«Από Έρωτα» επιστρέφει στην μεγάλη οθόνη ο Θοδωρής Αθερίδης, ως σκηνοθέτης στην ομώνυμη κινηματογραφική δουλειά την πρεμιέρα της οποίας θα παρακολουθήσουμε την Τρίτη 25/11/2014. Ο έρωτας άλλωστε, όπως δηλώνει στο newsbeast.gr, παίζει ολιστικό ρόλο στη ζωή του και είναι εκείνος που ωθεί κάθε του κίνηση με στόχο να τον εκφράσει.
Συνέντευξη στη Νίκη Παπάζογλου
Το σενάριο της νέας ταινίας, τη διασκευή του οποίου έχει πραγματοποιήσει ο ίδιος, είναι βασισμένο στο πρώτο του θεατρικό έργο. Πρωταγωνιστές της ερωτικής, γεμάτης ανατροπές και απρόοπτα, ιστορίας που μας αφηγείται η ταινία, η Σμαράγδα Καρύδη, η Παναγιώτα Βλαντή και ο ίδιος. Μαζί τους θα δούμε επίσης τον Γιώργο Χρυστοστόμου, τον Γιάννο Περλέγκα, τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη καθώς και τη Μάρθα Καραγιάννη.
– Τι θα συμβεί από έρωτα στην νέα σας ταινία;
Από έρωτα θα ζήσουμε το δίλλημα μεταξύ φαντασιακού και πραγματικού που αντιμετωπίζει ο Αντώνης, ο πρωταγωνιστής της ταινίας. Ουσιαστικά θα παρακολουθήσουμε την ιστορία ενός πυροσβέστη που ζει στον Πειραιά, ο οποίος δύο μέρες πριν τον επικείμενο γάμο του με την νοσηλεύτρια Νατάσσα, που ενσαρκώνει η Παναγιώτα Βλαντή, συναντά αιφνίδια την Άννα, μια δημοσιογράφο με την οποία είχε μια παλαιότερη ερωτική ιστορία. Ο Αντώνης είχε σώσει την Άννα όταν είχαν πάρει φωτιά τα γραφεία της εφημερίδας που δούλευε και ανάμεσά τους γεννήθηκε ένας μεγάλος έρωτας που τελείωσε για κάποιον απροσδιόριστο λόγο.
Την δεύτερη φορά που συναντιούνται, όταν η Άννα τον επισκέπτεται στο σπίτι του, λίγο προτού παντρευτεί, ο παλιός αυτός έρωτας αναζωπυρώνεται και από εκεί ξεκινάει ένα μυστήριο του οποίου το τέλος δεν μπορώ να αποκαλύψω.
Ουσιαστικά αυτός ο ισχυρός έρωτας ο οποίος δεν μπόρεσε να διαρκέσει στο χρόνο τώρα ζητά μια δεύτερη ευκαιρία. Αλλά και πάλι υπάρχουν εμπόδια που πρέπει να προσπελαστούν, μυστήρια που πρέπει να λυθούν.
Αν και στην ταινία δεν μπαίνει θέμα επιλογής, η κατάληξη δηλαδή δεν κεντράρει εκεί, παρόλα αυτά η δίκαιη τάξη πραγμάτων αποκαθίσταται στα μάτια του θεατή και συναισθηματικά και ηθικά.
– Μέχρι στιγμής κάνατε λόγο για ψήγματα μυστηρίου, κωμωδίας και πολύ συναίσθημα. Σε ποιο είδος κατατάσσετε την ταινία;
Ουσιαστικά είναι μια ερωτική ιστορία, πολύ συγκινητική, με κωμικές ανάσες. Βέβαια αν έπρεπε να την κατατάξουμε σε μια συγκεκριμένη κατηγορία θα κάναμε λόγο για ένα κοινωνικό, αισθηματικό έργο.
– Η ταινία περιγράφει ένα ιδιαίτερο ερωτικό τρίγωνο. Αφορμή για τη συγγραφή του σεναρίου υπήρξε κάποια προσωπική εμπειρία, ένα παρόμοιο ερωτικό τρίγωνο στο οποίο είχατε εμπλακεί κάποια στιγμή;
Τα πάντα είναι προσωπικές εμπειρίες. Βέβαια βλεποντας κανείς την ταινία καταλαβαίνει πως οι αναλογίες δεν υπήρξαν έτσι όπως αναπαριστούνται. Αν και δεν μπορώ να πω λεπτομέρειες για να μην αποκαλύψω κάποια πράγματα από την ταινία, στην ουσία πρόκειται για αποτίμηση του τρόπου με τον οποίο έχουμε ερωτευτεί ή και του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβάνεται κανείς τον έρωτα.
