Τις άθλιες συνθήκες που επικρατούν σε δομές έκτακτης ανάγκης εντός των ΗΠΑ όπου φιλοξενούνται παιδιά μετανάστες αποκαλύπτουν 17 μαρτυρικές καταθέσεις που υποβλήθηκαν χθες σε δικαστήριο στο πλαίσιο μιας δικαστικής υπόθεσης.
Συνθήκες συνωστισμού, χαλασμένα τρόφιμα, έλλειψη καθαρού ρουχισμού και μάχη με την κατάθλιψη συνθέτουν το σκηνικό.
Τα παιδιά, ηλικίας 9 ως 17 ετών και κυρίως με καταγωγή τη Γουατεμάλα, την Ονδούρα και το Ελ Σαλβαδόρ, ανέφεραν σε ορισμένες περιπτώσεις αναμονή επί μήνες μέσα σε αυτές τις δομές, τις οποίες επιβλέπει η αμερικανική κυβέρνηση, ενώ εκείνα βίωναν τις άθλιες συνθήκες και ήταν αναγκασμένα να κοιμούνται με πολύ έντονο φωτισμό και να επικοινωνούν τηλεφωνικώς πολύ αραιά με συγγενείς τους.
Οι καταθέσεις παρέχουν μια λεπτομερή εικόνα των συνθηκών εντός ενός δικτύου δομών έκτακτης ανάγκης, οι οποίες κατασκευάστηκαν βιαστικά από την κυβέρνηση του προέδρου Τζο Μπάιντεν για να αντιμετωπιστεί η ραγδαία αύξηση του αριθμού των ασυνόδευτων παιδιών μεταναστών που έφθαναν στο σύνορο των ΗΠΑ με το Μεξικό.
Οι μαρτυρικές καταθέσεις των παιδιών, που ελήφθησαν από τον Μάρτιο ως τις αρχές Ιουνίου, υποδηλώνουν ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν, η οποία έχει υποσχεθεί μια πιο ανθρώπινη προσέγγιση της μετανάστευσης, σε κάποιες περιπτώσεις πάσχισε για να παράσχει την καλύτερη φροντίδα για αυτά τα παιδιά.
Περίπου 14.000 ασυνόδευτα παιδιά βρίσκονται αυτή τη στιγμή υπό τη φροντίδα των αμερικανικών υπηρεσιών υγείας -από 22.000 που ήταν ο αντίστοιχος αριθμός τον Απρίλιο. Η υπηρεσία δεν ήταν άμεσα διαθέσιμη να σχολιάσει.
«Το ψωμί μύριζε πολύ άσχημα»
Σε μια από τις μαρτυρικές καταθέσεις ένα 13χρονο κορίτσι από την Ονδούρα λέει ότι είχε τοποθετηθεί σε λίστα παρακολούθησης για πιθανή αυτοκτονία ενώ βρισκόταν σε μια δομή έκτακτης ανάγκης στο Φορτ Μπλις, στο Ελ Πάσο του Τέξας, όπως μεταδίδει το Reuters και αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Το κορίτσι, το οποίο είχε περάσει σχεδόν δύο μήνες στις εγκαταστάσεις, μέχρι τις 4 Ιουνίου, είπε ότι αποχωρίστηκε τον πατέρα της διασχίζοντας ένα ποτάμι στο έδαφος των ΗΠΑ.
«Το φαγητό εδώ είναι φρικτό. Χθες μας έδωσαν χάμπουργκερ αλλά δεν μπόρεσα να το φάω γιατί το ψωμί μύριζε πολύ άσχημα… στην πραγματικότητα το μόνο που καταναλώνω είναι γρανίτα και χυμό γιατί είναι το μόνο που μπορείς να εμπιστευτείς», γράφει η έφηβη.
Ένα 14χρονο κορίτσι από τη Γουατεμάλα, το οποίο τον περασμένο Απρίλιο έμεινε σε τέτοιες εγκαταστάσεις στο Χιούστον είπε ότι έκανε πολλή ζέστη και ότι διψούσε συχνά. Είπε ακόμη ότι τα κορίτσια υποχρεούνταν να πίνουν ληγμένο γάλα όταν τελείωνε το νερό.
Η μικρή είδε οκτώ κορίτσια να λιποθυμούν από τη ζέστη και την έλλειψη νερού, όπως είπε, και το προσωπικό τα μετέφερε σε ένα γειτονικό νοσοκομείο.
Μια 17χρονη από τη Γουατεμάλα που είχε μεταφερθεί στο Φορτ Μπλις περιέγραψε ότι κοιμόταν σε μια μεγάλη λευκή σκηνή με περίπου άλλα 300 κορίτσια σε ράντζα, τα οποία ήταν στοιβαγμένα το ένα πάνω στο άλλο.
Περιέγραψε πόσο δύσκολο ήταν να κοιμηθεί καθώς έτριζαν τα μεταλλικά ελάσματα της σκηνής την νύχτα, σύμφωνα με μια μαρτυρία με ημερομηνία 28 Απριλίου.
Επίσης, σύμφωνα με το ίδιο κορίτσι, μέσα στην σκηνή έμπαινε σκόνη και κρύο.
Το κορίτσι περιέγραψε ότι δεν μπορούσε να ενημερωθεί για την υπόθεσή της και ότι προσπαθούσε εναγωνίως να βρει ένα ραντεβού με κάποιον ψυχολόγο για να μιλήσει για την κατάθλιψή της.
«Πολλά κορίτσια εδώ κλαίνε πολύ. Πολλά χρειάζονται τελικά να μιλήσουν με κάποιον γιατί σκέφτονται να χαρακωθούν».
Μια άλλη 17χρονη από την Ονδούρα είπε ότι τα παιδιά κοιμούνταν όλα μαζί σε έναν τεράστιο χώρο του συνεδριακού κέντρου του Ντάλας, όπου τους είχαν πει ότι βρίσκονταν 2.600 παιδιά.
«Αισθάνομαι ότι ασφυκτιώ έχοντας τόσους πολλούς ανθρώπους γύρω μου. Δεν υπάρχει κανένας για να μιλήσω για την περίπτωσή μου. Επίσης δεν υπάρχει κανένας εδώ για να μιλήσω όταν είμαι λυπημένη. Δεν υπάρχει κανένας εδώ. Μιλάω μόνο στον Θεό. Με βοηθάει και κλαίω. Θα με βοηθούσε αν μπορούσα να έχω μια Βίβλο», ανέφερε η έφηβη σε μαρτυρική της κατάθεση με ημερομηνία 29 Μαρτίου.