Η Αλ-Κάιντα χρηματοδοτεί όλο και περισσότερες τρομοκρατικές επιχειρήσεις της με τα λύτρα που καταβάλλουν ως επί το πλείστον ευρωπαϊκές χώρες για την απελευθέρωση δυτικών ομήρων, σύμφωνα με έρευνα των New York Times.
Όπως αναφέρεται στο σχετικό ρεπορτάζ, το συνολικό ύψος των λύτρων που έχουν καταβληθεί στην Αλ-Κάιντα από το 2008 ξεπερνά τα 125 εκατομμύρια δολάρια.
Μόνο για το 2013, τα λύτρα που έχουν καταβληθεί ανέρχονται σε 66 εκατομμύρια δολάρια, όπως αναφέρει η εφημερίδα. Απολογισμός του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών ανεβάζει σε 165 εκατομμύρια δολάρια το ποσόν των λύτρων που έχουν καταβληθεί από το 2008, σύμφωνα με το δημοσίευμα.
Αν και αρχικά οι πόροι του δικτύου της Αλ Κάιντα προέρχονταν κυρίως από πλούσιους δωρητές, “οι απαγωγές έναντι λύτρων έχουν μετατραπεί σήμερα στην σημαντικότερη πηγή χρηματοδότησης”, είχε προειδοποιήσει κατά τη διάρκεια ομιλίας του το 2012 ο Ντέιβιντ Κοέν, υφυπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ. “Κάθε μία συναλλαγή ενθαρρύνει την επόμενη συναλλαγή”, είχε πει.
Η ίδια η Αλ Κάιντα έχει αναγνωρίσει ανοικτά την κατάσταση αυτή, σύμφωνα με το δημοσίευμα.
“Η απαγωγή ομήρων είναι εύκολο χρήμα”, είχε γράψει ο Νάσερ αλ-Γουχάισι, ο επικεφαλής της Αλ-Κάιντα στην Αραβική Χερσόνησο, ” θα μπορούσα να την περιγράψω ως επικερδή εμπορική δραστηριότητα και πολύτιμο θησαυρό”.
Σύμφωνα με τον ίδιο, τα ποσά των λύτρων – περί τα 10 εκατομμύρια δολάρια ανά όμηρο στις πρόσφατες συναλλαγές- αντιπροσωπεύουν το ήμισυ του προϋπολογισμού λειτουργίας της Αλ-Κάιντα.
Στην έρευνα των New York Times περιλαμβάνονται περισσότερα από 90 εκατομμύρια δολάρια που έχουν καταβληθεί στην Αλ-Κάιντα στο ισλαμικό Μάγρεμπ από το 2008 εκ μέρους της Ελβετίας, της Ισπανίας , της Αυστρίας, μίας εταιρείας που ελέγχεται από το γαλλικό κράτος και δύο αγνώστων πηγών που έχουν πραγματοποιήσει δύο πληρωμές.
Οι αντάρτες σεμπάμπ της Σομαλίας έχουν λάβει 5,1 εκατομμύρια δολάρια εκ μέρους της Ισπανίας, ενώ η Αλ-Κάιντα στην Αραβική Χερσόνησο έχει λάβει περί τα 30 εκατομμύρια δολάρια σε δύο περιπτώσεις. Στην πρώτη περίπτωση, η πληρωμή έγινε εκ μέρους του Κατάρ και του Ομάν και στη δεύτερη, από άγνωστη πηγή.
Η Αυστρία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία και η Ελβετία αρνούνται ότι έχουν καταβάλει λύτρα για την απελευθέρωση ομήρων, το ίδιο και ο γαλλικός όμιλος Areva.
Ωστόσο, ένας μη κατονομαζόμενος πρώην αξιωματούχος των γαλλικών υπηρεσιών Πληροφοριών δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο τον περασμένο χρόνο: “Οι κυβερνήσεις και οι εταιρείες πληρώνουν σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις. Υπάρχουν πάντοτε λύτρα ή κάποιου είδους συναλλαγή: χρήματα, απελευθέρωση κρατουμένων, αποστολή όπλων”.
Στο ρεπορτάζ των New York Times περιλαμβάνονται μαρτυρίες πρώην ομήρων, διαπραγματευτών, διπλωματών, εκπροσώπων κυβερνήσεων από 10 χώρες της Ευρώπης, της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής. Στην έρευνα αναφέρεται επίσης ότι σε ορισμένες περιπτώσεις τα λύτρα “μεταμφιέζονται” σε αναπτυξαική βοήθεια.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βρετανία αρνούνται να πληρώσουν για την απελευθέρωση των απαχθέντων πολιτών τους, με αποτέλεσμα, σύμφωνα με το δημοσίευμα, μόνον λίγοι να έχουν διασωθεί, είτε μέσω στρατιωτικών επιχειρήσεων, είτε δραπετεύοντας.
Ωστόσο, οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν σε ορισμένες περιπτώσεις διατεθειμένες να διαπραγματευθούν , όπως έγινε πρόσφατα με την απελευθέρωση του αμερικανού στρατιώτη Μπο Μπέργκνταλ, ομήρου στο Αφγανιστάν, έναντι της απελευθέρωσης πέντε κρατουμένων ταλιμπάν στη βάση του Γκουαντάναμο.
Το 2013, οι ηγέτες της Ομάδας των 8 δεσμεύθηκαν “ότι απορρίπτουν απερίφραστα την καταβολή λύτρων στους τρομοκράτες”, χωρίς να θεσπίσουν ωστόσο επίσημη απαγόρευση.