– Έχετε βρεθεί σε παρόμοιο δίλλημα σαν αυτό που ζει ο πυροσβέστης στην ταινία;
Όλη μας η ζωή είναι διλληματική. Διαρκώς εμπλεκόμαστε σε διλλήματα, Αν δεχτούμε τον τρόπο που ξεχωρίζει στην ψηφιακή εποχή μας, αυτό το barcode που από δύο ψηφία αποκαλύπτονται εκατομμύρια συνδυασμοί, έτσι και μέσα από διαρκή διλλήματα αποκαλύπτονται εκατομμύρια επιλογές και εκατομμύρια προορισμοί. Με ρωτήσατε αν έχω βρεθεί σε διλλήματα, μονίμως βρίσκομαι σε διλλήματα, καθημερινά. Και σε ερωτικά διλλήματα έχω βρεθεί, όχι φυσικά καθημερινά.
– Ο έρωτας τι ρόλο παίζει στη ζωή σας κι από έρωτα τι θα μπορούσατε να κάνετε;
Νομίζω παίζει ολιστικό ρόλο. Οι περισσότερες επιλογές της ζωής μου, ήταν αποκύημα ερώτων. Τα πάντα. Ακόμα και η επιλογή της υποκριτικής, στην ουσία ήταν αποτέλεσμα έρωτα, υπό την έννοια ότι ήταν ο τρόπος τον οποίο επέλεξα να μιλήσω γι’ αυτό.
Πιστεύω ότι ο έρωτας σχετίζεται στην ουσία με το θρησκευτικό αίσθημα που έχουμε. Είναι μεταφυσικός ο έρωτας. Μέσα από αυτόν αναζητούμε μια ολοκλήρωση, μια ένωση, να καλύψουμε κάποιο κενό. Είναι προγραμματισμένος στις προδιαγραφές του ανθρώπου, είναι στη φύση του, στο DNA του, αυτός ο τρόπος με τον οποίο θα αναπαράγεται και θα μαθαίνει ταυτόχρονα. Είναι αναπηρία να μην έχεις ερωτευτεί ποτέ, όπως αντίστοιχα και το να ερωτεύεσαι πολύ συχνά.
– Στη ζωή δηλαδή συναντά κανείς έναν μόνο μεγάλο έρωτα, ερωτεύεται μια και καλή;
Είναι εξοντωτικό συναίσθημα ο έρωτας. Μπορεί σε κάποιον βέβαια να αρέσει το παιχνίδι, το φλερτ, η γοητεία, να καλύπτει τον ναρκισσισμό του, όμως το να ερωτεύεσαι συχνά είναι ίσως ένας αυτισμός. Για μένα ερωτεύομαι σημαίνει ότι κάποια στιγμή μαθαίνω τόσο πολύ τον άλλον ώστε αποκτά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κι εγώ παίρνω το προσωπικότερο αποτύπωμα του. Αν σκεφτείς αυτό καταλαβαίνεις πως δεν μπορεί να συμβαίνει κάθε τόσο. Μετά γίνεσαι καραγκιόζης. Στη διάρκεια της ζωής του ο άνθρωπος άντε να ερωτευτεί 4 φορές, κι αυτές είναι υπέρ αρκετές. Στα 4 στάδια της ζωής του, την παιδική, την εφηβική, την νεανική και την ώριμη του ηλικία, κάθε φορά δηλαδή που αλλάζει το προφίλ του κάθε ανθρώπου, είτε το ορμονικό είτε της προσωπικότητας, δικαιούται να ερωτευτεί. Αν είσαι ο ίδιος άνθρωπος, χωρίς τις αλλαγές που πραγματοποιούνται σε διάφορους σταθμούς της ζωής σου, και ερωτεύεσαι διαφορετικούς ανθρώπους δεν έχουν νόημα και οι έρωτες αυτοί. Άρα κατά συνέπεια όταν αλλάζεις εσύ τότε αλλάζει και ο τρόπος με τον οποίο ερωτεύεσαι.
– Ο ήρωας δίνει μια μάχη ανάμεσα στο «θέλω» και στο «πρέπει»; Στη δική σας ζωή ποιο υπερισχύει;
Όχι, δεν είναι μια μάχη ανάμεσα στο πρέπει και στο θέλω, είναι μια μάχη ανάμεσα στο πραγματικό και στο φαντασιακό. Κι αυτή η μάχη ανάμεσα στο πραγματικό και στο φαντασιακό νομίζω πως είναι η μόνη πραγματική μάχη που δίνει ο καθένας από εμάς. Καθημερινά, κάθε άνθρωπος δίνει τέτοιου είδους μάχες ανάμεσα στις πραγματικές συνθήκες στις οποίες ζει και στις φαντασιακές τις οποίες σχεδιάζει. Κάθε μελλοντικό σχέδιο το οποίο δεν έχει πραγματοποιηθεί ακόμα, ανήκει στη σφαίρα του φαντασιακού, άρα η μάχη για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι μια μάχη ανάμεσα στο πραγματικό και στο φαντασιακό. Να σας φέρω ένα απλό παράδειγμα, τη στιγμή που ένας μαθητής λέει πως όταν μεγαλώσει θέλει να γίνει γιατρός, εκείνη τη στιγμή ξεκινάει μια μάχη, με την εκπαίδευση, με την παιδεία, με ό,τι μπορούν να τον οδηγήσει στην εκπλήρωση αυτού του στόχου, αφού δεν είναι γιατρός στην πραγματικότητα. Κάπως έτσι λειτουργεί, από την πιο απλή διαδικασία μέχρι τον ερωτικό τομέα. Ειδικά σε αυτόν, φαντασιωνόμαστε πως μας βλέπει ο άλλος ,πως μας αγαπάει, όλα αυτά είναι στο φαντασιακό μας το οποίο αντιμάχεται το πραγματικό. Είναι μια μόνιμη αντιπαράθεση μεταξύ πραγματικού και ιδεατού.
