Η περίπτωση του «Sound of Freedom: Η Μελωδία της Ελευθερίας», που έκανε πρεμιέρα την Πέμπτη (18/1) στους ελληνικούς κινηματογράφους, αποτελεί, θα λέγαμε, case study. Η ταινία που καταπιάνεται με το παιδικό τράφικινγκ, το οποίο έχει πάρει -δυστυχώς- τη μορφή μάστιγας, δέχεται από τον Τύπο μια λυσσαλέα επίθεση και την ίδια στιγμή ένα πρωτοφανές κύμα αγάπης από το κοινό.
Οι κριτικοί στέλνουν το «Sound of Freedom: Η Μελωδία της Ελευθερίας» στο πυρ το εξώτερον και όχι για λόγους κινηματογραφικούς (γιατί, εδώ που τα λέμε, δεν είναι και το αριστούργημα), αλλά πολιτικούς. Η ταινία έχει συνδεθεί με το περίφημο κίνημα συνωμοσιολογίας QAnon, και ακροδεξιές θεωρίες, που συνδέουν το παιδικό τράφικινγκ με την αμερικανική ελίτ και γενικότερα έχει συνδεθεί με τον Τραμπισμό.
Κι ενώ ο σκηνοθέτης, Αλεχάντρο Μοντεβέρδε, θα έπρεπε κανονικά να απολαμβάνει την πρωτοφανή επιτυχία της ταινίας του, την οποία μέχρι στιγμής έχουν παρακολουθήσει περισσότεροι από 40 εκατ. άνθρωποι σε όλο τον κόσμο κι έχει φτάσει στα 250 εκατ. εισπράξεις στο box office (ενώ κόστισε μόλις 14,5 εκατ. δολάρια), βρίσκεται στη δυσάρεστη θέση να αμύνεται και καμιά φορά να προσπαθεί να εξηγήσει ότι… δεν είναι ελέφαντας.
Αυτό έκανε και στη διάρκεια της συνέντευξής του στο Newsbeast.gr, όπου μας εξομολογήθηκε πως για τον ίδιο αποτέλεσε «ένα ισχυρό σοκ» η επίθεση που δέχτηκε από μια μεγάλη μερίδα του αμερικανικού Τύπου, όταν η ταινία του έκανε πρεμιέρα το περασμένο καλοκαίρι.
Δεν έχω ιδέα πώς ξεκίνησε όλο αυτό
Ο Αλεχάντρο Μοντεβέρδε προσπαθεί μέχρι σήμερα κι ο ίδιος να καταλάβει πώς ξεκίνησε όλο αυτό και γιατί συνδέθηκε το «Sound of Freedom: Η Μελωδία της Ελευθερίας» με ακροδεξιές θεωρίες συνομωσίας. «Δεν έχω ιδέα, δεν ξέρω πώς προέκυψε. Σχεδόν 50 εκατομμύρια άνθρωποι είδαν την ταινία (στο σινεμά και σε streaming). Ανήκουν όλοι αυτοί σε μια ομάδα που προωθεί τις θεωρίες συνομωσίας;», μας λέει.
Η αλήθεια είναι πως για την ταινία μπορείς να έχεις πολλές ενστάσεις – για την άνευρη πλοκή ή ακόμα και για κάποιες ατάκες που ακούγονται σε αυτήν, τύπου: «Εμείς, τα παιδιά του Θεού, δεν είμαστε προς πώληση» -, αλλά δεν αναφέρεται στο QAnon και τις θεωρίες του ούτε στο ελάχιστο.
Ωστόσο, τα περισσότερα δημοσιεύματα στοχεύουν στον πρωταγωνιστή, Τζιμ Καβίζελ, τον οποίο γνωρίσαμε στα «Πάθη του Χριστού» του Μελ Γκίμπσον. Ο ηθοποιός δεν έχει κρύψει τις πολιτικές του πεποιθήσεις, είναι συντηρητικός, ενώ πριν δύο χρόνια είχε παρευρεθεί σε μια εκδήλωση του κινήματος QAnon στο Λας Βέγκας, όπου είχε βγάλει μέχρι και λόγο. Μάλιστα, μαζί με τον Τιμ Μπάλαρντ, του οποίου την αληθινή ιστορία διηγείται η ταινία, ήταν στην πριβέ πρεμιέρα του έργου, που έκανε ο πρώην πρόεδρος της Αμερικής, Ντόναλντ Τραμπ, στην έπαυλή του. Επίσης, κυρίως στα social media έχει υποστηρίξει διάφορες, απίστευτες ακροδεξιές θεωρίες συνομωσίας.
