Από ψυχολογικά προβλήματα έπασχε ο Μισέλ Ζεχάφ-Μπιμπό, ο ένοπλος που σκότωσε έναν στρατιώτη στην Οτάβα και έπεσε με τη σειρά του νεκρός από πυρά αστυνομικών όταν επιχείρησε να εισβάλει στο κοινοβούλιο του Καναδά και είχε επιδιώξει να εγκλειστεί σε φυλακή για να θεραπεύσει την εξάρτησή του από το κρακ, υποστηρίζει σε σημερινό δημοσίευμά της η εφημερίδα Vancouver Sun.
Βασιζόμενη σε δικαστικά έγγραφα, η εφημερίδα ανατρέχει στο παρελθόν του δράστη και περιγράφει έναν άνθρωπο που συχνά διέπραττε μικροαδικήματα για να μπει στη φυλακή αφού θεωρούσε ότι αυτό «ήταν το μοναδικό μέσο που θα τον βοηθούσε να νικήσει την εξάρτησή του από το κρακ», ένα πανίσχυρο ναρκωτικό, παράγωγο της κοκαΐνης.
Το 2011 ο Ζεχάφ-Μπιμπό προσπάθησε να ληστέψει ένα φαστ-φουντ απειλώντας τον υπάλληλο με ένα ρόπαλο. Ο υπάλληλος δεν τρόμαξε: τον ρώτησε αν πρόκειται για φάρσα και αμέσως μετά κάλεσε την αστυνομία. Ο νεαρός, αντί να φύγει, βγήκε στο πεζοδρόμιο, κάθισε κάτω και περίμενε τους αστυνομικούς να τον συλλάβουν.
Μετά από αυτό το επεισόδιο υποβλήθηκε σε ψυχιατρική αξιολόγηση κατά την οποία δήλωσε ότι ήταν «πιστός μουσουλμάνος» επί επτά χρόνια και ότι «ελπίζει ότι θα είναι ένας καλύτερος άνθρωπος όταν αποφυλακιστεί». Στο δικαστήριο, ο εισαγγελέας πρότεινε να αφεθεί ελεύθερος με εγγύηση όμως ο κατηγορούμενος αρνήθηκε γιατί ήθελε να παραμείνει στη φυλακή. «Δεν ξέρω αν διαβάσατε τον φάκελό μου», είπε υποστηρίζοντας ότι έχει διαπράξει και ένοπλη ληστεία στον δυτικό Καναδά.
«Είμαι εξαρτημένος από το κρακ και, ταυτοχρόνως, είμαι πιστός. Θέλω να θυσιάσω την ελευθερία μου και τις ωραίες πλευρές της ζωής για έναν χρόνο (…) ίσως να ακολουθήσω και μια θεραπεία εάν έχετε τη δυνατότητα να αποφασίσετε κάτι τέτοιο, κάτι σαν αποτοξίνωση» είπε στον δικαστή ο οποίος τελικά αποφάσισε τη φυλάκισή του.
Στα τέλη του ίδιου έτους ο Ζεχάφ-Μπιμπό πήγε σε ένα αστυνομικό τμήμα και είπε για άλλη μία φορά ότι είχε διαπράξει ένοπλη ληστεία πριν από μια δεκαετία στο Κεμπέκ. Η αστυνομία, που δεν βρήκε καμία καταγγελία για ληστεία στα αρχεία της, του άσκησε δίωξη για «έκθεση τρίτου προσώπου ή του ιδίου σε κίνδυνο», στο πλαίσιο του νόμου περί ψυχικής υγείας.
Οι κάτοικοι μιας γειτονιάς του Βανκούβερ και ένας αξιωματικός της αστυνομίας είπαν ότι ο Ζεχάφ-Μπιμπό ήταν άστεγος, συχνά κυκλοφορούσε υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών και σύχναζε σε ένα κοινωνικό ιατρείο και σε έναν δημόσιο κήπο όπου καταφεύγουν πολλοί άστεγοι για να κοιμηθούν.