της Disney να παράγει το ένα remake μετά το άλλο. Έτσι, όταν ακούμε για άλλο ένα remake μιας παλιάς αγαπημένης ταινίας, ειδικά από έναν δημιουργό που δεν έχει προσφέρει κάτι αξιοσημείωτο εδώ και χρόνια, προετοιμαζόμαστε για άλλη μια απογοήτευση.
Και όμως, αυτή τη φορά εκπλησσόμαστε ευχάριστα!
Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, ο «Σκαθαροζούμης Σκαθαροζούμης» μοιάζει να βγαίνει απευθείας μετά το πρώτο φιλμ, παρά το γεγονός ότι έχουν περάσει 36 ολόκληρα χρόνια. Αυτό οφείλεται στο ότι ο Tim Burton ακολουθεί πιστά το ύφος, τον τόνο και τον ρυθμό της αρχικής ταινίας, παραμένοντας πιστός στις ευαισθησίες της δεκαετίας του ’90, χωρίς να προσπαθεί να εντυπωσιάσει ένα νέο κοινό.
Η ταινία δεν χάνει χρόνο με περιττές επεξηγήσεις, θεωρώντας δεδομένο ότι το κοινό έχει δει την πρώτη ταινία. Παρ’ όλα αυτά, αν δεν την έχετε δει, θα κατανοήσετε τα βασικά, αλλά με τα πολλά throwbacks και τα easter eggs, η εμπειρία γίνεται ακόμα πιο απολαυστική για τους γνώστες της αρχικής ιστορίας.
Αν εξαιρέσουμε τη βραχνότερη φωνή, ο Michael Keaton μοιάζει σαν να μην έβγαλε ποτέ τη στολή του παιχνιδιάρη νεκρό βιο-εξορκιστή Beetlejuice. Η Winona Ryder, από την άλλη, δεν θυμίζει την παλιά Lydia Deetz, αλλά υπάρχει μια σεναριακή εξήγηση για την αλλαγή του χαρακτήρα της. Ωστόσο, όταν η Catherine O’Hara, ως μητριά της Lydia, εκφράζει τη νοσταλγία της για την goth teenager που τη βασάνιζε στα νιάτα της, συμμεριζόμαστε τα συναισθήματά της. Τον ρόλο της κακόκεφης έφηβης αναλαμβάνει η νέα μούσα του Tim Burton, Jenna Ortega, η οποία κάνει μια τίμια προσπάθεια, αν και δεν καταφέρνει να αναπληρώσει πλήρως το κενό. Η Catherine O’Hara φαίνεται να διασκεδάζει περισσότερο από όλους με την επιστροφή της, κάτι που φαίνεται στον τρόπο που αποδίδει τον χαρακτήρα της, πετώντας τις περισσότερες ατάκες και με τον ρόλο της να διευρύνεται αισθητά σε σχέση με την πρώτη ταινία.
Αξιοσημείωτος είναι και ο Willem Dafoe στον ρόλο του αστυνομικού/B-Movie Ηθοποιού του Κάτω Κόσμου, ενώ η Monica Bellucci και ο Danny DeVito προσφέρουν ευχάριστες παρουσίες, κάθε φορά που εμφανίζονται στην οθόνη.
Όσο για τους υπόλοιπους «κακούς» της ταινίας, η ταχύτητα της πλοκής αποτρέπει το να σπαταληθεί πολύς χρόνος στη διευθέτηση των προβλημάτων που αυτοί δημιουργούν. Αυτή η απλοϊκή επίλυση, όμως, λειτουργεί προς όφελος της ταινίας, καθώς μας επιτρέπει να περάσουμε περισσότερο χρόνο με τα στοιχεία που αγαπήσαμε στον «Σκαθαροζούμη».
Ένα μείγμα goth αισθητικής, χιουμοριστικής διάθεσης, ενδιαφέρουσας επιλογής μουσικών κομματιών, πρακτικών εφέ και νοσταλγικής ευαισθησίας. Μπορεί να μη φτάνει την αυθεντικότητα του πρώτου φιλμ, αλλά αποτελεί μια αξιοπρεπή και τίμια συνέχεια. Όπως λέει και ο Willem Dafoe, «make it look authentic», και ο Tim Burton το καταφέρνει σε ικανοποιητικό βαθμό.