Συγκινημένοι είναι πολλοί πολίτες της Κίνας οι οποίοι μετά την άρση των μέτρων κατά του κορονοϊού μπορούν πλέον να επανενωθούν με τις οικογένειάς τους που είχαν να δουν τρία ολόκληρα χρόνια.
Η Τσου Γουένχονγκ συνήθιζε να πηγαίνει στη Σανγκάη και να επισκέπτεται τους γονείς της τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο από τότε που μετακόμισε στη Σιγκαπούρη το 1994.
Αλλά τα τελευταία τρία χρόνια δεν κατάφερε να το κάνει λόγω της πολιτικής της «μηδενικής COVID» στην Κίνα, που περιελάμβανε μαζικά τεστ PCR, εκτεταμένα lockdowns και καραντίνα για όλους όσοι έρχονταν από το εξωτερικό, συμπεριλαμβανομένων των απόδημων Κινέζων όπως η Τσου.
Η τελευταία φορά που η 54χρονη επισκέφτηκε την ιδιαίτερή της πατρίδα ήταν τον Νοέμβριο του 2019, ένα μήνα πριν εντοπιστεί το πρώτο ξέσπασμα της COVID στον κόσμο στην πόλη Ουχάν στην κεντρική Κίνα.
Αλλά τον περασμένο μήνα η Τσου αγόρασε εισιτήριο για τη Σανγκάη αφού η Κίνα ανακοίνωσε ότι θα τερματίσει την καραντίνα για όλους τους ταξιδιώτες που φθάνουν στη χώρα από τις 8 Ιανουαρίου.
«Επιτέλους, μπορώ να επιστρέψω. Περίμενα πολύ καιρό αυτή την ημέρα», δήλωσε η Τσου, μιλώντας από το σπίτι της Σιγκαπούρη αφού έφτιαξε τη βαλίτσα της την Τετάρτη, την παραμονή της πτήσης της.
Η άρση του μέτρου της καραντίνας για τις αφίξεις οδήγησε σε αύξηση τη ζήτηση για αεροπορικά εισιτήρια σε χώρες όπως η Σιγκαπούρη, που έχουν μεγάλες κοινότητες Κινέζων.
Η Τσου δήλωσε ότι πλήρωσε 2.264 δολάρια Σιγκαπούρης (περίπου 1.700 δολάρια) για εισιτήριο απλής μετάβασης στη Σιγκαπούρη, ενώ η επιστροφή τής κόστιζε περίπου 600 δολάρια Σιγκαπούρης πριν από την πανδημία.
Ωστόσο, καθώς δεν υπάρχει πλέον η υποχρέωση καραντίνας, η Τσου δηλώνει πρόθυμη να πληρώσει ένα τέτοιο ποσό για να περάσει με την οικογένειά της τις αργίες για το Νέο Σεληνιακό Έτος, που ξεκινούν στις 21 Ιανουαρίου.
Οι αργίες αυτές είναι ιδιαιτέρως σημαντικές για τις οικογένειες των Κινέζων, καθώς είναι συχνά η μοναδική ευκαιρία που έχουν μέσα στη χρονιά να επανενωθούν με τους συγγενείς τους και να περάσουν λίγο χρόνο μαζί.
Καραντίνα σε ξενοδοχείο
Η Κίνα είχε επιβάλει καραντίνα για όλους όσοι έφθαναν από το εξωτερικό από τον Μάρτιο του 2020. Το μέτρο αυτό είχε αποθαρρύνει τα επιχειρηματικά ταξίδια στην Κίνα και κράτησε οικογένειες χωριστά για χρόνια, καθώς οι ταξιδιώτες έπρεπε να παραμείνουν με δικά τους έξοδα σε δωμάτιο ξενοδοχείου για δύο με τρεις εβδομάδες.
Και ακόμα γι αυτούς που ήταν διατεθειμένοι να αντέξουν την καραντίνα σε ξενοδοχείο, συχνά δεν υπήρχαν διαθέσιμα εισιτήρια ή ήταν πολύ ακριβά καθώς το Πεκίνο μείωσε δραστικά τον αριθμό των εισερχόμενων πτήσεων σε μια προσπάθεια να αποτρέψει την είσοδο στη χώρα κρουσμάτων COVID-19.
«Η Κίνα παρέμεινε κλειστή αφού η Σιγκαπούρη άνοιξε εκ νέου, άρα για να επιστρέψουν οι ταξιδιώτες έπρεπε να κάνουν τεστ PCR, να υποβληθούν σε καραντίνα, ενώ οι τιμές των αεροπορικών εισιτηρίων εκτοξεύθηκαν. Υπήρχαν πάρα πολλά εμπόδια», δήλωσε η Τσου.
Η Τσου, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, είπε ότι της έλειψαν οι γονείς της, ο 83χρονος πατέρας της και η 78χρονη μητέρα της, και ότι ανησυχεί για την υγεία τους που εξασθενεί. Η μεγαλύτερη της επιθυμία είναι να περάσει όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο μαζί τους αυτή τη φορά.
«Δεν τους έχω δει εδώ και τρία χρόνια, και οι δύο κόλλησαν COVID και είναι αρκετά μεγάλοι. Νιώθω πραγματικά αρκετά τυχερή καθώς δεν το πέρασαν πολύ σοβαρά, αλλά η κατάσταση της υγείας τους δεν είναι πολύ καλή. Θέλω να επιστρέψω σπίτι και τους δω όσο το δυνατόν συντομότερα», είπε.
Η ίδια δήλωσε ενθουσιασμένη που επέστρεψε στην ιδιαίτερη της πατρίδα, λίγο μετά την προσγείωσή της στο αεροδρόμιο Pudong της Σανγκάης χθες. «Είμαι τόσο χαρούμενη διότι ανυπομονούσα γι’ αυτό τρία ολόκληρα χρόνια. Θέλω να δω τη μητέρα μου όσο μπορώ πιο πολύ», δήλωσε.
Η μητέρα της, η Τσάο Γιαφάνγκ, ήταν εξίσου ανακουφισμένη μετά την επανένωση με την κόρη της. «Είναι σχεδόν η ίδια όπως είναι στη βιντεοκλήση. Τώρα που την έχω μπροστά μου, η καρδιά μου ηρέμησε».