Η δεύτερη παραγωγή της «Όπερας της Βαλίτσας» είναι η θρυλική όπερα «Μποέμ» του Τζάκομο Πουτσίνι. Η Μποέμ ξεκινά το ταξίδι της από την «Τεχνόπολις» του Δήμου Αθηναίων (Αίθουσα «Άγγελος Σικελιανός», Κτίριο («Δ4»), Πειραιώς 100, Γκάζι), όπου και θα παρουσιάζεται έως τις 27 Μαρτίου. Η υπόθεση αφορά τον έρωτα ανάμεσα στον ποιητή Ροντόλφο και στη ράφτρα Μιμή, από τη στιγμή που συναντιούνται έως το θάνατο της κοπέλας από φυματίωση.
Η «Όπερα της Βαλίτσας» εντάσσεται στο πρόγραμμα «Πολιτιστικές δράσεις στην Αθήνα» που οργανώνει η Εθνική Λυρική σκηνή με τη συνεργασία του Υπουργείου Πολιτισμού & Τουρισμού και του Δήμου Αθηναίων.
Το πρόγραμμα «Όπερα της Βαλίτσας» παρουσιάζει διάσημες όπερες, με μια διαφορετική ματιά σε χώρους απρόσμενους. Η «Όπερα της Βαλίτσας» είναι ευέλικτη, δεν κάνει εκπτώσεις στην ποιότητα και ταξιδεύει την τέχνη της όπερας σε ένα ευρύτερο κοινό. Σε χώρους μη αναμενόμενους, όπως πνευματικά κέντρα και μουσεία, δημοφιλείς όπερες ξεδιπλώνουν τον μύθο τους, με ένα πιάνο αντί για ορχήστρα και με σκηνικά που μπορούν να χωρέσουν… σε μια βαλίτσα.
Με τους εξαιρετικούς τραγουδιστές της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, η «Όπερα της Βαλίτσας», βγαίνει εκτός του θεάτρου Ολύμπια και ταξιδεύει στις γειτονιές της Αθήνας με στόχο να συναντήσει και να γοητεύσει ένα νέο κοινό.
Ο Σκηνοθέτης της παράστασης, Ισίδωρος Σιδέρης σημειώνει:
Η «Όπερα της Βαλίτσας» παρουσιάζει την Μποέμ σαν μια εναλλακτική πρόταση, σε μια ευέλικτη συμπυκνωμένη παράσταση. Δεν θέλει να ανταγωνιστεί την κεντρική σκηνή της ΕΛΣ, αλλά με απλά μέσα, με την δύναμη της μουσικής και των ερμηνευτών μας, στοχεύει να πλησιάσει ένα καινούργιο κοινό και να πάει σε κάθε γειτονιά της Αθήνας.
Σαν περιοδεύων θίασος οι τραγουδιστές ανεβαίνουν με τις Βαλίτσες τους στη σκηνή και δημιουργούν τον σκηνικό χώρο όπου θα παρουσιάσουν την ζωή των μποέμ.
Κεντρικό θέμα του έργου είναι τα νιάτα. Μετά το χαρούμενο ξεκίνημα του έργου η παγωνιά ελλοχεύει παντού. Το ρίγος της παγωνιάς και του θανάτου διατρέχει όλα τα επεισόδια μέχρι να ακινητοποιηθεί στο άψυχο σώμα της Μιμής.
Μόνη ελπίδα η άνοιξη που, όμως, κάποιοι δεν θα την προλάβουν.. Η ιστορία ξεκινά παραμονή Χριστουγέννων με την γέννηση ενός έρωτα και τελειώνει με τον θάνατο του έρωτα.
Ο Έρως – Θάνατος, που στην παράσταση μας προσωποποιείται, σαν ένας άλλος μποέμ κυκλοφορεί ανάμεσα τους, ορατός από τη Μιμή, αλλά αόρατος για τους άλλους.
Είναι ένας κίνδυνος υπαρκτός τον οποίο αγνοούν. Η παρουσία Του είναι καταλυτική για την παράσταση, αφού συμμετέχει ως θιασάρχης-σκηνοθέτης που προωθεί τη δράση. Στη Μποέμ οι ερωτικές καταστάσεις είναι έντονες και οι συγκρούσεις των χαρακτήρων βίαιες.
Η ένταση της μουσικής βρίσκεται σε συνεχή διάλογο με την πυρετώδη ένταση και πυκνότητα της παράστασης. Το χιούμορ και το σασπένς αντιπαρατίθενται στο υπέροχο μελό του έργου και της μουσικής, δημιουργώντας μια σύγχρονη και άμεση παράσταση σε απόσταση αναπνοής από το κοινό.
Η Μποέμ με μια ματιά / Ο συνθέτης
Ο Τζάκομο Πουτσίνι γεννήθηκε στη Λούκκα της Τοσκάνης στις 22 Δεκεμβρίου 1858. Μέχρι σήμερα ο Πουτσίνι παραμένει ένας από τους επιτυχέστερους Ιταλούς συνθέτες όπερας, καθώς τα περισσότερα έργα του βρίσκονται σταθερά στο ρεπερτόριο των λυρικών θεάτρων του κόσμου.
Η προσωπική του γλώσσα διαμορφώθηκε με μεγάλη σαφήνεια ήδη από την τρίτη του όπερα, Μανόν Λεσκώ (1893), ενώ με τα επόμενα τρία έργα του, Μποέμ (1896), Τόσκα (1900) και Μαντάμα Μπαττερφλάι (1904), αναγνωρίστηκε ως ο σημαντικότερος διάδοχος του Τζουζέππε Βέρντι. Πέθανε το 1924, αφήνοντας ανολοκλήρωτη την τελευταία του όπερα, Τουραντότ (1926).
Το έργο «Η Μποέμ», λυρικό έργο σε τέσσερις εικόνες, βασίζεται στη νουβέλα «Σκηνές απ’ την μποέμικη ζωή» (1845/8, 1851) του Ανρύ Μυρζέρ και στο θεατρικό H μποέμικη ζωή (1849), το οποίο εμπνεύστηκε από αυτήν ο Τεοντόρ Μπαρριέρ. Το ποιητικό κείμενο είναι των Τζουζέππε Τζακόζα και Λουίτζι Ίλλικα.
Σκηνοθεσία: Ισίδωρος Σιδέρης
Σκηνικά – Κοστούμια: Γιάννης Κατρανίτσας
Μουσική διδασκαλία & συνοδεία παράστασης: Φρίξος Μόρτζος
Φωτισμοί: Νίκος Εργαζάκης