Πριν λίγες ημέρες είχαμε παρουσιάσει την ναυαρχίδα των SUV της Volkswagen, το νέο Touareg, που ήδη ξεκίνησε την εμπορική του καριέρα στην Ελλάδα, στοχεύοντας ένα μερίδιο της τάξης του 15% από τις περίπου 400 μονάδες που είναι το σύνολο των πωλήσεων της κατηγορίας όπου ανήκει.
Η συνέχεια μας βρήκε στο Casa Al Mare, στο Λαγονήσι, στην πρώην βίλλα του Αριστοτέλη Ωνάση, όπου η ελληνική αντιπροσωπεία μας έδειξε από κοντά το νέο εμβληματικό μοντέλο της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας, που είναι χτισμένο πάνω στην MLB πλατφόρμα του group (όπως και το Porsche Cayenne), στην οποία βασίζονται τα μοντέλα με διαμήκη τοποθέτηση κινητήρα/κιβωτίου.
Στην διάρκεια της παρουσίασης, είχαμε την ευκαιρία να οδηγήσουμε (τόσο στην παραλιακή, όσο και στους στενούς «φιδίσιους» δρόμους της περιοχής), την έκδοση με τον 3λιτρο V6 πετρελαιοκινητήρα των 286 ίππων με τα 600Nm ροπής και το 8άρι αυτόματο κιβώτιο, με paddles (μοχλοί αλλαγής ταχυτήτων) στο τιμόνι.
Το επιβλητικό αμάξωμα με βάρος 1995 κιλά, επιταχύνεται από στάση στα 100 χιλιόμετρα μέσα σε 6,1 δεύτερα και καταλήγει στην τελική των 235 χλμ/ώρα, ή 238 χλμ/ώρα στην περίπτωση που είναι εφοδιασμένο με αερανάρτηση, όπως αυτό που οδηγήσαμε. Όμως, παρά τις εντυπωσιακές επιδόσεις, η μέση κατανάλωση (όπως ισχυρίζεται ο κατασκευαστής) δεν ξεπερνά τα 6,9 λίτρα/100 χλμ, ενώ οι εκπομπές ρύπων φτάνουν τα 182 γρ/χλμ. Στην πράξη πάντως, η κατανάλωση της σύντομης δοκιμής μας κυμάνθηκε στα 10,5 λίτρα, τιμή μακριά από αυτήν του κατασκευαστή, αλλά ταυτόχρονα ιδιαίτερα χαμηλή για την κατηγορία και τις δυνατότητες του μοντέλου.
Στην ψηλή θέση οδήγησης, αρχικά εντυπωσιάζεσαι από το Innovision Cockpit, ένα συνδυασμό πλήρως ψηφιακού πίνακα οργάνων (οθόνη 12΄΄) με το σύστημα infotainment Discover Premium (οθόνη 15΄΄), το οποίο προσφέρει όλες τις λειτουργίες πληροφόρησης, επικοινωνίας και χειρισμού, καταργώντας ουσιαστικά τα συμβατικά πλήκτρα και τους διακόπτες. Με το Innovision Cockpit ο οδηγός, ελέγχει και χειρίζεται τα πάντα διαισθητικά, έχοντας ταυτόχρονα μεγάλες δυνατότητες εξατομίκευσης, ενώ την ίδια στιγμή νομίζει ότι οδηγεί σε ένα πλήρες simulator.
Κατά τα λοιπά, το εσωτερικό εντυπωσιάζει με τους άφθονους και έξυπνα διαρρυθμισμένους χώρους, την ποιότητα υλικών και φινιρίσματος και μικρές χρηστικές λεπτομέρειες όπως τα διπλά αλεξήλια.
Το μικρό σχετικά τιμόνι, είναι γρήγορο και απολύτως σαφές παρά τον όγκο και το βάρος του αμαξώματος, ενώ η ποιότητα κύλισης πλησιάζει αυτή του «μαγικού χαλιού», παρά το ότι το αυτοκίνητο που οδηγήσαμε φορούσε τροχούς 21 ιντσών (!), διάσταση που δεν είναι συμβατή με τους συνήθως κακοτράχαλους ελληνικούς δρόμους.
