Στην κατεύθυνση της παράτασης για πέντε χρόνια της συνθήκης New START για τον πυρηνικό αφοπλισμό δείχνουν να κινούνται Μόσχα και Ουάσινγκτον, με το Κρεμλίνο να λέει σήμερα ότι «χαιρετίζει» τη σχετική πρόταση του Τζο Μπάιντεν.
«Δεν μπορούμε παρά να χαιρετίσουμε την πολιτική βούληση να παραταθεί αυτό το έγγραφο» μερικές ημέρες πριν από τη λήξη του στις 5 Φεβρουαρίου, δήλωσε στους δημοσιογράφους ο εκπρόσωπος του Βλαντίμιρ Πούτιν Ντμίτρι Πεσκόφ, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ.
Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου πρόσθεσε ωστόσο ότι «όλα θα εξαρτηθούν από τις λεπτομέρειες της πρότασης αυτής» που θα πρέπει ακόμη να «μελετηθούν», καθώς η προηγούμενη κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ είχε επιδιώξει να επισυνάψει όρους σε μια ενδεχόμενη ανανέωση της συνθήκης.
Όμως «δεν συμφωνούμε πλήρως με έναν ορισμένο αριθμό αυτών των όρων, επομένως θα λάβουμε κατ΄αρχάς γνώση αυτού που προτείνουν οι Αμερικανοί και θα κάνουμε στη συνέχεια ένα σχόλιο» επέμεινε ο Πεσκόφ.
Ο νέος Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν πρότεινε χθες, Πέμπτη, την επομένη της ανάληψης των καθηκόντων του, την παράταση για πέντε χρόνια αυτής της συνθήκης-κλειδί για τον πυρηνικό αφοπλισμό ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και τη Μόσχα.
Η συνθήκη New START είναι «προς το εθνικό συμφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών και μια παράταση είναι ακόμη πιο αναγκαία καθώς οι σχέσεις με τη Ρωσία είναι τεταμένες» δήλωσε η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Τζεν Ψάκι σε συνέντευξη Τύπου.
Η κυβέρνηση Τραμπ είχε δεχθεί μόνο μια υπό όρους παράταση ενός έτους ώστε να διαπραγματευθεί μια ευρύτερη συμφωνία που θα περιελάμβανε την Κίνα, όμως οι συνομιλίες με τη Μόσχα, όπως και με το Πεκίνο, δεν κατέληξαν.
Η συνθήκη, που υπογράφηκε το 2010, είναι η τελευταία υφιστάμενη μεγάλη συμφωνία για τη μείωση των εξοπλισμών ανάμεσα στους δύο πρώην αντιπάλους του Ψυχρού Πολέμου, οι οποίοι σήμερα κατηγορούν ο ένας τον άλλον ότι τροφοδοτεί μια νέα κούρσα των εξοπλισμών.
Αφού εξελέγη με την υπόσχεση μιας πιο αυστηρής στάσης απέναντι στη Ρωσία από τον προκάτοχό του, ο Τζο Μπάιντεν ζήτησε ωστόσο παράλληλα από τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών μια παγκόσμια εξέταση της πρόσφατης γιγαντιαίας κυβερνοεπίθεσης που αποδόθηκε στους Ρώσους και ενδεχόμενης ανάμιξης στις τελευταίες αμερικανικές εκλογές.
Η ανάλυση αυτή αναμένεται επίσης να επικεντρωθεί σε πληροφορίες που εμφανίστηκαν στον αμερικανικό Τύπο, σύμφωνα με τις οποίες η Ρωσία κατέβαλε «πριμ» σε ταλιμπάν προκειμένου να σκοτώσουν Αμερικανούς στρατιώτες.
Απαντώντας σε ερωτήσεις των δημοσιογράφων, ο Πεσκόφ απέρριψε αυτά τα δύο θέματα και εκτίμησε πως «πολλά χρήματα των Αμερικανών φορολογούμενων» έχουν δαπανηθεί προκειμένου να κατηγορηθεί, χωρίς επιτυχία, η Ρωσία.
Η ρωσική διπλωματία δήλωσε αυτή την εβδομάδα ότι προσβλέπει σε μια πιο εποικοδομητική εργασία με τον Τζο Μπάιντεν για την παράταση της New START, εκτιμώντας ότι η κυβέρνηση Τραμπ είχε εξαπολύσει εκστρατεία για την καταστροφή του ελέγχου των εξοπλισμών.
Ο Ντόναλντ Τραμπ απέσυρε τις Ηνωμένες Πολιτείες από τρεις διεθνείς συμφωνίες-κλειδιά: εκείνην για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, από τη συνθήκη για χερσαίους πυραύλους μέσου βεληνεκούς INF και από τη συνθήκη Ανοικτών Ουρανών για την επαλήθευση των στρατιωτικών κινήσεων και του περιορισμού των εξοπλισμών.
Οι ρωσοαμερικανικές σχέσεις είναι στο χαμηλότερο επίπεδό τους μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, λόγω επίμονων διαφωνιών σε πολλά διεθνή θέματα και των αμερικανικών κατηγοριών για ρωσική ανάμιξη στις εκλογές ή για κυβερνοεπιθέσεις μεγάλου εύρους.
Η συνθήκη New START, που υπογράφηκε το 2010, περιορίζει τα οπλοστάσιο των δύο πυρηνικών δυνάμεων σε 1.550 κεφαλές το πολύ για την κάθε μία χώρα, δηλ. μια μείωση 30% σε σχέση με το προηγούμενο όριο που είχε καθοριστεί το 2002.
Περιορίζει επίσης τον αριθμό των εκτοξευτών και των βαρέων βομβαρδιστικών σε 800, που αρκούν για να καταστραφεί η Γη πολλές φορές.