– Σ’ αυτή την αντιπαράθεση υπερισχύει κάτι από τα δύο;
Συνήθως υπερισχύει το φαντασιακό. Και στον ήρωα και σε εμένα και σε όλους μας νομίζω. Αν μετρήσουμε τα δευτερόλεπτα μιας μέρας, από τα 86.400 δευτερόλεπτα που έχει τα 69.000 χιλιάδες, δηλαδή σχεδόν το 80%, μας απασχολεί το φαντασιακό μας κι όχι το πραγματικό μας. Τα σχέδια που κάνουμε, η προσπάθεια για να τα επιτύχουμε, αυτό που θα θέλαμε να γίνει. Αυτή είναι και η μεγαλύτερη αναπηρία του ανθρώπου. Τα ζώα ζουν το παρόν, ο άνθρωπος δεν μπορεί να το κάνει αυτό. Σκεφτείτε πως εσάς μπορεί να σας φτιάξει από το πρωί το κέφι, μόνο και μόνο επειδή το βράδυ, δηλαδή σε μια μελλοντική στιγμή, σας περιμένει μια συνάντηση με ένα πρόσωπο το οποίο σας ενδιαφέρει. Η προσμονή και μόνο αυτής της συνάντησης φτιάχνει και το παρόν σας. Πρόκειται για ένα παράλληλο σύμπαν του πραγματικού και του φαντασιακού.
– Μέσα από την εμπειρία της σκηνοθεσίας έχει διαφοροποιηθεί καθόλου η υποκριτική σας τέχνη;
Πιστεύω πως προχωράει, όχι με ταχύρυθμα βήματα, αλλά προχωράει. Έχω την αυτοεκτίμηση και την πίστη πως είμαι καλύτερος σκηνοθέτης από ότι ήμουν πριν δέκα χρόνια, και στο θέατρο και στον κινηματογράφο κι αυτό γιατί είμαι καλός αναγνώστης και ψύχραιμος μεταφραστής των μηνυμάτων που δέχομαι. Παραδέχομαι δηλαδή που δεν έχω κάνει καλά κάποια πράγματα, ποιοι είναι καλύτεροι από μένα και ποιοι δεν είναι. Είμαι λίγο ψυχρός σε αυτόν τον τομέα και νομίζω πως αυτό με έχει κάνει να γίνω καλύτερος. Δεν το κάνω ούτε από σεμνότητα ούτε από ταπεινότητα. Το κάνω επειδή είναι ο δρόμος που θα με κάνει εμένα καλύτερο. Για το «συμφεράκι» μου δηλαδή το κάνω.
– Δύο τρίπτυχα υπάρχουν στην ζωή σας μέχρι στιγμής «συγγραφή, σκηνοθεσία και υποκριτική και «θέατρο τηλεόραση και κινηματογράφος». Σε κάθε ένα από αυτά υπάρχει κάτι που υπερισχύει, κάτι που ξεχωρίζει;
Όχι, είναι όλα ένα πακέτο είναι για εμένα. Το βλέπω πλέον σαν μια δουλειά. Φυσικά και ξέρω τις διαφορές τους, πως είναι τρεις δουλειές, αλλά για εμένα είναι μια. Είναι σαν να ρωτάτε έναν αθλητή αν θα γυμνάσει μπράτσα, μπούτια ή κοιλιά; Η απάντηση σίγουρα θα είναι «θέλω όλο το σώμα μου γυμνασμένο».
– Κάποιο μελλοντικό στοίχημα;
Δεν βάζω στοιχήματα, φαντασιώνω κι άλλες ταινίες, φαντασιώνω να μεγαλώσω το διάστημα που αυτή η δουλειά θα με γοητεύει και δεν θα πάθω κάποια μελαγχολία ώστε να μην έχω όρεξη να δουλέψω.
– Θεωρείτε πως είναι εύκολο στις μέρες μας να επιτευχθεί αυτό; Να πετύχει δηλαδή κανείς το να γοητεύεται από την δουλειά του αποφεύγοντας την μελαγχολία;
Όχι εύκολο δεν είναι, αλλά δεν είναι και δύσκολο. Θέλει διαρκώς μια εγρήγορση στο να διαβάζεις με πιο ανοιχτό μυαλό, συναισθηματικά, και κυρίως να κωδικοποιείς το ό,τι συμβαίνει. Η μάχη ουσιαστικά νομίζω πως είναι να μπορείς να υπάρχεις μέσα στα πράγματα, χωρίς να σε καταβάλλουν ούτε αυτά ούτε ο εγωισμός σου.