Τα νούμερα ανησυχητικά. Ποσοστά που δεν κατεβαίνουν, αντίθετα αυξάνονται. Η σεξουαλική κακοποίηση παιδιών αποτελεί ένα θέμα που πονά και μας πονά ως ανθρώπους αλλά και ως κοινωνία. Υποθέσεις που έρχονται στο φως της δημοσιότητας αλλά και πόσες άλλες που παραμένουν «προστατευμένες» πίσω από κλειστές πόρτες και κλειστά στόματα. Ένα παιδί δίπλα μας μπορεί να υποφέρει και να ζητά βοήθεια χωρίς να μιλά.
Η σιωπή των παιδιών που έχουν πέσει θύματα σεξουαλικής κακοποίησης είναι κάτι σύνηθες. Όταν μαθαίνουμε για μια σεξουαλική κακοποίηση παιδιού, συνήθως είναι χρόνια αργότερα, όταν πια ως ενήλικες θα επισκεφτούν το γραφείο κάποιου ειδικού ψυχικής υγείας.
Άραγε φεύγουν ποτέ από το μυαλό του μικρού παιδιού αυτές οι εικόνες;
Το παιδί δεν μιλάει. Το παιδί ζει ένα σωματικό και ψυχικό τραύμα και αυτό που του συμβαίνει ξεπερνάει το κατώφλι αυτού που μπορεί να διαχειριστεί και το να μη μιλήσει είναι ένας τρόπος διαχείρισης. Νιώθει συνένοχο, βρίσκεται σε σύγχυση. Όταν η κακοποίηση συμβαίνει από άνθρωπο που αγαπά, η σιωπή συνειδητά προσφέρει προστασία στον αγαπημένο. Όταν κάποιος που ως παιδί δεχόταν τη σεξουαλική κακοποίηση από τον γονιό, γίνει μάρτυρας παρόμοιας συμπεριφοράς προς ένα άλλο παιδί, θυμάται τον τρόμο και προσπαθεί να προλάβει το δεύτερο παιδί -μάρτυρα- από το να μαρτυρήσει τον πατέρα, από το φόβο ότι θα τον σκοτώσουν.
Το παιδί ξεχνάει. Κατά την αποσύνδεση οι αναμνήσεις, οι αισθήσεις του σώματος, τα συναισθήματα, οι σκέψεις μπαίνουν σε μια κατάστασης «σίγασης», ώστε να μπορέσει το άτομο να τα αντέξει και να επιτραπεί ως ένα βαθμό μια καλή λειτουργικότητα στο παρόν.
Η φράση «Κακοποίηση παιδιού» περιλαμβάνει όλες τις μορφές βίας σε ανθρώπους μικρότερους των 18 ετών.
Πώς η κακοποίηση ενός παιδιού μπορεί να επηρεάσει τη μετέπειτα ζωή του
Η παιδική κακοποίηση αποτελεί ένα ζήτημα οι συνέπειες του οποίου έχουν διάρκεια και επηρεάζουν και τη μετέπειτα ζωή του παιδιού, μετατρέποντάς το σε έναν ενήλικα που αντιμετωπίζει δυσκολίες σε διάφορες σημαντικές πτυχές της ζωής του.
Τα παιδιά αυτά παρουσιάζουν έντονες συναισθηματικές αντιδράσεις και μεταπτώσεις. Η αργή φυσική τους ανάπτυξη επηρεάζεται θετικά όταν απομακρυνθούν από το σπίτι, όμως οι διαταραχές στο λόγο και τα προβλήματα συμπεριφοράς δεν αποκαθίστανται εύκολα. Έχει επισημανθεί ότι όσο περισσότερο το βρέφος απαντά στη συμπεριφορά της μαμάς τόσο πιο τρυφερό γίνεται το παιδί και αναπτύσσει συναισθήματα.
Όπως έχουν αποδείξει οι μελέτες, δύο είναι τα πιο σοβαρά τραυματικά βιώματα που μπορούν να συμβούν στην παιδική ηλικία. Το πρώτο αφορά την απώλεια γονιού (θάνατος) και το δεύτερο τη σεξουαλική κακοποίηση. Δυστυχώς η κακοποίηση γενικά, με τις διάφορες μορφές που μπορεί να λάβει, είναι μια πολύ συχνή μορφή τραύματος της παιδικής ηλικίας. Οποιαδήποτε μορφή κακοποίησης (λεκτική, συναισθηματική, σωματική, ιδίως σεξουαλική) μπορεί να έχει σημαντικές αρνητικές μακροπρόθεσμες επιπτώσεις σε ένα παιδί.
Οι τραυματικές εμπειρίες έχουν ισχυρή επίδραση στα παιδιά, καθώς ο εγκέφαλός τους ακόμη αναπτύσσεται και έτσι είναι πιο ευαίσθητος από τον εγκέφαλο των ενηλίκων. Ένα ψυχικό τραύμα επηρεάζει την ανάπτυξη του φλοιού του εγκεφάλου, ο οποίος με τη σειρά του επηρεάζει τα κέντρα της μάθησης, της συμπεριφοράς, της μνήμης, της συγκέντρωσης και της μελλοντικής ικανότητας να κάποιος τα συναισθήματα του και να διαχειρίζεται το στρες ως ενήλικας.
