«Η Τέχνη ανθίζει συνήθως σε χαλεπούς καιρούς. Όταν υπάρχει ανάγκη διεξόδου ώστε να υπάρξει μια ανάταση ψυχής», είπε ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος στη συζήτηση που είχαμε με αφορμή την παράσταση Underground του Εμίρ Κουστουρίτσα, το οποίο ανέβηκε για δεύτερη χρονιά στο θέατρο Ακροπόλ.

«Η παράσταση έχει κρατήσει κάτι που είχε η ταινία. Έχει μια αλήθεια. Μια αλήθεια. Μιλάει για μια βαλκανική χώρα αλλά κι εμείς μια βαλκανική χώρα είμαστε. Κι εμείς μια αδύναμη χώρα είμαστε – όπως ήταν η Γιουγκοσλαβία και τώρα Σερβία, Κροατία. Χωρισμένες σε διάφορα κομμάτια της Ευρώπης», σημείωσε ο αγαπημένος ηθοποιός.

Το Undeground είναι πολλά και μιλάει για πολλά. Μέσα από τη φιλία που υπάρχει ανάμεσα σε δύο ανθρώπους και στον έρωτα των δύο για την ίδια γυναίκα, διακρίνουμε την κατάχρηση εξουσίας που μπορεί να έχει ο ένας στον άλλον και μπορούμε να παρομοιάσουμε τις αδύναμες και μικρότερες χώρες που οι μεγάλες υπερδυνάμεις μπορούν κάλλιστα να τις χειρίζονται σαν μαριονέτες. «Ο Κουστουρίτσα ουσιαστικά καυτηριάζει όλο αυτό το άδικο που υπάρχει στον κόσμο και γι’ αυτό το κάνει αναγνωρίσιμο. Μέσα από το έργο του, μέσα από την παράστασή μας, είναι αναγνωρίσιμη κάθε στιγμή και κάθε πτυχή του έργου είναι δικιά μας πτυχή», εξηγεί ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος τον οποίον συνάντησα στο Ακροπόλ.

Ακολουθεί η συνέντευξή του…

– Πόσο δύσκολο είναι και ποιες οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει ένας ηθοποιός και ένας θίασος, που καλείται να μεταφέρει στο σανίδι ένα αγαπημένο και πολυβραβευμένο έργο που έχει αφήσει τη σφραγίδα του εδώ και τρεις δεκαετίες.

Είναι και δύσκολο και υπέροχο μαζί. Ένας φανατικός θαυμαστής της ταινίας θα συνειδητοποιήσει ότι δεν είναι κινηματογράφος αυτό που κάνουμε, γιατί δεν μπορούμε να μεταφέρουμε τον κινηματογράφο στο θέατρο. Μπορούμε όμως να μεταφέρουμε την αλήθεια και την ουσία της ιστορίας.

– Έχει διαφορά η περσινή παράσταση από τη φετινή;

Κάθε παράσταση έχει διαφορά. Ποτέ δεν αναπαράγουμε ακριβώς το ίδιο πράγμα. Για έναν πολύ βασικό λόγο. Κάθε φορά είναι άλλοι θεατές. Είναι άλλη ενέργεια. Ένα πράγμα που συμβαίνει πάνω στη σκηνή και κάτω στη σκηνή. Ένα πάντρεμα αισθήσεων. Και είναι πολύ όμορφο, γιατί εμείς το εκλαμβάνουμε. Οι θεατές δεν μπορούν να μεταφράσουν κάτι. Εμείς αποκωδικοποιούμε την ενέργειά τους. Νιώθουμε αν τους αρέσει ή όχι αυτό που κάνουμε πάνω στη σκηνή.

– Ως Μάρκο, τον ρόλο που υποδύεστε, κρατάτε φοβερά και τρομερά μυστικά από τον φίλο σας. Τον αφήσατε να ζει κάτω από τη γη. Του πήρατε τη γυναίκα. Έτσι είναι οι φιλίες;

