Πραγματοποιήθηκε σήμερα σε ουκρανικό δικαστήριο η προκαταρκτική ακροαματική διαδικασία της πρώτης δίκης για έγκλημα πολέμου στην Ουκρανία μετά την ρωσική εισβολή στη χώρα, στις 24 Φεβρουαρίου.

Κατηγορούμενος είναι ένας Ρώσος στρατιώτης, 21 ετών, για τον φόνο ενός αμάχου 62 ετών.

Ο κατηγορούμενος δήλωσε ενώπιον του δικαστηρίου ότι ονομάζεται Βαντίμ Σισιμάριν, ενώ ανέφερε πως έχει γεννηθεί στην περιφέρεια Ιρκούτσκ της Ρωσίας. Επιβεβαίωσε, επίσης, ότι είναι στρατιώτης των ρωσικών δυνάμεων κατά τη διάρκεια αυτής της σύντομης ακροαματικής διαδικασίας.

Στην ιστοσελίδα του περιφερειακού δικαστηρίου του Κιέβου αναφέρεται ότι ο Σισιμάριν κατηγορείται για «παραβιάσεις των νόμων και ηθών του πολέμου».

Το γραφείο του γενικού εισαγγελέα της Ουκρανίας ανακοίνωσε ότι ο κατηγορούμενος είναι ένας διοικητής άρματος μάχης στη μεραρχία αρμάτων μάχης της Καντεμιρόβσκαγια από την περιφέρεια της Μόσχας.

Ο γενικός εισαγγελέας είχε δώσει στη δημοσιότητα μια φωτογραφία του πριν από την ακροαματική διαδικασία – με ξυρισμένο το κεφάλι και τρομαγμένο ύφος ο Σισιμάριν φορούσε ένα φούτερ με κουκούλα και οδηγήθηκε στην αίθουσα του δικαστηρίου από τους αστυνομικούς, μεταδίδει το Reuters.

Ο δικαστής ανακοίνωσε ότι το δικαστήριο θα συνεδριάσει εκ νέου στις 18 Μαΐου.

Η υπόθεση έχει τεράστια συμβολική σημασία για την Ουκρανία, προσθέτει στο δημοσίευμά του το διεθνές πρακτορείο ειδήσεων: Η κυβέρνηση του Κιέβου έχει κατηγορήσει τη Ρωσία για ωμότητες και βαρβαρότητα σε βάρος αμάχων στη διάρκεια της εισβολής και έχει ανακοινώσει ότι έχει καταγράψει πάνω από 10.000 πιθανά εγκλήματα πολέμου, για τα οποία κατηγορεί 622 ρώσους στρατιωτικούς.

Η Ρωσία διαψεύδει ότι στοχοποιεί αμάχους και ότι έχει διαπράξει εγκλήματα πολέμου και κατηγορεί το Κίεβο ότι τα σκηνοθετεί για να λοιδορήσει τις στρατιωτικές της δυνάμεις.

Εξάλλου, το Κρεμλίνο είπε σήμερα στους δημοσιογράφους ότι δεν έχει καμία πληροφορία για δίκη για έγκλημα πολέμου.

Αν καταδικαστεί, ο 21χρονος αντιμετωπίζει έως και ισόβια κάθειρξη για τον φόνο ενός αμάχου στο χωριό Τσουπάχιφκα, ανατολικά του Κιέβου, στις 28 Φεβρουαρίου.

Κατηγορητήριο

Σε μια ανακοίνωση πριν από την διαδικασία, το γραφείο του γενικού εισαγγελέα ανέφερε ότι ο στρατιώτης είχε κλέψει ένα ιδιωτικό όχημα για να διαφύγει με άλλους τέσσερις ρώσους στρατιώτες μετά την επίθεση που δέχτηκε η οχηματοπομπή τους από ουκρανικές δυνάμεις.

Η ίδια ανακοίνωση αναφέρει ότι οι ρώσοι στρατιώτες μετέβησαν στο χωριό αυτό όπου είδαν έναν άοπλο κάτοικο να οδηγεί το ποδήλατό του και να μιλάει στο κινητό του τηλέφωνο.

Σύμφωνα με την ίδια πηγή, ο κατηγορούμενος διατάχτηκε από έναν άλλο στρατιώτη να σκοτώσει τον άμαχο ώστε ο τελευταίος να μην αναφέρει την παρουσία των Ρώσων στο χωριό και πυροβόλησε από το ανοιχτό παράθυρο του αυτοκινήτου με ένα αυτόματο Καλάσνικοφ τον άμαχο στο κεφάλι – ο τελευταίος σκοτώθηκε ακαριαία.

Δεν διευκρινίζεται υπό τις οποίες έγινε η σύλληψη του Σισιμάριν, ούτε τι απέγιναν οι άλλοι στρατιώτες που ήταν παρόντες όταν φέρεται να διαπράχθηκε ο φόνος του αμάχου ή πάνω σε ποια αποδεικτικά στοιχεία βασίστηκαν οι κατηγορίες που διατυπώθηκαν εις βάρος του.

Η Υπηρεσία Ασφαλείας της Ουκρανίας (SBU) διενήργησε την έρευνα για την υπόθεση, είπε η εισαγγελία.

«Σύντομα θα υπάρξουν πολλές άλλες τέτοιες υποθέσεις»

Στην αίθουσα του δικαστηρίου ο Σισιμάριν απάντησε στις ερωτήσεις δικαστή, ο οποίος του απευθύνθηκε στα ουκρανικά και στα ρωσικά. Μαζί του είχε έναν διερμηνέα.

Το Reuters δεν μπόρεσε να έρθει σε επαφή με τον ίδιο ή με τον νομικό του εκπρόσωπο για να πάρει σχόλιό τους πριν από την διαδικασία.

Ο εισαγγελέας Αντρίι Σινίουκ είπε στους δημοσιογράφους μετά την διαδικασία: «Αυτή είναι η πρώτη υπόθεση σήμερα. Αλλά σύντομα θα υπάρξουν πολλές άλλες τέτοιες».

Η Μισέλ Μπατσελέτ, η Υπατη Αρμοστής των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα είπε χθες ότι υπάρχουν πολλά παραδείγματα πιθανών εγκλημάτων πολέμου μετά την ρωσική εισβολή και ότι 1.000 πτώματα έχουν μέχρι στιγμής βρεθεί στην περιφέρεια του Κιέβου.

Η Βρετανία και η Ολλανδία έστειλαν ειδικούς στις έρευνες για εγκλήματα πολέμου για να συνδράμουν στις έρευνες των Ουκρανών και του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, ειδικά στην Μπούτσα, προάστιο του Κιέβου.