Από τον Αύγουστο του 1979, μέχρι τον θάνατό του, τον Δεκέμβριο του ’90, οι Απροσάρμοστοι ήταν η μπάντα που συνόδευε τον Παύλο Σιδηρόπουλο. Μετά ξεκίνησαν τα ετήσια live στη μνήμη του. Από το Ροντέο, στο Κύτταρο. Όταν σταμάτησε να υπάρχει το συγκρότημα με τον Παύλο, ο Κυριάκος Δαρίβας, ο ντράμερ των Απροσάρμοστων, έστησε τη «Γιορτή για τον Παύλο».

«Δεν μπορούσα να το αφήσω έτσι αυτό. Κάτι έπρεπε να γίνει», λέει στο Newsbeast ο έμπειρος μουσικός. «Ξυπνάω και κοιμάμαι με τον Παύλο κάθε μέρα. Με τη θύμησή του. Με το έργο του και όλα όσα έχουν γίνει. Κάθε μέρα. Δεν υπάρχει μέρα που να μην τον σκεφτώ». Έτσι στήθηκε αυτή η παράσταση – με τη συγκεκριμένη παρέα. «Η ζωή κάτι μου χρώσταγε και μου το έδωσε απλόχερα. Είναι κάτι τελείως καρμικό», μου είπε ο Κ. Δαρίβας στη συνάντηση που είχαμε λίγες ώρες πριν βγει η μουσική παρέα στο Θέατρο Βράχων για τη συναυλία του Σαββάτου 28 Σεπτεμβρίου.

«Ο Παύλος έχει πεθάνει 34 χρόνια πίσω και μιλάμε σαν να μην έχει φύγει ποτέ», λέει ο Κυριάκος Δαρίβας

– Αν μπορούσε ο Παύλος να οργανώσει τη γιορτή του, θα άλλαζε κάτι ή θα τα κρατούσε όπως τα έχεις φτιάξει;

Πιστεύω το δεύτερο – με το σκεπτικό πως ό,τι κάνω, το κάνω μπαίνοντας στο μυαλό του Παύλου. Δεν υπάρχει Κυριάκος σε όλο αυτό. Απαντάω στις ερωτήσεις: «Ποιον θα ήθελε ο Παύλος να τραγουδήσει; Αυτόν», «Πώς θα ήθελε ο Παύλος να τραγουδήσει; Έτσι», «Πώς θα ήθελε ο Παύλος να στηθεί στη σκηνή; Έτσι». Είναι λιγάκι περιοριστικό όλο αυτό, αλλά είπα στον εαυτό μου πως δεν θα κάνω διασκευή στο έργο του Παύλου. Θα προσπαθήσουμε να παίξουμε και να είμαστε όσο πιο κοντά γίνεται στην ατμόσφαιρα των Απροσάρμοστων.

– Έχουν περάσει 34 χρόνια και, όπως μιλάμε τα πρώτα 5-6 λεπτά, είναι λες και ό,τι συνέβη διαδραματίστηκε πριν από λίγους μήνες.

Έχει πεθάνει 34 χρόνια πίσω και μιλάμε σαν να μην έχει φύγει ποτέ. Έτσι ακριβώς γίνεται. Στα live, η πρώτη σειρά είναι γεμάτη με νέα παιδιά. Είναι γεμάτη από 14χρονους. Συνεχίζει 34 χρόνια ο πιτσιρικάς να είναι εκεί. Στην πρώτη γραμμή. Δεν είναι ο ίδιος πιτσιρικάς, όμως. Είναι η νέα γενιά που πάντα ανανεώνεται.

– Πού οφείλεται αυτό;

Στη στάση της ζωής του. Στις αλήθειες που τραγούδησε ο Παύλος, αλλά και στον τρόπο που τις τραγούδησε. Τη γλώσσα που χρησιμοποίησε. Όλοι ξέρουμε να πούμε για την αγάπη, την αδικία, τις διακρίσεις. Αλλά ο Παύλος χρησιμοποίησε εκτός από τη φωνή του όλο το μουσικό λεξιλόγιο που μπορεί να φανταστεί κανείς και ταίριαξε όλες αυτές τις σκέψεις που δεν γίνεται να τις προσπεράσεις. Στην Αποκάλυψη, που έχει γραφτεί το 1986, περιγράφει τη σημερινή κατάσταση. Τι γίνεται στον κόσμο, τι γίνεται στην Ελλάδα. Διαβάστε τους στίχους.

