Βόρεια Κορέα και Νότια Κορέα αποκατέστησαν νωρίτερα σήμερα (στις 03:00 ώρα Ελλάδας) τους διαύλους επικοινωνίας τους, συνδέσεις τηλεφωνίας και φαξ, ανακοίνωσε η Σεούλ σήμερα, μετά τη διακοπή της λειτουργίας τους τον Αύγουστο και σειρά δοκιμαστικών εκτοξεύσεων πυραύλων από την Πιονγκγιάνγκ.
Αξιωματούχοι των δύο χωρών συμμετείχαν το πρωί σε τηλεφωνική συνδιάλεξη, σημείωσε το νοτιοκορεατικό υπουργείο Ενοποίησης σε δελτίο Τύπου που δημοσιοποίησε.
«Η κυβέρνηση εκτιμά ότι τέθηκε, με την αποκατάσταση της γραμμής επικοινωνίας Νότου-Βορρά, μια βάση για την ανανέωση των διακορεατικών σχέσεων», σύμφωνα με το κείμενο, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ.
Η Σεούλ ελπίζει πως «θα ξαναρχίσει γρήγορα ο διάλογος και θα γίνουν πρακτικές συζητήσεις για την αποκατάσταση των διακορεατικών σχέσεων».
Το υπουργείο Άμυνας της Νότιας Κορέας επιβεβαίωσε εξάλλου ταυτόχρονα πως αποκαταστάθηκε η επικοινωνία ανάμεσα στους στρατούς των δύο χωρών.
Ο βορειοκορεάτης ηγέτης Κιμ Γιονγκ Ουν «εξέφρασε την πρόθεσή του να αποκατασταθούν οι δίαυλοι επικοινωνίας» των δύο χωρών, είχε μεταδώσει νωρίτερα το βορειοκορεατικό επίσημο πρακτορείο ειδήσεων KCNA, εξηγώντας ότι η απόφαση αυτή εγγράφεται στο πλαίσιο της προσπάθειας να υπάρξει «διαρκής ειρήνη» στη χερσόνησο.
Ωστόσο αναλυτές υποβαθμίζουν την εξέλιξη, κάνοντας λόγο για χειρονομία «συμβολικής» φύσης και υπογραμμίζοντας τις πρόσφατες δοκιμές πυραύλων κι από τις δύο χώρες.
Για τον Παρκ Γουόν-γκον, καθηγητή ειδικευμένο στις μελέτες για τη Βόρεια Κορέα στο πανεπιστήμιο θηλέων Ίγουα, «ακόμη κι αν αυτό οδηγήσει σε συνομιλίες, μπορεί να εισέλθουμε σε νέα φάση, κατά την οποία η Βόρεια Κορέα θα διεξάγει διάλογο, αλλά ταυτόχρονα θα προχωρά σε προκλήσεις».
Η επικοινωνία που κόπηκε τον Αύγουστο και η ένταση
Η επικοινωνία ανάμεσα στη Σεούλ και στην Πιονγκγιάνγκ κόπηκε τον Αύγουστο με απόφαση της Βόρειας Κορέας, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για κοινά στρατιωτικά γυμνάσια της Νότιας Κορέας και των ΗΠΑ. Είχαν αποκατασταθεί μόλις μία εβδομάδα νωρίτερα, για πρώτη φορά έπειτα από περίπου έναν χρόνο.
Η ένταση ανέβηκε αφότου κόπηκαν οι γραμμές. Η Βόρεια Κορέα προειδοποίησε εναντίον νέας «κρίσης ασφαλείας» και προχώρησε σε σειρά εκτοξεύσεων πυραύλων, συμπεριλαμβανομένων υπερηχητικού πυραύλου, νέου αντιαεροπορικού πυραύλου και «στρατηγικού» πυραύλου Κρουζ που δυνητικά μπορεί να φέρει πυρηνική κεφαλή.
Οι δοκιμές αυτές προκάλεσαν δηλώσεις ανησυχίας και καταδίκης από αρκετές χώρες και την έκτακτη σύγκληση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Η Πιονγκγιάνγκ επέκρινε αυτή την τελευταία κίνηση, κατηγορώντας τα κράτη-μέλη του κορυφαίου οργάνου των Ηνωμένων Εθνών πως «παίζουν με μια βραδυφλεγή βόμβα»
Οι δοκιμές υπογράμμισαν εξάλλου ότι η απομονωμένη χώρα συνεχίζει να αναπτύσσει ολοένα πιο προηγμένα συστήματα, με φόντο το απόλυτο αδιέξοδο στο οποίο έχουν περιέλθει οι συνομιλίες με τις ΗΠΑ μετά την αποτυχημένη σύνοδο κορυφής του 2019 στο Ανόι με τη συμμετοχή του βορειοκορεάτη ηγέτη Κιμ Γιονγκ Ουν και του αμερικανού τότε προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
Ενώ κατηγορεί την Ουάσινγκτον για «εχθρική πολιτική» η Πιονγκγιάνγκ εμφανίζεται διατεθειμένη να βελτιώσει τις διμερείς σχέσεις με τη Σεούλ αν ο νότος εγκαταλείψει αυτήν που αποκαλεί πολιτική «δύο μέτρων και δύο σταθμών».
Αναλυτές θεωρούν ότι η προσέγγιση καρότου και μαστιγίου της Πιονγκγιάνγκ αποσκοπεί αφενός στην εξασφάλιση διεθνούς αναγνώρισης της χώρας ως πυρηνικής δύναμης και αφετέρου στο να μπήξει σφήνα στη σχέση της Σεούλ με την Ουάσινγκτον, υπολογίζοντας στην πρόθεση του νοτιοκορεάτη προέδρου Μουν Τζε-ιν να αφήσει σημαντική κληρονομιά στο πεδίο της διπλωματίας προτού ολοκληρώσει τη θητεία του τον Μάιο του 2022.
Πρόσφατα ο νοτιοκορεάτης πρόεδρος κάλεσε να κηρυχθεί επίσημα το τέλος του πολέμου της Κορέας (1950-1953), που είχε σταματήσει με ανακωχή –όχι συμφωνία ειρήνης–, πράγμα που σημαίνει πως από τεχνική άποψη τα δύο μέρη παραμένουν σε εμπόλεμη κατάσταση για πάνω από μισό αιώνα.