Μια εξομολόγηση: Όταν έλαβα μια ειδοποίηση ότι ο ηθοποιός Μάθιου Πέρι πέθανε, στο μυαλό μου ήρθε αμέσως ο ιδιαίτερος ερμηνευτικός ρυθμός που ο Πέρι τελειοποίησε ως Τσάντλερ Μπινγκ, ο χαρακτήρας που ενσάρκωσε για 10 σεζόν στην κωμική σειρά του NBC «Φιλαράκια». Να τι σκέφτηκα: «Αυτό ενδεχομένως να είναι πιο λυπηρό;»

Ο Πέρι, 54 ετών, πέθανε σχεδόν ένα χρόνο μετά τη δημοσίευση του βιβλίου «Φιλαράκια, εραστές και το μεγάλο φριχτό πράγμα», ένα ασυνήθιστα ειλικρινές βιβλίο με τα απομνημονεύματα εθισμού και αποθεραπείας. Όπως εξηγούσε σε αυτό το βιβλίο, πέρασε πολλά από τα καλύτερα χρόνια της καριέρας του στην άγνοια, απόμακρος και μουδιασμένος – συνθήκες που συνήθως δεν ενθαρρύνουν την εξαιρετική υποκριτική.

Αλλά ήταν υπέροχος. Και φαινόταν λογικό, αν και κάπως αισιόδοξο, να ελπίζουμε ότι η νηφαλιότητα θα μπορούσε να τον κάνει καλύτερο, επιστρέφοντάς τον στη νευρική, ενστικτώδη λάμψη των καλύτερων χρόνων του. Αυτή η ελπίδα έχει πλέον αποκλειστεί.

Επαγγελματίας ηθοποιός από την εφηβεία του, ο Πέρι είχε εμφανιστεί σε περισσότερες από δώδεκα κωμικές σειρές πριν από τα «Φιλαράκια» το 1994. Θυμάμαι τον είχα δει για πρώτη φορά χρόνια νωρίτερα, σε ένα επεισόδιο του «Growing Pains» που προβλήθηκε στο σχολείο μου κατά τη διάρκεια μιας ειδικής συνέλευσης που είχε σκοπό να αναδείξει τους κινδύνους της οδήγησης υπό την επήρεια μέθης. Κυρίως όμως αναδείκνυε τον Πέρι και την ανήσυχη, απερίσκεπτη γοητεία του.

Το να πει κανείς ότι δεν έκανε ποτέ κάτι τόσο καλό όσο τα «Φιλαράκια», πριν ή μετά, δεν μειώνει το επίτευγμά του. Ακόμη και ανάμεσα στα ακαταμάχητα ταλέντα των συμπρωταγωνιστών του, ο Πέρι ξεχώριζε, για την ελαστική και μη επιτηδευμένη προσέγγιση της κωμωδίας, με έναν εξαιρετικό συγχρονισμό.

Αν έχετε δει αρκετά επεισόδια της σειράς, και πολύ περισσότερο εάν συγκαταλέγεστε στα πολλά εκατομμύρια θαυμαστών που γεννήθηκαν χρόνια μετά την αρχική της προβολή, θα έχετε απορροφήσει τους ρυθμούς του Τσάντλερ, τις φράσεις και εκφράσεις του, τον τρόπο που το πρόσωπό του άλλαζε σαν σπάντεξ. Είχε ταυτόχρονα μια απόλυτη δέσμευση σε αυτό που απαιτούσε η σεναριακή γραμμή, αλλά και έναν τρόπο να «ειρωνεύεται» απαλά αυτή τη γραμμή. Ο χαρακτήρας του ήταν από μόνος του το αστείο. Ο Πέρι όμως συμμετείχε στο αστείο. Υπήρχε μια «αγορίστικη» (boyishness) συμπεριφορά σε αυτόν που φαινόταν να δικαιολογεί τη χειρότερη συμπεριφορά των χαρακτήρων του, στα «Φιλαράκια» αλλά και σε μετέπειτα ρόλους.