– Φοβόταν ο Παύλος να μην πεθάνει ή δεν τον ενδιέφερε;

Υπάρχει άνθρωπος να μην φοβάται τον θάνατο;

– Σας έλεγε πως θέλει να καθαρίσει;

Πολλές φορές. Και πολλές φορές, επίσης, ερχόταν στην πρόβα ξυρισμένος, σενιαρισμένος. Τον έβλεπες και έλαμπε. Με μια χαρά που προερχόταν από τη φράση «καθάρισα». Καθάριζε για μερικές ημέρες, για μία εβδομάδα.

Ο Κυριάκος Δαρίβας σε μια ροκ συζήτηση με τον Βίκτωρα Μοντζέλλι λίγο πριν τη «Γιορτή για τον Παύλο»

– Θα σ’ το ρωτήσω αλλιώς. Ένιωθε πως είναι άτρωτος;

Ναι, ναι. Κι εδώ έρχομαι σε αντίθεση με τον Αλέκο που λέει ότι ο Παύλος αυτοκτόνησε. Ο Παύλος που γνώρισα εγώ δεν θα το έκανε. Όχι. Ένας άνθρωπος που θέλει να αυτοκτονήσει, δεν παίρνει παρέα άλλον έναν ώστε να είναι μαζί σε ένα σπίτι. Πάει μόνος του και το κάνει. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι ήθελε να αυτοκτονήσει. Αγαπούσε τη ζωή. Όταν γνωρίσαμε τον Παύλο, ήμασταν 19,5 χρονών κι αυτός 32. Μετά από δύο μήνες που κατάλαβα τι παίζει, έλεγα μέσα μου πως είναι υπόθεση πέντε λεπτών; Πέντε ημερών; Πέντε εβδομάδων; Πέντε μηνών; Τελικά ήταν υπόθεση δέκα χρόνων. Δεν ήξερες πότε θα φύγει. Του πήρε δέκα χρόνια και για εμάς ήταν δέκα χρόνια αξέχαστα.

– Όταν ο Παύλος έφυγε, μεγάλωσε ο μύθος του; Εννοώ, μήπως απογειώθηκε η συμβολή του στο ελληνικό ροκ, επειδή το έργο σας συνδέθηκε με τον χαμό του;

Βέβαια, αλλά αυτό δεν γίνεται πάντα;

– Πιστεύεις πως πήρε κάτι παραπάνω από αυτό που του αναλογούσε;

Πήρε. Σαφώς πήρε. Το πολύ απλό που λέω παντού είναι την εποχή που το Ρόδον ήταν στα ντουζένια του, δεν ήθελε να ακούει Παύλο. Λες και όλοι όσοι πέρασαν από τη σκηνή του ήταν «καθαροί» και ο Παύλος είχε το θέμα του. Πεθαίνει ο Παύλος και μετά παίξαμε σαν Απροσάρμοστοι τέσσερις φορές στο Ρόδον. Πού ήταν αυτοί οι άνθρωποι τόσα χρόνια; Δεν τον έβλεπαν; Δεν τον άκουγαν; Πέθανε ο Σιδηρόπουλος και τον πήραν και τον έκαναν συναυλία.

– Τι ξεχωριστό κάνατε μουσικά εκείνη την εποχή που δεν έκανε κάποιο άλλο συγκρότημα; Τι νέο φέρατε μαζί με τον Σιδηρόπουλο στο ελληνικό ροκ;

Το ξεχωριστό ήταν ο Παύλος. Μουσική και στίχοι δικοί του – αυτό είχε γίνει και με τον Φλου, με τους Σπυριδούλα που ήταν τομή. Μετά μπήκε στα βαθιά με τον Εν λευκώ. Το ξεχωριστό τότε, κρίνοντας από τον εαυτό μου, δεν μπορούσαμε να το δούμε. Όπως γίνεται συνήθως. Όταν είσαι μικρός σε ηλικία, δεν καταλαβαίνεις τι γίνεται εκείνη τη στιγμή. Δεν καταλαβαίναμε το μεγαλείο του πράγματος, το μεγαλείο των στιγμών. Δουλεύαμε πολύ. Πρόβες ατελείωτες. Το Welcome to the show το παίζαμε για έναν μήνα. Μόνο αυτό. Τίποτα άλλο. Έτσι βγήκε ό,τι βγήκε.

