«Μπλόκο» σε όλους εναπομείναντες λογαριασμούς που συνδέονται με τον στρατό της Μιανμάρ βάζει το Facebook κάνοντας λόγω για χρήση από την χούντα «φονικής βίας» κατά των διαδηλωτών που τάσσονται υπέρ της δημοκρατίας.
Όπως ανέφερε την Πέμπτη (25/2) η πλατφόρμα σε ανακοίνωσή της η απόφαση αυτή, η οποία τίθεται άμεσα σε ισχύ, αφορά τους στρατιωτικούς και οντότητες που ελέγχουν οι ένοπλες δυνάμεις της Μιανμάρ στο Facebook και το Instagram και απαγορεύει επίσης οποιαδήποτε διαφήμιση.
«Τα γεγονότα από το πραξικόπημα της 1ης Φεβρουαρίου, συμπεριλαμβανομένης της φονικής βίας, επίσπευσαν την ανάγκη για την απαγόρευση αυτή», διευκρινίζει το Facebook στην ανακοίνωσή του όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
«Πιστεύουμε ότι οι κίνδυνοι να επιτρέπεται ο Τατμαντάου (ο στρατός της Μιανμάρ) στο Facebook και το Instagram είναι πολύ μεγάλοι», προσθέτει.
Τις τελευταίες τρεις εβδομάδες, οι στρατηγοί δεν έχουν σταματήσει να εντείνουν την προσφυγή στη βία για να αποδυναμώσουν την κινητοποίηση υπέρ της δημοκρατίας στη Μιανμάρ, όπου χιλιάδες άνθρωποι κατεβαίνουν καθημερινά στους δρόμους για να διαδηλώσουν.
Ο αριθμός των νεκρών από τότε που έγινε το πραξικόπημα αυξήθηκε σε 5 χθες Τετάρτη, μετά τον θάνατο ενός 20χρονου άνδρα, ο οποίος υπέκυψε στα τραύματά του στην Μανταλάι, στο κεντρικό τμήμα της χώρας.
Η απαγόρευση αυτή αποσκοπεί στο να εμποδίσει τους στρατηγούς στη Μιανμάρ «να καταχρώνται την πλατφόρμα μας», επισημαίνεται στην ανακοίνωση.
Ο στρατός χρησιμοποίησε εκτενώς το Facebook για να διαδώσει κατηγορίες για εκλογική νοθεία στις εκλογές του Νοεμβρίου, τις οποίες κέρδισε το κόμμα της Αούνγκ Σαν Σου Τσι.
Μετά την ανάληψη της εξουσίας στη χώρα με πραξικόπημα, η χούντα έχει συλλάβει εκατοντάδες διαδηλωτές υπέρ της δημοκρατίας, έχει δώσει εντολή για διακοπές στη λειτουργία του διαδικτύου τη νύχτα και έχει απαγορεύσει πολλά μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μεταξύ των οποίων το Facebook, με στόχο να αποδυναμώσει το κίνημα κατά του στρατιωτικού πραξικοπήματος.
Η σημερινή ανακοίνωση έπεται απόφασης του Facebook το περασμένο σαββατοκύριακο να απαγορεύσει το «True News», την κύρια σελίδα που διαχειρίζεται η υπηρεσία πληροφόρησης του καθεστώτος, η οποία κατηγορείται για υποκίνηση στη βία.
Οι σελίδες των κυβερνητικών θεσμών που διαχειρίζεται πλέον η χούντα δεν επηρεάζονται από την απαγόρευση αυτή.
«Η απαγόρευση αυτή δεν καλύπτει τα υπουργεία και τις υπηρεσίες της κυβέρνησης που έχουν ως έργο τους την παροχή βασικών δημόσιων υπηρεσιών», διευκρινίζεται στην ανακοίνωση.
«Σε αυτές περιλαμβάνεται το υπουργείο Υγείας και Αθλημάτων και το υπουργείο Παιδείας», προστίθεται.
Τα τελευταία χρόνια ο κολοσσός των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχει απαγορεύσει εκατοντάδες σελίδες που συνδέονταν με τον στρατό, αλλά εξακολουθεί να δέχεται επικρίσεις για την έλλειψη αποτελεσματικότητας στον αγώνα κατά των κακόβουλων δημοσιεύσεων στη χώρα.
Ο επικεφαλής της χούντας Μιν Αούνγκ Χλάινγκ και άλλοι υψηλόβαθμοι αξιωματικοί εκδιώχθηκαν από την πλατφόρμα το 2018, έναν χρόνο έπειτα από καταστολή από τον στρατό που ανάγκασε περίπου 750.000 μέλη της μουσουλμανικής μειονότητας των Ροχίνγκια να διαφύγουν προς το γειτονικό Μπανγκλαντές.
Την ίδια χρονιά, το Facebook παραδέχθηκε ότι δεν είχε κάνει αρκετά για να εμποδίσει την υποκίνηση στη βία στη Μιανμάρ.
«Μπορούμε και οφείλουμε να κάνουμε περισσότερα», είχε δηλώσει τότε ο Άλεξ Βαρόφκα, στέλεχος της εταιρείας.