Οι αποστάσεις από το το QAnon και η στήριξη στον Καβίζελ
Είναι, λοιπόν, οι προσωπικές απόψεις του πρωταγωνιστή αρκετές, για να πέσει το “ανάθεμα” σε μια ολόκληρη παραγωγή; Ο Αλεχάντρο Μοντεβέρδε παίρνει τις αποστάσεις του από το QAnon κίνημα και όλες τις ακραίες απόψεις και θεωρίες που κυκλοφορούν, δείχνοντας, όμως, τη στήριξή του στον Καβίζελ.
«Σε μία ταινία υπάρχουν πολλοί ηθοποιοί, με διαφορετικές απόψεις και πεποιθήσεις. Γιατί δεν έχει γίνει το ίδιο και με άλλες ταινίες; Δεν προσλαμβάνω έναν ηθοποιό, σύμφωνα με τις πολιτικές του πεποιθήσεις, αλλά αν είναι καλός ηθοποιός. Δεν με ενδιαφέρει τι πιστεύει πολιτικά ή στην προσωπική του ζωή, αλλά αν θα είναι καλός και μπορεί να ανταποκριθεί στον ρόλο του. Ταινία γυρίζουμε. Δηλαδή άμα πηγαίνεις σε ένα εστιατόριο, ρωτάς τους σερβιτόρους τι ψηφίζουν;», μας λέει και υπερθεματίζει:
«Για να δανειστώ και τον τίτλο της ταινίας: έχουμε ελευθερία, μπορεί κανείς να πιστεύει ό,τι θέλει ελεύθερα. Αυτή είναι η δύναμη της ελευθερίας. Ακόμα και σε μία οικογένεια, υπάρχουν διαφορετικά πιστεύω ανάμεσα στα μέλη. Δεν μπορούμε να έχουμε όλοι τις ίδιες απόψεις. Προσλαμβάνω πολύ κόσμο σε μια ταινία… Δεν ρωτάω ποτέ κανέναν με όσους συνεργάζομαι τι ψηφίζουν. Δε με αφορά αυτό».
«Ο Τζιμ Καβίζελ είναι ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς και τα media δεν είναι ευγενικά μαζί του. Ως σκηνοθέτης μου αρέσει να δουλεύω με καλούς ηθοποιούς. Ο Τζιμ ερχόταν κάθε ημέρα στα γυρίσματα, ήταν ευγενικός, τυπικός, έδινε και την ψυχή του για τον ρόλο. Τον σέβομαι κι έφερε τον ρόλο του εις πέρας», μας αποκαλύπτει.
Συνεχίζοντας τη στήριξη στον πρωταγωνιστή του, ο οποίος στην ταινία είναι καλός, λέει: «Δεν τον γνώριζα πριν την ταινία. Δεν ήμασταν φίλοι. Είναι πολύ καλός επαγγελματίας, άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι έχει συνεργαστεί με σπουδαίους σκηνοθέτες. Θα ήθελα να συνεργαστώ ξανά μαζί του. Οι απόψεις που έχει αφορούν τον ίδιο. Δεν είναι δουλειά μου και δεν είναι δουλειά κανενός τι κάνει ο άλλος στην προσωπική του ζωή ή στον ελεύθερο χρόνο του».
Οι δυσκολίες για να γυρίσει την ταινία
Το στόρι είναι βασισμένο στην αληθινή ιστορία του Τιμ Μπάλαρντ, ενός πρώην πράκτορα της CIA, που έφτασε στα άκρα, για να σώσει μία ομάδα παιδιών, που είχαν πέσει θύματα απαγωγής από κυκλώματα σωματεμπορίας και σεξουαλικής εκμετάλλευσης. Ο Αλεχάντρο Μοντεβέρντε, όπως μας εξηγεί, δε γνώριζε πολλά για τη μάστιγα της σωματεμπορίας ανηλίκων, μέχρι που το 2015 είδε ένα ρεπορτάζ για το θέμα.
«Mε συντάραξαν (σ.σ. όσα είδα), δεν πίστευα ότι πραγματικά συμβαίνουν. Όλα όσα έβλεπα μου ράγισαν την καρδιά. Και τότε είπα πως έπρεπε να κάνω κάτι, να γυρίσω μία ταινία για το θέμα. Όταν ξεκίνησα να γράφω το σενάριο, συνάντησα τον Τιμ Μπάλαρντ, ο οποίος μου διηγήθηκε την ιστορία του», μας λέει.
Κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα, όμως, δεν ήταν εύκολα. Από την αρχή το «Sound of Freedom: Η Μελωδία της Ελευθερίας» βρέθηκε αντιμέτωπο με πολλές δυσκολίες. «Ήταν δύσκολο να κινηματογραφήσω την ταινία. Εκτός από το ίδιο το θέμα για τη σωματεμπορία παιδιών, ήταν δύσκολο επίσης το ότι η ταινία ήταν ανεξάρτητη και δεν υπήρχαν οικονομικοί πόροι. Ήταν δύσκολο να βρούμε χρήματα και μετά ήρθαν όλες αυτές οι διαφορετικές απόψεις και η επίθεση από τον Τύπο». εξηγεί στο Newsbeast.gr ο Αλεχάντρο Μοντεβέρδε.
Να εξηγήσουμε εδώ πως η ταινία είχε ολοκληρώσει τα γυρίσματα από το 2018 και είχε κλείσει συμφωνία με το λατινοαμερικανικό τμήμα της 20th Century Fox για τη διανομή. Όταν το στούντιο προσχώρησε στη Disney, η συμφωνία πάγωσε και οι παραγωγοί αγόρασαν πίσω τα δικαιώματα. Τότε, την ανέλαβε η μικρή Angel Studios, με την ταινία να βγαίνει τελικά το καλοκαίρι του 2023.
Μάλιστα, όπως μας λέει με νόημα ο Αλεχάντρο Μοντεβέρδε, η ταινία γυρίστηκε πριν ξεσπάσει το κίνημα QAnon τον Οκτώβριο του 2017.
Ήθελε η ταινία του να ενώσει τον κόσμο
Όπως μας εξηγεί στη συνέχεια ο σκηνοθέτης, από όταν άρχισε να γράφει το σενάριο, αυτό που επιθυμούσε ήταν η ταινία του να ενώσει όλο τον κόσμο. Εξάλλου, πραγματεύεται ένα πολύ σοβαρό θέμα, τη σωματεμπορία ανηλίκων, που ο ίδιος δεν μπορούσε να φανταστεί ότι στο τέλος θα λειτουργούσε διχαστικά.
«Όταν με συνέδεσαν αρχικά με το QAnon, πληγώθηκα πολύ. Στη συνέχεια, όμως, όταν ο κόσμος είδε την ταινία και διαπίστωσε πως δεν υπήρχαν πουθενά όλες αυτές οι θεωρίες και ότι η επίθεση που δεχτήκαμε ήταν άδικη, με υπερασπίστηκαν στα social media. Και αυτό με συγκίνησε», τονίζει.
«Δεν κάνω ταινίες, για να τις υπερασπίζομαι από επιθέσεις, αλλά για να τις δείχνω στον κόσμο. Είμαι χαρούμενος κι ευγνώμων, που ο κόσμος αγκάλιασε την ταινία και που την υπερασπίζεται ο ίδιος», μας λέει.
Όπως εξηγεί στη συνέχεια, αν και για τον ίδιο αποτελεί μυστήριο πώς προέκυψε όλη η σύνδεση με τις θεωρίες συνομωσίας, θεωρεί πως αυτή είναι μόνο αμερικανική πραγματικότητα, άρα και για εσωτερική κατανάλωση.
«Ας πούμε, για παράδειγμα, στην Ελλάδα δε θα ενδιαφερθούν για το τι γράφουν στον Τύπο στην Αμερική. Ίσως και να μην καταλαβαίνουν την πραγματικότητα της Αμερικής και αυτό που συμβαίνει. Ο κόσμος πηγαίνει να δει την ταινία για το θέμα και κάνει focus σε αυτό, την παιδική κακοποίηση κι εκμετάλλευση, που δυστυχώς είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο», μας λέει.
Όσο για το ποιες ήταν οι πιο δύσκολες σκηνές στην ταινία, όπως μας εξήγησε, όλες όσες είχαν να κάνουν με τα παιδιά, τα οποία δε γνώριζαν ολόκληρο το θέμα της ταινίας, αλλά ένα μέρος της. Προσπάθησαν να τα προστατεύσουν, πράγμα δύσκολο, καθώς θέλει ειδικό χειρισμό στη διάρκεια των γυρισμάτων.
Πληροφορίες ταινίας
Ένας πρώην κυβερνητικός πράκτορας αναλαμβάνει μία εξαιρετικά επικίνδυνη αποστολή, για να σώσει δεκάδες παιδιά από κυκλώματα σωματεμπορίας και σεξουαλικής εκμετάλλευσης.
Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Alejandro Moneverde
Σενάριο: Rod Barr, Alejandro Moneverde
Ηθοποιοί: Jim Caviezel, Mira Sorvino, Bill Camp, José Zúñiga, Eduardo Verástegui
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Gorka Gomez Andreu
Μουσική: Javier Navarrete