Στο έργο, ναι. Έχουν κάτι περίεργο οι Σέρβοι, οι Γιουγκοσλάβοι. Έτσι κι αλλιώς είναι μια ιδιαίτερη φυλή που μας ταιριάζει πάρα πολύ, πέρα από το ότι είναι χριστιανοί ορθόδοξοι. Έχουν μια παλικαριά και μια λεβεντιά που μας θυμίζει, αλλά έχουν και μια τρέλα που εμείς με τα χρόνια ίσως την έχουμε ξεχάσει. Τι εννοώ; Στα δύσκολα, όπως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τις δεκαετίες του ’50 και του ’60, όπου υπήρχε φτώχεια και κακουχία, υπήρχε μια γειτονιά όπου όλοι ήταν με το χαμόγελο. Υπήρχε κάτι που σίγουρα έχει χαθεί εδώ στα μέρη μας. Θέλω να το παραλληλίσω με τους ανθρώπους της Σερβίας που ζήσανε πολύ αργότερα τον πόλεμο, πέρα από τον Β’ Παγκόσμιο, τον εμφύλιο. Έχουν κάτι λεβέντικο, κάτι παλικαρίσιο. Ουσιαστικά όλα είναι μέσα στο πρόγραμμα: «Θα σε σκοτώσω, αλλά θα με καταλάβεις γιατί είμαστε φίλοι». Είναι κάτι περίεργο, κάτι τρελό.

– Στην πραγματική ζωή, αν έπρεπε να επιλέξετε, τι θα διαλέγατε; Μπλάκι ή Μάρκο; Να είστε το θύμα ή θύτης;

Δεν θα ήθελα να είμαι το θύμα, αλλά ξέρω πως έχει η ιστορία. Γι’ αυτό. Κάτω από άλλες συνθήκες μπορεί να διάλεγα τον Μπλάκι. Η αλήθεια είναι πως δεν θα ήθελα να είμαι κανένας από τους δύο, γιατί δεν νομίζω ότι θα μπορούσα να φερθώ αναλόγως. Οι πραγματικές καταστάσεις που μας συμβαίνουν στη ζωή είναι αυτές που καθορίζουν και τις πράξεις μας. Οπότε ό,τι ηρωικό και να λέμε «εγώ θα έκανα αυτό ή εγώ δεν θα έκανα αυτό», μπορεί να αλλάξει ανά πάσα στιγμή, γιατί οι συνθήκες μάς δοκιμάζουν και δείχνουν πραγματικά τι είμαστε.

– Κι αν ο Μάρκο δεν έχει φραγμούς και όρια, εσείς έχετε ξεκαθαρίσει ποια είναι τα δικά σας;

Αυτό που συμβαίνει στη ζωή είναι ένα περίεργο πινγκ πονγκ. Στη δικιά μου πορεία και τον ψυχικό μου κόσμο, περί αποφάσεων στην καριέρα ή τη ζωή, έχω περάσει από διάφορα στάδια. Στάδια του να είμαι τρομερά προσεχτικός στην αρχή. Να μην ξέρω ποτέ πραγματικά τι θέλω, αλλά ευτυχώς ξέρω πραγματικά τι δεν θέλω. Έτσι, πολύ εύκολα θα πω «όχι» αν μου προταθεί, χωρίς αυτό να σημαίνει ακριβώς τι θέλω. Ουσιαστικά τα χρόνια περνάνε και μερικές φορές εκεί που λες «δεν θα ρίξω νερό στο κρασί μου», βάζεις και νερό στο κρασί σου. Γιατί όσο περνάνε τα χρόνια δεν παίρνεις και πολύ σοβαρά την όλη κατάσταση. Δηλαδή το θέμα καριέρας, ειδικά σε αυτή τη χώρα που ζούμε, είναι και λίγο αστείο να το συζητάμε, γιατί καριέρα δεν είναι κάτι παρά μόνο οι αποφάσεις που παίρνουμε για το τι πραγματικά μας κρατάει σε μία εγρήγορση και μας κάνει να ονειρευόμαστε ακόμη. Για μένα η λέξη καριέρα, είναι κάτι τελειωμένο από νωρίς. Όταν ήμουν νεότερος, μπορεί να έλεγα «να φτιάξω μια καριέρα». Τώρα νομίζω έχω ήδη φτιάξει κάτι στο οποίο απλώς έχω αφήσει λάσκα τα σκοινιά γιατί θέλω να ακολουθώ το συναίσθημά μου. Το αν μου αρέσει. Και να μην αγωνιώ για την πιθανή αποτυχία ή επιτυχία – γιατί αυτά έτσι κι αλλιώς έρχονται από μόνα τους.

– Η επιτυχία φέρνει και την απελευθέρωση όμως.

