Η πίστη στις θεωρίες συνωμοσίας είναι ιδιαίτερο γνώρισμα των δύο πολιτικών άκρων, της άκρας αριστεράς και ακόμη περισσότερο της άκρας δεξιάς, από ό,τι των ανθρώπων που κινούνται στο κέντρο του πολιτικού φάσματος, σύμφωνα με μία νέα μεγάλη επιστημονική έρευνα, η οποία ανέλυσε στοιχεία για περισσότερους από 100.000 ανθρώπους σε 26 χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Οι συνωμοσιολογικές θεωρίες, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, κυκλοφορούν εδώ και αιώνες σχεδόν σε όλους τους πολιτισμούς και ανθούν σε περιόδους μεγάλων αναστατώσεων ή σοβαρών συμβάντων, όπως οι πανδημίες (π.χ. η τωρινή του κορονοϊού), οι μείζονες τρομοκρατικές επιθέσεις, οι εκλογές κ.ά. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στην εποχή μας έχουν διευκολύνει την εξάπλωσή τους σε μεγάλο βαθμό.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Κοινωνικής Ψυχολογίας Ρόλαντ Ίμχοφ του γερμανικού Πανεπιστημίου Γιοχάνες Γκούτενμπεργκ του Μάιντς, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό για θέματα ανθρώπινης συμπεριφοράς «Nature Human Behaviour», διερεύνησαν τη σχέση ανάμεσα στις πολιτικές πεποιθήσεις ενός ανθρώπου και στην πιθανότητα να πιστεύει ότι κρυμμένες, σκοτεινές και κακόβουλες δυνάμεις συνωμοτούν εναντίον του λαού και των απλών ανθρώπων, με απώτερο στόχο είτε την προώθηση των συμφερόντων τους είτε κάποιας απόκρυφης «ατζέντας».
Τα ευρήματα αποκάλυψαν, σύμφωνα με τους ερευνητές, ότι από όσους απάντησαν στην έρευνα, «εκείνοι στα άκρα του πολιτικού φάσματος εξέφρασαν πιο έντονες πεποιθήσεις ότι ο κόσμος κυβερνιέται από μυστικές δυνάμεις που λειτουργούν στο σκοτάδι». Όπως επισημαίνουν, «το αριστερό και το δεξιό άκρο μοιράζονται μία κοσμοθεωρία με επίκεντρο τη μανιχαϊστική δαιμονοποίηση», που έχει ως συνέπεια να θεωρεί ανήθικες και επικίνδυνες τις «εχθρικές» ομάδες ανθρώπων.
Οι θεωρίες συνωμοσίας με παρόμοιο τρόπο παρουσιάζουν τους «εχθρούς» ως εκπροσώπους του Κακού, βλέποντας την ιστορία σαν μία μάχη ανάμεσα στις δυνάμεις του Καλού και του Κακού που προσπαθούν να ελέγξουν τις κοινωνίες. Συχνά η διαφωνία δεν γίνεται ανεκτή ούτε από την άκρα δεξιά ούτε από την άκρα αριστερά, ενώ και οι δύο αυτές ακραίες θέσεις έχουν μία τάση να πιστεύουν σε απλοϊκές λύσεις που σχετίζονται με τις θεωρίες συνωμοσίας.
Στις χώρες της βόρειας και κεντρικής Ευρώπης (Γερμανία, Γαλλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Αυστρία, Πολωνία, Σουηδία) πιο έντονη τάση στη συνωμοσιολογία έχουν οι υποστηρικτές της άκρας δεξιάς, ενώ στη Νότια Ευρώπη (π.χ. Ισπανία) και στα Βαλκάνια (π.χ. Ρουμανία) εκείνοι της άκρας αριστεράς.
Γενικότερα, σύμφωνα με τη μελέτη, οι θεωρίες συνωμοσίας είναι ευρύτερα αποδεκτές από άτομα που υποστηρίζουν κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία δεν συμμετέχουν στην κυβέρνηση, κάτι πιο αισθητό στην περίπτωση των ανθρώπων στα άκρα δεξιά του πολιτικού φάσματος, οι οποίοι υποστηρίζουν παραδοσιακά, εθνικιστικά και αυταρχικά κόμματα.
«Παρατηρήσαμε μία μεγαλύτερη τάση να υιοθετούν συνωμοσιολογική νοοτροπία εκείνοι που ψηφίζουν αντιπολιτευόμενα κόμματα, επειδή νιώθουν ότι έχουν στερηθεί την προσωπική επιρροή τους και θεωρούν πως έχουν μικρό κοινωνικό αντίκτυπο», δήλωσε ο Ίμχοφ.
Επίσης, η συνωμοσιολογία είναι πιο συχνή, ασχέτως πολιτικών πεποιθήσεων, στα άτομα χαμηλότερου μορφωτικού επιπέδου. Ακόμη, εάν κάποιος έχει μία συνωμοσιολογική θεωρία, αυτό αποτελεί δείκτη ότι θα αποκτήσει και άλλη στην πορεία, δημιουργώντας έτσι έναν ολόκληρο ιστό τέτοιων απόψεων που συχνά αλληλοτροφοδοτούνται.