«Ο Παύλος είχε και κακές στιγμές, αλλά ήταν αυτό που βλέπαμε»

– Και ο Σιδηρόπουλος δεν το καταλάβαινε;

Ο Παύλος ήταν σε ηλικία που το καταλάβαινε. Εισέπραξε αυτό που είχε δημιουργήσει. Είχε πολύ κόσμο που τον αγαπούσε. Στα live γινόταν χαμός. Υπήρχαν, βέβαια, και live που ήταν χάλια και δεν γινόταν χαμός. Θυμάμαι σε συναυλία στο Άλσος της Νέας Σμύρνης, μπροστά σε 2.000 κόσμο, δεν μπορούσε να τραγουδήσει από ούζο. Είχε και κακές στιγμές.

– Ήταν ο Σιδηρόπουλος αυτό που έβγαζε; Μποέμ, επαναστάτης, περιθωριακός;

Σαφώς. Ήταν αυτό που βλέπαμε. Δεν ήταν το παιδί του συστήματος. Δεν ήταν το καλό παιδί. Δεν ήταν κακός, αλλά δεν είχε καθωσπρεπισμό. Και για να τελειώσει αυτό το παραμύθι, αυτό το αστείο, με παίρνουν τηλέφωνο και με ρωτούν για τον Μπάμπη τον Φλου αν ήταν αυτός ο μοναχός που λεγόταν. Το είχα συζητήσει και με τον Τόλη τον Μαστρόκαλο, πως σε αυτό το τραγούδι περιγράφει απόλυτα τον εαυτό του ο Παύλος. Έτσι ήταν. Είχε φτιάξει έναν χαρακτήρα βάσει των δικών του θέλω.

– Νιώθατε πως ήσασταν στη σκιά του;

Όχι. Καθόλου. Ξέραμε και βλέπαμε από τις αντιδράσεις του κόσμου πως αυτός είναι όλη η ιστορία. Στην αρχή επενέβαινε στα παιξίματά μας κατά 80%. Όσο περνούσε ο χρόνος, εξελισσόμασταν και φτάσαμε στο σημείο να μην χρειάζονται οδηγίες. Μπαίναμε στο στούντιο και παίζαμε. Μας εμπιστεύτηκε το έργο του με κλειστά μάτια. Είχε καταλάβει πως είχε μια καλή μπάντα. Και το πιο σημαντικό, προς το τέλος του, είναι το εξής: Λίγο πριν πεθάνει μας είχε πει, κι αυτό ας κάτσει ο καθένας να αναλογιστεί τι έχουν κάνει άλλοι σε μεγάλα γκρουπ, πως «θέλω να βγαίνουμε σαν Απροσάρμοστοι. Όχι ο Παύλος Σιδηρόπουλος και οι Απροσάρμοστοι».

– Πώς κυλούσε η ζωή για την μπάντα τη δεκαετία του ’80;

Εμάς μας βρήκε ως γκρουπ ο Παύλος. Ένας κοινός γνωστός, όταν έμαθε ότι ο Παύλος ψάχνει για γκρουπ, με τους Σπυριδούλα τελείωσε πολύ γρήγορα η συνεργασία, του πρότεινε να μας δει. Παίζαμε τότε στο Κουκάκι. Ήρθε, μας άκουσε και με τη μία είπε: «Εδώ είμαι». Εγώ δούλευα στην Τράπεζα της Ελλάδος και έπρεπε να συνδυάζω δουλειά, σπίτι, παιδί, συγκρότημα. Όταν είσαι όμως νέος, δεν σε νοιάζουν όλα αυτά. Περίμενα πότε θα έχουμε το επόμενο live. Πήγαινα τελευταίος στη συναυλία και έφευγα πρώτος, γιατί την επόμενη μέρα έπρεπε να πάω στη δουλειά. Έχασα ένα μεγάλο κομμάτι από το πριν και το μετά των συναυλιών.

