Έπειτα από 10 χρόνια πολέμου στη Συρία, «η έκτακτη ανάγκη δεν σταμάτησε ποτέ» και η ανοικοδόμηση της χώρας θα επεκταθεί σε «αρκετές γενιές», δηλώνει σε συνέντευξή της η Λουσίλ Παπόν, της Handicap International, της μκο που δραστηριοποιείται τα τελευταία 10 χρόνια στα σύνορα της Συρίας.
Η οργάνωση που έχει την έδρα της στη Λιόν, στην κεντροανατολική Γαλλία, υποστήριξε περισσότερο από 1,8 εκατομμύριο πρόσφυγες στον Λίβανο και την Ιορδανία, στο Ιράκ, στην Αίγυπτο και την Τουρκία προτού αναγκαστεί να εγκαταλείψει τη χώρα αυτή το 2016, αναφέρει η περιφερειακή διευθύντριά της για τη Μέση Ανατολή από το 2016 έως τα τέλη του 2020.
Ποιος είναι ο πρώτος απολογισμός που αντλείται από αυτή τη δεκαετία πολέμου στη Συρία;
«Υπήρξαν στιγμές που μείναμε άναυδοι από το επίπεδο βίας και την υπέρβαση όλων των κόκκινων γραμμών. Η διεθνής κοινότητα δεν κατάφερε να σταματήσει τη σφαγή. Και το 90% των τραυματιών στους βομβαρδισμούς στις αστικές και τις περιαστικές περιοχές είναι άμαχοι. Σε αυτό το επίπεδο, δεν μπορούμε πλέον να μιλάμε για παράπλευρες απώλειες.
Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης δεν σταμάτησε ποτέ. Ακόμη και σε περιόδους όπου λέγαμε ότι η κατάσταση πήγαινε κάπως να σταθεροποιηθεί, υπήρχε ξανά ένα κύμα εκτοπισμένων. Σήμερα, υπάρχουν ίσως λιγότερο μαζικοί βομβαρδισμοί αλλά αυτό δεν σταμάτησε ποτέ.
Οφείλουμε στη νέα γενιά να θέσουμε ένα ελάχιστο πλαίσιο ώστε αυτό να μην επαναληφθεί. Η πρόκληση για εμάς και τη διεθνή κοινότητα είναι αυτή η νέα γενιά να μην θυσιαστεί όπως αυτή των γονιών τους. Αυτό είναι επίσης ένα διακυβευμα της σταθερότητας στην περιοχή.
Ποιες είναι οι προοπτικές για τα εκατομμύρια των Σύρων που έφυγαν προς όμορες χώρες όπως ο Λίβανος ή η Ιορδανία;
«Οι άνθρωποι δεν μπορούν να επιστρέψουν γιατί φοβούνται, αλλά και γιατί δεν υπάρχει καμιά πιθανότητα να κάνουν σχέδια λόγω της μαζικής καταστροφής της χώρας. Στη χώρα, λιγότερο από το 50% των νοσοκομείων και των κέντρων υγείας λειτουργεί. Στη Ράκα (πρώην προπύργιο των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους) το 80% των υποδομών έχουν καταστραφεί.
Αυτό που είναι ιδιαίτερο στη Συρία, είναι το επίπεδο της καταστροφής ταυτόχρονα με ένα πλήθος χρησιμοποιημένων εκρηκτικών μηχανισμών, γεγονός που καθιστά τεχνικά πολύ περιπλοκή την αποναρκοθέτηση, και τα αστικά και περιαστικά μέρη αυτών των καταστροφών που θέτουν ακόμη όρια.
Υπήρξαν 225.000 χρήσεις εκρηκτικών μηχανισμών μεταξύ 2012 και 2019 στο Χαλέπι, την Ιντλίμπ και στα περίχωρα της Δαμασκού κυρίως. Εκτιμάται από την εμπειρία ότι σε αυτούς τους βομβαρδισμούς, υπάρχει μεταξύ και 10% και 30% αποτυχία έκρηξης, αυτό οδηγεί σε ένα πρωτοφανές επίπεδο υπολειμμάτων εκρηκτικών σε συνδυασμό με τις νάρκες, τους αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς κ.λπ. Υπολογίζουμε ήδη ότι θα χρειαστούν αρκετές γενιές για την αποναρκοθέτηση, την εκκαθάριση και την ανοικοδόμηση. Είναι ερείπια.
Πρέπει επίσης να βοηθήσουμε τους πληθυσμούς των προσφύγων να παραμείνουν στις χώρες υποδοχής τους για τις επόμενες δεκαετίες.
Εργαζόμαστε με αυτές τις χώρες για να ενισχύσουμε τις υπηρεσίες τους ώστε να μπορέσουμε να αφομοιώσουν αυτούς τους πληθυσμούς και με τον ΟΗΕ για να τις ωθήσουν να ανοίξουν το πεδίο της εργασίας. Αυτή είναι η λύση που ανταποκρίνεται περισσότερο στην πραγματικότητα σε σχέση με την επιστροφή ή τη μετεγκατάσταση προς άλλες χώρες».
Ερώτηση: Ποιες είναι οι νέες προκλήσεις που συνδέονται με την κρίση της Covid-19 για τους πρόσφυγες και τους εργαζομένους στον ανθρωπιστικό τομέα;
«Η επιδημία ήταν σαφέστατα μια καταστροφή για τους πρόσφυγες που εργάζονταν άτυπα για να εξασφαλίσουν ένα ελάχιστο εισόδημα. Οι στιγμές του εγκλεισμού στην αρχή της κρίσης ήταν επίσης πολύ περίπλοκες με ανθρώπους που δεν μπορούσαν πλέον να βρουν ιατρική περίθαλψη ή να έχουν πρόσβαση σε κουπόνια φαγητού και μκο περιορισμένες στις κινήσεις τους. Οι πληθυσμοί αυτοί έχουν λιγότερη πρόσβαση στην ιατρική περίθαλψη σε σχέση με τους άλλους, παρότι οι αρχές των χωρών αυτών γνωρίζουν ότι δεν είναι προς το συμφέρον τους να επιτρέψουν τη διασπορά των εστιών.
Σήμερα το πρόβλημα έγκειται κυρίως στην οικονομική κρίση που προκλήθηκε και που επηρεάζει αυτούς τους πληθυσμούς, κυρίως στον Λίβανο, όπου η κατάσταση συνδυάζεται με μια πολιτική κρίση.
Πρέπει επομένως να διατηρήσουμε ισχυρή παρουσία αναμένοντας ότι η κατάσταση θα επιτρέψει να σχεδιάσουμε την ανασυγκρότηση και την επιστροφή των προσφύγων. Μερικοί λένε ότι η κρίση της Συρίας έχει τελειώσει επειδή δεν ακούν πλέον να μιλούν για βομβαρδισμούς, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι ακόμα εκεί. Και οι ανάγκες παραμένουν τεράστιες».