Αυτοί οι ρόλοι δεν τον εξυπηρέτησαν ποτέ και οι σειρές στις οποίες συμμετείχε σπάνια επιβίωσαν σε δεύτερη σεζόν. Οι συμπρωταγωνιστές του βρήκαν άλλες ταινίες και σειρές για να δείξουν τα ταλέντα τους. Τα τελευταία έργα του Πέρι, παρά την εξαιρετική δουλειά στα «Studio 60 on the Sunset Strip» και «The Good Wife», ήταν σε μεγάλο βαθμό ζοφερά και τελικά ξεχασμένα. Μπορεί τελικά να είναι δύσκολο για τα αγόρια να μεγαλώσουν. Φαίνεται ότι ήταν δύσκολο και για τον Πέρι.

«Ήθελα να γίνω διάσημος τόσο πολύ», είχε πει στους New York Times το 2002. «Θέλεις την προσοχή, θέλεις τα χρήματα και θέλεις την καλύτερη θέση στο εστιατόριο. Δεν πίστευα ποτέ ποιες θα ήταν οι επιπτώσεις», ανέφερε. Αυτές οι επιπτώσεις περιελάμβαναν την ενεργοποίηση των εθισμών του και την απώλεια οποιασδήποτε ανωνυμίας. (Περιστασιακά αυτή η δημοφιλία έχει αφήσει να εννοηθεί πως αποδείχθηκε και σωτήρια. Στα απομνημονεύματά του, έγραψε πως αφότου η χρήση αναισθητικού σταμάτησε την καρδιά του, ένας εργαζόμενος στο νοσοκομείο στην Ελβετία έκανε ΚΑΡΠΑ για πέντε ολόκληρα λεπτά για να τον επαναφέρει. «Αν δεν είχα κάνει στο “Friends”, θα είχε σταματήσει στα τρία λεπτά;» διερωτήθηκε)

Οι σκοτεινές μάχες του αρχικά ήταν κοινό μυστικό. Μετά δεν ήταν καν μυστικό. (Μιλούσε ανοιχτά για αυτές, αν και αισιόδοξα, ήδη από το 2002.) Και είναι πραγματικά θαύμα που μπορούσε να αποδώσει σε τέτοιο βαθμό, εντός και εκτός αποτοξίνωσης, ακόμη και όταν διάφορα μέλη του καστ τον αντιμετώπισαν για τις καταχρήσεις του με το αλκοόλ. Φαίνεται να έχει παρουσιάσει κάποιες πτυχές στο «The End of Longing», ένα έργο που έγραψε και πρωταγωνίστησε. Ενώ ο κριτικός των New York Times ήταν ψύχραιμος στο δράμα, έγραψε ότι ο Πέρι ήταν «πραγματικά τρομακτικός όσο ένας άνθρωπος που έτρεχε στην αιθανόλη».

Μιλώντας στους New York Times πέρυσι, ο Perry παρουσίασε τη νηφαλιότητά του, που είχε κερδίσει με κόπο, ως σοβαρή, αλλά και αδύναμη. «Είναι ακόμα μια καθημερινή διαδικασία βελτίωσης», είχε πει. «Κάθε μέρα», είχε τονίσει.

Στην οθόνη μπορούσε να συγκαλύψει αυτή τη μάχη. Αυτή ήταν η ιδιοφυΐα στα «Φιλαράκια» και η ιδιοφυΐα του Πέρι, που τα έκαναν όλα να φαίνονται εύκολα . Τα «Φιλαράκια» ήταν πάντα μια φαντασίωση, ένα επιτηδευμένο όραμα της αστικής ζωής, στο οποίο οι χαρακτήρες είχαν τα κατά προσέγγιση «παλατάκια» τους και άπειρο ελεύθερο χρόνο. (Ποια ήταν τελικά η δουλειά του Τσάντλερ; Γιατί πήγαινε τόσο σπάνια εκεί;).

Όμως και πάλι, όπως συνέβη αργά το βράδυ του Σαββάτου, για ώρες βλέποντας τα «Φιλαράκια», χαλάρωσα με την κωμωδία του και τη συναρπαστική γοητεία του Πέρι. Στην οθόνη, σε εκείνο το σιντριβάνι, με μια φρικτή κοντομάνικη ζακέτα… θα πάντα εκεί για εμάς.

Σημ: Ο τίτλος του άρθρου είναι εμπνευσμένος από τους τίτλους των επεισοδίων της σειράς «Φιλαράκια» που πάντα είχαν τη μορφή «The One…» («Αυτό με…»)

  • Το άρθρο της Αλέξις Σολόσκι δημοσιεύθηκε στους New York Times