Ναι αλλά μερικές φορές και η αποτυχία φέρνει και την απελευθέρωση. Η αποτυχία μπορεί να σε κάνει καλύτερο στη δουλειά σου. Αν συνηθίσεις στην επιτυχία, θα έρθει η αποτυχία και θα σε ρίξει στα χαμηλά. Τότε θα αναρωτηθείς «τι συμβαίνει», «τι δεν έκανα», «τι έκανα». Αυτό σε ξαναζωντανεύει.

– Ποιες είναι οι ευθύνες της Νατάλια, της γυναίκας που βρέθηκε μεταξύ των δύο αντρών.

Δεν μπορείς να τις ρίξεις πολλές ευθύνες. Νομίζω σε κανέναν από τους τρεις δεν μπορείς να ρίξεις πολλές ευθύνες.

– Τι ήταν; Το πεπρωμένο τους;

Ήταν σαν να ήταν το κάρμα τους; Υπάρχει κι αυτός ο έρωτας που τρελαίνει λίγο τους ανθρώπους.

– Ποιος είναι ο ρόλος που παίζει η μουσική σε ένα θεατρικό;

Η μουσική όταν ταιριάζει απόλυτα σε αυτό που συμβαίνει και δεν καπελώνει την ιστορία, αλλά υποβοηθά το συναίσθημα του θεατή, είναι μαγική. Είναι μια ανάταση ψυχής και για τον θεατή και για εμάς πάνω στη σκηνή. Μας κάνει να νιώθουμε πως πετάμε στον ουρανό.

«Είμαστε μόνο Βαλκάνια που θέλαμε να είμαστε πιο Ευρωπαίοι»

– Μπορεί να ανήκουμε εις την Δύση, αλλά τελικά μήπως είμαστε περισσότερο Βαλκάνιοι, παρά Ευρωπαίοι;

Νομίζω πως είμαστε μόνο Βαλκάνια που θέλαμε να είμαστε πιο Ευρωπαίοι. Να σας πω την αλήθεια, τώρα που έχουν περάσει λίγο τα χρόνια και το φιλοσοφούμε, θα ’θελα αισιόδοξα να πω ότι το καλύτερο θα ήταν να ήμασταν σαν το χωριό του Αστερίξ, το γαλατικό χωριό όπου ουσιαστικά θα παραμείνει με αυτή την τρέλα που έχει και δεν θα μπορεί να γίνει Ευρώπη, αλλά θα μπορεί να δίνει μια πινελιά ζωή που θα ζηλεύουν οι Ευρωπαίοι ή οι Αμερικάνοι. Δύσκολο γιατί σαν λαός και έχουμε στερηθεί και έχει φρενάρει την ιστορία μας η σκλαβιά τα 400 χρόνια – τα οποία για να τα διώξουμε από πάνω μας θέλει πολύ καιρό. Και θέλει μια άλλου είδους συνειδητοποίηση για να γίνουμε πιο Ευρώπη. Είμαστε πίσω από τους άλλους σε πάρα πολλά θέματα, αλλά έχουμε κάτι το οποίο νιώθω ότι δεν το έχουν οι υπόλοιποι, και μπορεί να ακουστεί σοβινιστικό, αλλά σαν λαός έχουμε ένα φιλότιμο. Έχουμε ώρες ώρες ένα πράγμα το οποίο λες «τι ωραίο που είμαστε Έλληνες». Τι θέλω να πω; Μπορεί να είμαστε σε στιγμές πολύ ηλίθιος λαός, αλλά υπάρχουν στιγμές που, όπως είχε πει και ο Ίωνας Δραγούμης, οι μεγάλες χαρές και οι μεγάλες λύπες ενώνουν τους λαούς. Και βλέπεις όταν συμβαίνει κάτι πολύ τραγικό, όχι μόνο στον δικό μας λαό αλλά και σε κάποιον άλλον γειτονικό λαό ή όχι, είμαστε οι πρώτοι που εθελοντικά θα προσπαθήσουμε να βοηθήσουμε. Γιατί κάτι μας πιάνει ανθρώπινο. Αυτό δεν νομίζω πως είναι παγκόσμιο.

– Θα μας πει όμως και κάποιος πως είμαστε οι πρώτοι που θα κοιτάξουμε να βγάλουμε το μάτι του γείτονα…

Σωστό κι αυτό. Όταν είμαστε στην Ελλάδα. Όταν κάποιος μεταναστεύσει, δεν του συμβαίνει αυτό. Η ιστορία του Έλληνα όταν φεύγει από την Ελλάδα είναι μαγική. Η πορεία του είναι μοναδική, γιατί θέλει να δείξει τις δυνατότητές του.

