Έντονες και σε σκληρή γλώσσα επικρίσεις δέχθηκε σήμερα η υποψήφια για ένταξη Τουρκία από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για πολιτικές επεμβάσεις στο δικαστικό σώμα. Η ΕΕ διαπιστώνει πως η απάντηση στο κυβερνητικό σκάνδαλο διαφθοράς έβλαψε την ανεξαρτησία του δικαστικού σώματος και εξασθένησε τα δικαιώματα του πολίτη.
Η ασυνήθιστα σκληρή γλώσσα εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δημιουργεί ερωτήματα σχετικά με τις πιθανότητες της Τουρκίας να ενταχθεί στην ΕΕ, σχεδόν μια δεκαετία αφότου άρχισαν οι διαπραγματεύσεις.
Ωστόσο στην ετήσια έκθεσή της για τις χώρες που επιδιώκουν να ενταχθούν στην ένωση, οι Βρυξέλλες αναφέρουν πως εξακολουθούν να πιστεύουν ότι περαιτέρω συνομιλίες είναι δυνατές και συνιστούν την έναρξη συνομιλιών για το δικαστικό σώμα και τα θεμελιώδη δικαιώματα ως τρόπο για να υποχρεωθεί η Τουρκία να αντιμετωπίσει το θέμα.
Η Τουρκία, το Μαυροβούνιο, η Σερβία, η ΠΓΔΜ, η Αλβανία, η Βοσνία και Ερζεγοβίνη και το Κόσοβο επιδιώκουν να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αυτό που ανησυχεί περισσότερο την Επιτροπή, η οποία βοηθάει τις κυβερνήσεις της ΕΕ να αποφασίσουν σε ποια χώρα θα επιτρέψουν να ενταχθεί στην ένωση, είναι η προσπάθεια του τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να επηρεάσει τα δικαστήρια για να διώξει τους πολιτικούς αντιπάλους του. Η στάση του αυτή συνδέεται με ένα σκάνδαλο διαφθοράς που έχει ξεσπάσει γύρω από τον ενδότερο κύκλο του περιβάλλοντός του.
«Η απάντηση της κυβέρνησης μετά τις κατηγορίες για διαφθορά το Δεκέμβριο του 2013 προκάλεσε σοβαρές ανησυχίες σχετικά με την ανεξαρτησία του δικαστικού σώματος και το διαχωρισμό των εξουσιών», αναφέρει η Επιτροπή.
Η Επιτροπή επιπλήττει την Τουρκία για ένα νόμο που ενισχύει τον κυβερνητικό έλεγχο στο Ίντερνετ, παρόλο που ο νόμος αυτός έχει πλέον ακυρωθεί από το ανώτατο δικαστήριο της Τουρκίας. Η Επιτροπή υπογραμμίζει πως απόπειρες για την απαγόρευση των ιστότοπων κοινωνικής δικτύωσης «αντανακλούν μια περιοριστική προσέγγιση στην ελευθερία της έκφρασης».
Εντούτοις η απερχόμενη Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία πρόκειται να αποχωρήσει στις 31 Οκτωβρίου, συνιστά να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις, αυτό για το δικαστικό σύστημα και τα θεμελιώδη δικαιώματα, ώστε να παρασχεθεί «ένας συνολικός οδικός χάρτης για τις μεταρρυθμίσεις», αναφέρεται στην έκθεση.