Πλέον αυτού η ηχομόνωση πρέπει να είναι σε επίπεδα στούντιο εγγραφής ποιοτικής μουσικής, καθώς το dieselοδίαιτο «τέρας» των 286 ίππων, δεν κατάφερνε να γίνει αντιληπτό στην καμπίνα, ακόμα και όταν βάλαμε το πόδι στο πάτωμα προκειμένου να καλύψουμε τον χαμένο χρόνο.
Την ίδια χρονική περίοδο ευρισκόμενοι στους στενούς ορεινούς δρόμους του Δήμου Θορικού, σχεδόν ξεχάσαμε πως είχαμε στα χέρια μας ένα από τα μεγαλύτερα SUV της αγοράς, αφού η συμπεριφορά του 2τονου αμαξώματος (προφανώς χάρη στην τετρακίνηση, την τετραδιεύθυνση και την αερανάρτηση) ήταν ανάλογη με ενός σπορ κουπέ μοντέλου. Κανένα απολύτως πρόβλημα στις στροφές, στο φρενάρισμα, αλλά και στις πάμπολλες ανωμαλίες της διαδρομής, ενώ ο ρυθμός θύμιζε …ράλι Παλάδιο στην περιοχή. Οι μόνες φορές που το ογκώδες Touareg στρίμωχνε τον οδηγό του, ήταν τα «θολωτά» περάσματα όπου τα γερμένα πάνω από τον δρόμο δένδρα, απειλούσαν την ογκώδη καμπίνα με σμίκρυνση…
Κάπου εκεί μας ήρθε η όρεξη για off road περιπέτεια (όπου το Touareg έχει θεωρητικά μεγάλες δυνατότητες), αλλά επειδή ο χρόνος πίεζε το μεταθέσαμε για το μέλλον, ή για το …ποτέ, καθώς τα χαμηλοπρόφιλα ελαστικά, αλλά και ο πραγματικός προορισμός των μοντέλων αυτής της κατηγορίας, είναι για πολυτελή ταξίδια επί ασφαλτόδρομων.
Στον δρόμο της επιστροφής για την βάση μας, με ταχύτητες επιπέδου πλημμελήματος στην παραλιακή και το αμάξωμα αυτόματα χαμηλωμένο από την αερανάρτηση, είχαμε την αίσθηση ότι, οδηγούμε μεγαλομεσαίο GTI, τόσο στις στροφές, όσο –κυρίως- στις απότομες αλλαγές πορείας και στα φρένα.
Εδώ να σημειώσουμε ότι, σε αυτό το επίπεδο αγοράς κρίνουμε την προαιρετική επιλογή αερανάρτησης επιβεβλημένη, καθώς αξιοποιεί πλήρως όλες τις δυνατότητες της κατασκευής και βγάζει πολλές φορές από δύσκολες θέσεις τον οδηγό.
Στην λογική αυτή παραθέτουμε δίπλα στις οδηγικές μας εντυπώσεις, την λειτουργία και τις δυνατότητες του συστήματος αερανάρτησης, που δεν βελτιώνει μόνο την άνεση, αλλά και την αεροδυναμική και τις επιδόσεις του Touareg, ειδικά σε καταστάσεις οδήγησης σε ανώμαλο έδαφος. Το νέο σύστημα αερανάρτησης ανταποκρίνεται ταχύτατα, εντελώς αθόρυβα, και παραμένει ανεπηρέαστο στις μεταβολές της εξωτερικής θερμοκρασίας και της ατμοσφαιρικής πίεσης (π.χ. σε μεγάλο υψόμετρο).
Διαθέτει σαν στάνταρ, τις επιλογές «Normal» και «Comfort». Εκτός από αυτές, υπάρχουν και τα προγράμματα ‘Off-road’ (Ανύψωση αμαξώματος κατά 25χλστ.) και ‘Special off-road’ που αυξάνει την απόσταση από το έδαφος συνολικά κατά 70χλστ. Όταν το αυτοκίνητο ξεπεράσει τα 120χλμ/ώρα, το σύστημα ανάρτησης χαμηλώνει αυτόματα το αμάξωμα κατά 15 έως 25χλστ. (επίπεδα ‘Low’), ώστε να μειωθεί η αεροδυναμική αντίσταση και να βελτιωθεί η οδική συμπεριφορά. Τέλος, προσφέρεται και η επιλογή επιπέδου ‘Loading’ (χαμήλωμα κατά 40χλστ.), που βοηθά στο φόρτωμα των αποσκευών στο πορτμπαγκάζ.