– Τι θυμάστε από τον πόλεμο που έφερε τον διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας;

Πέρα από αυτό που θυμάται όλος ο κόσμος, η πιο ωραία ανάμνηση, θα πω, ήταν όταν οι πρώτες μου ξαδέλφες, μεγαλύτερες από μένα, φιλοξενούσαν παιδιά από τη Σερβία ώστε να μην ζουν τον πόλεμο. Και εδώ πάμε στην κουβέντα που σας έλεγα πως, όταν συμβαίνει κάτι τραγικό στον δίπλα, έχουμε πολύ καλά ανθρώπινα αντανακλαστικά.

«Με νοιάζει οι συνεπιβάτες να είναι ευτυχισμένοι που ήταν μαζί με μένα στην ίδια διαδρομή»

– Πιστεύετε στους νέους;

Αν δεν πίστευα στους νέους, θα περίμενα τη συντέλεια του κόσμου.

– Τους δίνετε χώρο;

Όσο μπορώ κι όσο καταλαβαίνω ότι χρειάζονται από μένα να τους δώσω χώρο, θα δώσω. Επειδή έχω ζήσει να μου δίνουν χώρο, δεν νιώθω ότι έχω αυτή την καρέκλα, σε αυτή τη σκηνή, σε αυτό το θέατρο και θα είμαι για μια ζωή εδώ. Είμαι ένας επιβάτης ενός τρένου που λέγεται θέατρο ή τέχνη και θα κάνω κι εγώ τη διαδρομή, αλλά κάποια στιγμή θα κατέβω από αυτό το βαγόνι, από αυτό το τρένο. Αυτό που με νοιάζει είναι οι συνεπιβάτες να είναι ευτυχισμένοι που ήταν μαζί με μένα στην ίδια διαδρομή.

– Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια χώρα, όπως είπαμε και παραπάνω, και θα ήθελα να σας ρωτήσω αν ανήκετε σε εκείνους που ζουν περισσότερο με τη νοσταλγία για το χθες, αφήνοντας ουσιαστικά τις τωρινές στιγμές να περνούν και να χάνονται.

Όχι γιατί δεν προλαβαίνω να γυρίσω πίσω. Νομίζω ότι αυτή είναι μια «πάθηση» κάθε ανθρώπου όταν μεγαλώνει. Αλλά δεν πιστεύω ότι ήταν καλύτερα. Είναι άλλες οι δυνατότητες, άλλες οι καταστάσεις σε κάθε εποχή. Δεν νιώθω ότι οι νεότερες γενιές έχουν χάσει κάτι. Μπορεί να χάνουν τον δρόμο τους, αλλά όλες οι γενιές, όταν είμαστε σε μια ηλικία, τον έχουμε λίγο χαμένο τον δρόμο μας, γιατί δεν ξέρουμε ποιος είναι. Ξέρω ότι ο δρόμος αυτός θα βρεθεί. Σε όποια ηλικία κι αν είναι, σε όποια γενιά.

– Έννοιες όπως Κεντρώος, Αριστερός, Δεξιός έχουν την ίδια δυναμική και την ίδια ετυμολογική υπόσταση, όπως ήταν τη δεκαετία του ’80; Και πώς θα είναι τα επόμενα χρόνια;

Δεν μπορώ να φανατιστώ με καμία ιδεολογία πέρα από αυτή που έχω υιοθετήσει μετά από τόσα χρόνια και είναι μέσα από τον τρόπο ζωής μου να κάνω καλύτερα τα πράγματα για τους γύρω μου. Η ευγένειά μου και η αγάπη μου προς τους ανθρώπους είναι που μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο. Το να μιλήσουμε για ουσιαστικές ιδεολογίες που θεωρητικά είναι υπέροχες πολλές από αυτές, αν το αποκωδικοποιήσεις πάμε σε μια σκέψη ότι πραγματικά είναι το νοιάξιμο για τους ανθρώπους, πέρα από τον εαυτό μας. Αυτό περιλαμβάνει να θέλουμε να κάνουμε και τη ζωή των άλλων καλύτερη. Για μένα ένας πολιτικός θα πρέπει να γνωρίζει πως είναι ένας Δον Κιχώτης που παλεύει με ανεμόμυλους, αλλά θα πρέπει να συνεχίζει να παλεύει κι ας ξέρει ότι είναι ανεμόμυλοι.

Δείτε το βίντεο