– Βγάζατε χρήματα;

Όχι, όχι. Αστεία πράγματα.

Με τον Παύλο Σιδηρόπουλος, το ελληνόφωνο ροκ απέκτησε ταυτότητα – όπως σημειώνει ο έμπειρος μουσικός Κ. Δαρίβας

– Ποια γκρουπ καθόρισαν το ελληνικό ροκ;

Οι Socrates, σαφώς, με τον αγγλικό στίχο. Μπορώ λίγο να βάλω τους Πελόμα Μποκιού. Έκανε μια τομή ο «Πουλίκας» με το Μεταφορές ο Μήτσος. Η μεγάλη τομή ήταν με τον Φλου. Το ελληνόφωνο ροκ απέκτησε ταυτότητα. Στο Εν λευκώ το ’81 που μίλησε ο Παύλος για τα ναρκωτικά – και δεν ξέρω αν έχει μιλήσει μέχρι σήμερα κάποιος έτσι. Σαφώς Τρύπες. Έβαλαν το ροκ στα μεγάλα στάδια, όπως είχε πει και ο ίδιος ο Αγγελάκας, αλλά όμως δεν ήταν δίκαιο. Είχε μπει και πριν από αυτούς. Θυμάμαι συναυλία το ’89 που παίζουμε Τρύπες και Παύλος στο Πεδίο του Άρεως και είχε 15.000. Το έβαλαν άλλοι. Με τις Τρύπες έγινε πιο mainstream το ροκ. Μετά τις Τρύπες, με εξαίρεση τα Μωρά στη φωτιά δεν έχω δει κάτι τόσο μεγάλο και σε διάρκεια και σε ποιότητα.

– Νιώθεις πως η στάση ζωής που είχατε τότε, η μουσική που παίζατε, οι στίχοι που τραγουδούσατε, αυτά που ευαγγελιζόσασταν τότε, ήρθε η ίδια η πραγματικότητα και τα ακύρωσε; Ήταν όλα μάταια;

Φοβερή ερώτηση. Τι να σου πω τώρα. Και είμαι από τη φύση μου αισιόδοξος. Όλα αυτά που τραγουδούσε ο Παύλος, όλη αυτή η αγωνία πάνω στο πάλκο. Οι συγκρούσεις μέσα μας, οι ανησυχίες για το πού πάει το πράγμα. Ε, δεν έχει πάει πουθενά. Δεν έχει γίνει τίποτα.

– Ποιοι φταίνε; Εσείς; Όσοι ήταν τότε κάτω από τη σκηνή; Οι γενιές που ακολούθησαν;

Αυτό γίνεται και σήμερα. Το ίδιο πράγμα ακριβώς. Ατέρμονο. Γιατί να μιλήσουμε. Για την παιδεία; Τα δικαιώματα; Τα βήματα είναι τόσο μηδαμινά που για μένα δεν υπάρχουν. Και έχουμε δοκιμάσει τα πάντα. Έχουμε δοκιμάσει τον ευγενικό λόγο του Παύλου, την καταγγελία αλλά με μια ωραία φρασεολογία. Έχουμε δοκιμάσει και το σήμερα που βγαίνουν και τραγουδάνε «μπάσταρδοι», βρίζουν τα θεία. Έγινε τίποτα; Άλλαξε κάτι;

– Μάταια;

Βαριά κουβέντα αλλά αληθινή.

– Από την άλλη, δεν είναι ωραίο που εσείς ζήσατε τότε με αυτή τη φλόγα μέσα σας – ακόμη κι αν δεν μετουσιώθηκε σε κάτι άλλο;

Μα δεν γινόταν να μην το περάσουμε. Πίστευα, όπως και όλοι συνομήλικοι, ότι θα αλλάξουμε τον κόσμο. Το πίστευα.

«Δεν υπάρχει το “εμείς ήμασταν καλύτεροι, ομορφότεροι και σωστότεροι”. Είναι μεγάλο ψέμα»

– Σήμερα; Το πιστεύουν;

Οι πιτσιρικάδες; Ναι, το πιστεύουν. Η καταγγελία υπάρχει ακόμη. Είναι εκεί. Εκφράζεται με άλλον τρόπο, με άλλη προσέγγιση, αλλά είναι εκεί. Υπάρχει. Χιλιάδες νεαροί που τρέχουν στα χιπ χοπ, γιατί εκεί γίνεται τώρα το παιχνίδι, γιατί πηγαίνουν; Συντάσσονται με αυτά που λέει ο τραγουδιστής. Θέλουν να πολεμήσουν για ένα καλύτερο αύριο. Σαφώς και το πιστεύουν.

