Πέντε χρόνια μετά τη δολοφονία της Τζο Κοξ, ο θάνατος του Συντηρητικού βουλευτή Ντέιβιντ Έιμες, ο οποίος έπεσε θύμα τρομοκρατικής, ισλαμιστικής επίθεσης, σύμφωνα με την αστυνομία, φέρνει και πάλι στην επικαιρότητα το θέμα της ασφάλειας των αιρετών στη Μεγάλη Βρετανία.
Την Παρασκευή, ένας 25χρονος άνδρας συνελήφθη μέσα σε μια εκκλησία Μεθοδιστών, στο Λι-ον-Σι, περίπου 60 χλμ. ανατολικά του Λονδίνου, αφού μαχαίρωσε και σκότωσε τον 69χρονο βουλευτή, την ώρα που συνομιλούσε με ψηφοφόρους της περιφέρειάς του.
Κάνοντας λόγο για τρομοκρατική ενέργεια, η αστυνομία του Λονδίνου ανέφερε ότι η έρευνα, την οποία έχει αναλάβει η αντιτρομοκρατική υπηρεσία, δείχνει σε αυτό το στάδιο ότι το κίνητρο του δράστη συνδέεται πιθανότατα με «τον εξτρεμιστικό ισλαμισμό».
Σύμφωνα με τα βρετανικά μέσα ενημέρωσης, ο 25χρονος είναι Βρετανός υπήκοος, σομαλικής καταγωγής. Η αστυνομία πιστεύει ότι έδρασε μόνος του. Η εφημερίδα The Guardian ανέφερε ότι ενδέχεται να έχει κάποια σχέση με ένα πρόσωπο το οποίο είχε επισημανθεί πρόσφατα στο πρόγραμμα καταπολέμησης της ριζοσπαστικοποίησης.
Ο Τζον Λαμπ, ένας τοπικός σύμβουλος προσκείμενος στο Συντηρητικό κόμμα, είπε ότι ο νεαρός περίμενε υπομονετικά τη σειρά του, ενώ άλλοι μιλούσαν με τον βουλευτή και στη συνέχεια ρίχτηκε επάνω του και τον μαχαίρωσε πολλές φορές, μπροστά στα μάτια των δύο βοηθών του.
«Μου είπαν ότι μαχαίρωσε τον σερ Ντέιβιντ και ότι απλώς περίμενε μέχρι να έρθει η αστυνομία» είπε στην Telegraph ο Κέβιν Μπακ, ένας άλλος τοπικός αξιωματούχος.
Ο θάνατος του Έιμες, ο οποίος εκλεγόταν βουλευτής επί 40 χρόνια και όλοι οι συνάδελφοί του τον εκτιμούσαν για την ευγένειά του, προκάλεσε σοκ στη χώρα. Για να δείξουν την ενότητά τους, ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον και ο ηγέτης της αντιπολίτευσης, ο Εργατικός Κιρ Στάρμερ, κατέθεσαν στεφάνια μαζί στο σημείο της τραγωδίας. Ο Τζόνσον άφησε και ένα σημείωμα αποχαιρετισμού στον «πολυαγαπημένο φίλο» του.
Το παράδειγμά τους ακολούθησαν πολλοί πολίτες, μεταξύ των οποίων και μέλη της μουσουλμανικής κοινότητας που άφησαν λουλούδια στην εκκλησία. Σε ένα σημείωμα κάποιος έγραψε «Αναπαύσου εν ειρήνη, δεν σου άξιζε αυτό».
Η επίθεση αυτή ξύπνησε μνήμες από τη δολοφονία της Τζο Κοξ, βουλευτίνας του Εργατικού κόμματος, τον Ιούνιο του 2016. Μία εβδομάδα πριν από το δημοψήφισμα για το Brexit, ο ακροδεξιός Τόμας Μέιρ, 53 ετών, την πυροβόλησε και την μαχαίρωσε ενώ πήγαινε να συναντηθεί με ψηφοφόρους της.
Οι δύο αυτές τραγωδίες επαναφέρουν στην επικαιρότητα το θέμα της ασφάλειας των βουλευτών, ιδίως όταν έρχονται σε επαφή με το κοινό στις εκλογικές περιφέρειές τους.
«Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε να μας εκφοβίσει ένας άνθρωπος» εκτίμησε η υπουργός Εσωτερικών Πρίτι Πατέλ.
Όμως ορισμένοι βουλευτές σκέφτονται ήδη να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο δέχονται το κοινό ώστε να ενισχύσουν την ασφάλειά τους. Ο Εργατικός Κρις Μπράιντ ανέφερε σε άρθρο του στην Guardian ότι οι βουλευτές δεν θα συναντούν πλέον τους ψηφοφόρους τους «παρά μόνο με ραντεβού». «Δεν θέλουμε να ζούμε σε φρούρια. Αλλά δεν θέλω να χάσω άλλον συνάδελφο από βίαιο θάνατο», εξήγησε.
Ο Συντηρητικός Τομπάιας Έλγουντ, ο οποίος είχε προσπαθήσει να σώσει τον αστυνομικό Κιθ Πάλμερ, που σκοτώθηκε σε μια επίθεση κοντά στο Κοινοβούλιο το 2017, την ευθύνη για την οποία ανέλαβε το Ισλαμικό Κράτος, πρότεινε να σταματήσουν προσωρινά οι επαφές με τους ψηφοφόρους.
Άλλοι βουλευτές ωστόσο πήγαν κανονικά σήμερα στις συναντήσεις που είχαν προγραμματίσει με τους πολίτες, όπως ο Συντηρητικός Ρόμπερτ Λάργκαν, που δήλωσε ότι θα συνεχίσει αυτές τις επαφές και κάλεσε μέσω του Twitter τους συναδέλφους του «να υπερασπιστούν τη δημοκρατία».
Η αστυνομία καταγράφει μεγάλη αύξηση των αδικημάτων σε βάρος βουλευτών τα τελευταία χρόνια: +126% μεταξύ 2017-18 και +90% κατά τους τέσσερις πρώτους μήνες του 2019. Πολλοί βουλευτές δηλώνουν ότι οι ίδιοι ή συνεργάτες τους δέχτηκαν απειλές θανάτου με αφορμή το Brexit. Η Τζέιντ Μπότεριλ, συνεργάτιδα της Εργατικής Ιβέτ Κούπερ μεταξύ 2013-19, είπε ότι αποφάσισε να παραιτηθεί γιατί οι προσβολές και οι απειλές που δεχόταν της προκαλούσαν εφιάλτες.
Αποφασισμένος «να εξετάσει την ασφάλεια και όλα τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν» ο πρόεδρος της Βουλής των Κοινοτήτων Λίντσεϊ Χόιλ υπογράμμισε ότι η τραγωδία προκαλεί «σοκ για τους βουλευτές και για όλη τη χώρα».