Ιδανικά όλοι μας θα έπρεπε να γεννιόμαστε μέσα σε μια οικογένεια γεμάτη στοργή και αγάπη. Οι γονείς μας θα έπρεπε να υποστηρίζουν και να αγαπούν ο ένας τον άλλο. Να υπάρχει οικονομική, κοινωνική και συναισθηματική σταθερότητα. Η οικογένειά μας να δέχεται βοήθεια από τους φίλους και τους συγγενείς σε περιπτώσεις ανάγκης. Η σταθερότητα δίνει στους γονείς την ευκαιρία να αφιερώσουν χρόνο στα παιδιά τους. Να τους δίνουν θετική και όχι αρνητική προσοχή. Να θέτουν και να διατηρούν τα όρια. Βλέπουν τις δυνάμεις και τις αδυναμίες των παιδιών τους. Οι γονείς δείχνουν στα παιδιά τον κόσμο!
Η επούλωση από τα τραύματα της παιδικής ηλικίας είναι πολύ δύσκολη – Γιατί όμως συμβαίνει αυτό;
Ένας ενήλικας και ένα παιδί αντιδρούν με διαφορετικό τρόπο σε μια τραυματική εμπειρία. Για παράδειγμα, ένας ενήλικας μετά από ένα ατύχημα με το αυτοκίνητο, θα οδηγήσει ξανά και μπορεί να επισκεφθεί το σημείο του δυστυχήματος. Η πρόθεσή του είναι να ανακτήσει τον έλεγχο αντιμετωπίζοντας τους φόβους του. Τα παιδιά είναι ευάλωτα, εξαρτώνται από τους άλλους. Όταν υποφέρουν στα χέρια των φροντιστών τους δεν μπορούν έτσι απλά να φύγουν και να πάνε κάπου αλλού να ζητήσουν την φροντίδα που έχουν ανάγκη και αξίζουν. Τραυματίζονται επανειλημμένα.
Τα παιδιά δεν μπορούν να κατανοήσουν ή να καλύψουν αυτό το κενό. Συχνά, τα παιδιά μεγαλώνουν και αυτό το κενό είναι τόσο έντονο που το σωματοποιούν, πιστεύουν ότι υπάρχει στο σώμα τους.
Το τραύμα είναι αόρατο και η επίδρασή του σε ένα παιδί είναι αόρατη. Δεν υπάρχουν πάντα εμφανή σημάδια στο σώμα του παιδιού, αλλά στην ψυχή του, τα οποία παραμένουν αν δεν αντιμετωπιστούν.
Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί το τραύμα της κακοποίησης
Η επίδραση του τραύματος της παιδικής ηλικίας μπορεί να διαρκεί και μετά την παιδική ηλικία. Ο πόνος είναι αληθινός αν ο θύτης ακολουθεί το παιδί και στην ενήλικη ζωή του. Οι ενήλικες που έχουν βιώσει την συναισθηματική παραμέληση δεν συνδέουν τα συμπτώματά τους με την εμπειρία της παραμέλησης επειδή η παραμέληση είναι έξω από την επίγνωσή τους. Δεν ήταν απλά ένα γεγονός, ήταν η ζωή τους.
Ένας κύριος μηχανισμός αντιμετώπισης που χρησιμοποιούν τα θύματα που έχουν βιώσει ένα σοβαρό τραύμα είναι η αποσύνδεση.
Η αποσύνδεση είναι ο πνευματικός διαχωρισμός από μια εμπειρία. Επειδή τα παιδιά είναι αδύναμα, δεν μπορούν να δραπετεύσουν από μια επιβλαβή κατάσταση. Για αυτό, αποσυνδέονται πνευματικά από το σώμα τους και παρατηρούν τον εαυτό τους από ένα άλλο σημείο στο δωμάτιο, συχνά το ταβάνι. Αυτή η κατάσταση αποσύνδεσης τους επιτρέπει να νιώθουν ότι το γεγονός συμβαίνει σε κάποιον άλλο. Σε αυτό το στάδιο της ζωής, οι μηχανισμοί αντιμετώπισης μπορεί να είναι προσαρμοστικοί επειδή προστατεύουν το παιδί από την ψυχική βλάβη και την αγωνία.
Η ψυχοθεραπεία δίνει στους ενήλικες την ευκαιρία να δουλέψουν τα τραύματα της παιδικής τους ηλικίας και να κατανοήσουν πως αυτά έχουν επηρεάσει την εικόνα για τον εαυτό τους και τις σχέσεις τους. Η σχέση ανάμεσα στον ψυχοθεραπευτή και στον θεραπευόμενο αποτελεί ένα πρότυπο για το πώς είναι οι στενές σχέσεις. Βοηθά το άτομο να αναγνωρίσει ότι το τραύμα δεν είναι δικό του λάθος , ώστε να μπορέσει να συγχωρήσει τον εαυτό του. Μπορεί να αντιμετωπίσει τα συναισθήματα της ντροπής, που αποτελούν εμπόδιο ανάμεσα σε αυτό και τους άλλους. Πολύ σημαντικό! -να κατανοήσει τα συναισθήματά του και να τα αποδεχτεί-. Μαθαίνει να αντικαθιστά την αυτοκριτική με την συμπόνια προς τον εαυτό. Επιτρέπει στον εαυτό του να έρθει σε επαφή με τα κομμάτια, από τα οποία είχε απομακρυνθεί.
Χρειάζεται κουράγιο. Είναι ανάγκη να μάθουμε να διαχειριζόμαστε την ένταση της εμπειρίας μας όταν μιλάμε για το παρελθόν και ζούμε στην παρούσα στιγμή. Το θάρρος θα μας ανταμείψει, καθώς θα προσπαθούμε να αποτρέψουμε την μεταβίβαση του τραύματος στα παιδιά μας.
Ας μην αφήσουμε το τραύμα να καθορίσει τη ζωή του παιδιού! Υπάρχει τρόπος να το αντιμετωπίσει!
- Η Μαρία Κολοκυθά είναι ψυχοθεραπεύτρια, σύμβουλος ψυχικής υγείας