– Εσύ σε ποια κατηγορία ανήκεις: Μένεις στο παρελθόν και στα ωραία χρόνια που έζησες ή βιώνεις το σήμερα με την ίδια ένταση;

Ανήκω σε αυτούς που λένε πως κάθε εποχή έχει τα ωραία της και τα άσχημά της. Δεν υπάρχει το «εμείς ήμασταν καλύτεροι, ομορφότεροι και σωστότεροι». Είναι μεγάλο ψέμα. Απλά κάναμε τα πράγματα διαφορετικά. Αλλιώς ήταν οι κοινωνίες τότε. Ο «εχθρός» είναι ο ίδιος. Αλλά έχει αλλάξει κι αυτός. Αλλάξαμε εμείς, άλλαξε κι αυτός. Προσαρμόστηκε για να μην μπορείς να τον νικήσεις. Έγινε πιο δύσκολος. Πιο δυνατός.

– Οι ευθύνες της Αριστεράς για αυτό που συζητάμε τώρα, ποιες είναι;

Αν έχει ευθύνες; Έχει. Η Αριστερά με έχει απογοητεύσει πάρα πολύ. Οι άλλοι είναι συνεπείς στην ασυνέπειά τους. Κάνουν αυτό που είναι και δεν παρεκκλίνουν σε δέκα κομμάτια. Λυπάμαι που το λέω, αλλά έχει καταντήσει ανέκδοτο.

– Τι να περιμένουν οι φαν;

Ποια είναι η ηδονή του μουσικού; Να δει τον άλλον από κάτω να χτυπιέται με το τραγούδι σου. Να τραγουδήσει τους στίχους σου. Αυτό θα ζήσουμε το Σάββατο το βράδυ. Θα είναι ένα τρίωρο live που θα λιώσουν παπούτσια. Τέτοιος συνδυασμός μουσικών; Η «Γιορτή για τον Παύλο» είναι η πιο αυθεντική παρέα που παίζει Παύλο. Από κάθε άποψη. Έχει σημασία το αυθεντική. Επέλεξα να πάρω ανθρώπους που ήταν κοντά στον Παύλο. Να βγαίνει το συναίσθημα και κυρίως η ατμόσφαιρα. Τον ξέρουν τον Παύλο, είναι κοινωνοί του. Ο Βασίλης Σπυρόπουλος, ο Στέλιος Σαλβαδόρ, ο Frank Panx από τους Panx Romana, ο Αλέξανδρος ο Δάικος και ο Κύριος Κάππα, ο Γιώργος Λαγγουρέτος. Ούτε παραγγελία να τους είχα κάνει δεν θα μου είχε κάτσει τόσο καλά. Γι’ αυτό σου είπα πως η ζωή μού το πρόσφερε απλόχερα. Έχω στο μυαλό μου από αυτήν την παράσταση να περάσουν και άλλοι. Έχω δεχτεί πολλά τηλεφωνήματα, από πολλούς καλλιτέχνες, για να συμμετάσχουν. Θέλουν όλοι να τραγουδήσουν Παύλο. Από τον μικρότερο, μέχρι τον μεγαλύτερο. Σκέφτομαι στο μέλλον να ανοίξει η παρέα.

– Αν μπορούσες να πεις στον Παύλο κάτι και να σε ακούσει, τι θα του έλεγες;

Κατέβα κάτω, τώρα κιόλας. Για πάντα.

Πρίγκιπας;

Τον έχουν χαρακτηρίσει έτσι. Για εμάς είναι ο Παύλος. Προσοχή, δεν είναι ο «Παυλάκης», όπως κάποιοι τον έχουν πει. Είναι ο Παύλος. Ο Παύλος ήταν ένα τεράστιο χαμόγελο και μια τεράστια αγκαλιά για όλους. Ένας ευγενικός και σπάνιος άνθρωπος. Και μοιραζόταν τα πάντα.