Ανήσυχος για τη «διάλυση» του ισλαμικού κόσμου λόγω των συρράξεων στις μουσουλμανικές χώρες εμφανίστηκε ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
«Αυτή τη στιγμή ο ισλαμικός κόσμος διαλύεται. Μπορεί κάποιος να έχει μία θρησκευτική πίστη, αλλά εάν την επιβάλει σε μία άλλη θρησκευτική πίστη, τότε καταστρέφει την ούμα (την κοινότητα των μουσουλμάνων). Στο τέλος πρέπει να υπερισχύσει το ισλάμ», δήλωσε ο Ερντογάν αναφερόμενος στη σύγκρουση ανάμεσα στους σουνίτες και τους σιίτες που εκτυλίσσεται σε χώρες του μουσουλμανικού κόσμου.
Οι δηλώσεις Ερντογάν έγιναν προς τους δημοσιογράφους στο αεροπλάνο που τον μετέφερε χθες στην Τεχεράνη, όπου ζήτησε από τον ιρανό ομόλογό του Χασάν Ροχανί τον τερματισμό του πολέμου στην Υεμένη, που αποτελεί σημείο τριβής στις τουρκο-ιρανικές σχέσεις.
Ο ισχυρός άνδρας της Τουρκίας, ο οποίος ηγείται από το 2003 μίας κατά πλειοψηφία σουνιτικής χώρας, απηύθυνε έκκληση προς τους διεθνείς μουσουλμανικούς οργανισμούς, όπως ο Οργανισμός Ισλαμικής Συνεργασίας, να κινητοποιηθούν επειγόντως για τον τερματισμό των ενδομουσουλμανικών συρράξεων.
Την περασμένη εβδομάδα ο Ερντογάν έλαβε θέση επικρίνοντας ανοικτά το ιρανικό καθεστώς, καταγγέλλοντας την βούλησή του να «κυριαρχήσει» στην Υεμένη, όπου οι σιίτες αντάρτες, υποστηριζόμενοι από την Τεχεράνη , είναι ο στόχος της υπό τη Σαουδική Αραβία στρατιωτικής επέμβασης, με την έγκριση της Τουρκίας.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει επιδιώξει από την ανάληψη της εξουσίας στην Αγκυρα να επιβληθεί ως πρωταγωνιστικός παράγοντας στον ισλαμικό κόσμο υιοθετώντας παράλληλα μία εξωτερική πολιτική «μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονές του».
Ωστόσο, αυτός ο διπλωματικός προσανατολισμός επλήγη τόσο από τη διάρρηξη των σχέσεων της Άγκυρας με τη Δαμασκό μετά την έναρξη του συριακού πολέμου το 2011, όσο και από τη διατάραξη των σχέσεων με το Κάιρο, μετά την εκδίωξη, με στρατιωτικό πραξικόπημα, της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, που είχε την υποστήριξη της Τουρκίας.