Το σύστημα αερανάρτησης βελτιστοποιεί τις παραμέτρους κίνησης εκτός δρόμου που εξαρτώνται από την ανάρτηση. Η μέγιστη ικανότητα αναρρίχησης (60%) και παράλληλης κίνησης σε πλαγιά (35 μοίρες) παραμένουν ίδιες τόσο για την συμβατική όσο και για την αερανάρτηση. Όμως, οι γωνίες προσέγγισης και απαγγίστρωσης αυξάνονται από 25 έως και 31 μοίρες, στην περίπτωση που το αυτοκίνητο είναι εφοδιασμένο με αερανάρτηση. Η γωνία ράμπας αυξάνεται και αυτή από 18,5 έως και 25 μοίρες.
Με την αερανάρτηση, αυξάνεται και η απόσταση από το έδαφος, συνεπώς και η ικανότητα διάβασης νερού και εξογκωμάτων του δρόμου (από 490 σε 570χλστ.). Τέλος, η χειροκίνητη επιλογή των επιπέδων της αερανάρτησης, γίνεται με τη βοήθεια περιστροφικού/πιεστικού διακόπτη, στην κεντρική κονσόλα.
Αυτό που δεν μπορέσαμε να διαπιστώσουμε λόγω της ώρας, ήταν οι δυνατότητες του συστήματος «Night vision» που με την βοήθεια μίας θερμικής κάμερας υπερύθρων, αναγνωρίζει την υπέρυθρη ακτινοβολία που εκπέμπεται από έναν ζωντανό οργανισμό. Κάθε άνθρωπος ή ζώο που ‘βλέπει’ η κάμερα, απεικονίζεται με χρώμα (πράσινο ή κόκκινο, ανάλογα με το βαθμό επικινδυνότητας), σε μία μαυρόασπρη οθόνη. Η εικόνα αυτή αναμεταδίδεται στην οθόνη του Digital Cockpit.
Μόλις το Night Vision εντοπίσει κίνδυνο, προειδοποιεί τον οδηγό (με οπτική ένδειξη στο Digital Cockpit και στην προαιρετική οθόνη του Head- up Display). Ταυτόχρονα, προετοιμάζει το σύστημα πέδησης και το σύστημα υποβοήθησης φρεναρίσματος για άμεση και στο μέγιστο βαθμό, επέμβαση.
Με τη βοήθεια του νέου συστήματος προβολέων LED matrix IQ.Light’, το σύστημα ανάβει στιγμιαία τους προβολείς ώστε να προειδοποιήσει τους ανθρώπους που βρίσκονται στην περιοχή κινδύνου και να βοηθήσει τον οδηγό στον εντοπισμό τους. Η λειτουργία του φωτισμού εντοπισμού προσφέρεται αποκλειστικά μαζί με το σύστημα νυχτερινής όρασης.
Σε κάθε περίπτωση, η σύντομη συμβίωση με ένα όχημα επιπέδου Touareg, δεν βοηθά στον εντοπισμό ουσιωδών μειονεκτημάτων και έτσι –προς το παρόν- θα μείνουμε μόνο στο εντυπωσιακό αμάξωμα που δεν συμβαδίζει με την σχεδόν δεκάχρονη οικονομική κρίση που μαστίζει την χώρα και όχι στην τιμή, που για την κατηγορία και την φερόμενη τεχνολογία του μοντέλου κρίνεται ικανοποιητική (ειδικά αυτή των 77.000 ευρώ για το 3λιτρο V6 diesel των 231 ίππων).
Κλείνοντας, σημειώνουμε ότι, το Touareg που οδηγήσαμε, διατίθεται στην ελληνική αγορά με πλούσιο επίπεδο βασικού εξοπλισμού, στην τιμή των 84.000 ευρώ.
Νίκος Τσάδαρης