Το ημερολόγιο έγραφε 11 Ιουνίου 1939 όταν επιστρατεύτηκαν τα χοτ-ντογκ στην προσπάθεια δύο λαών να επανεγκαθιδρύσουν διπλωματικές σχέσεις και πολιτική εγγύτητα: Βρετανία και ΗΠΑ ανακάλυπταν την πολιτική του φαγητού, σε μια κίνηση που θα έκανε γνωστό το παραδοσιακό έδεσμα της Αμερικής στον υπόλοιπο πλανήτη.
Με την απειλή του πολέμου να ρίχνει βαριά τη σκιά του στην Ευρώπη, ο βρετανός μονάρχης Γεώργιος ΣΤ’ και η σύζυγός του, βασίλισσα Ελισάβετ, αργότερα γνωστή ως Βασιλομήτωρ, επιδόθηκαν σε μια περιοδεία στις άλλοτε βρετανικές κτήσεις του Καναδά και των ΗΠΑ, στην πρώτη μάλιστα φορά που βρετανός εν ενεργεία βασιλιάς επισκεπτόταν θεσμικά τη βορειοαμερικανική ήπειρο.
Μαθαίνοντας για τη βασιλική επίσκεψη στη χώρα του, ο αμερικανός πρόεδρος Φράνκλιν Ρούσβελτ, σε μια κίνηση-ματ, καλεί το βασιλικό ζεύγος στην προσωπική του κατοικία στο Χάιντ Παρκ της Νέας Υόρκης. Ο σκοπός της πρόσκλησης δεν ήταν άλλος από την εξομάλυνση των τεταμένων διπλωματικών σχέσεων των δύο χωρών, που δεν είχαν καταλαγιάσει ποτέ μετά την Αμερικανική Επανάσταση, όταν οι Βρετανοί έχασαν μονομιάς τις αποικίες τους στις ΗΠΑ.
Με την Ευρώπη λοιπόν ένα βήμα πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Ρούσβελτ επιχειρεί να εγκαταλείψει την πολιτική του απομονωτισμού και να συνάψει στρατηγικές συμμαχίες με τις κραταιές ευρωπαϊκές δημοκρατίες. Επιπλέον, θέλοντας να απαλύνει τα αντιβρετανικά αισθήματα του λαού του, αποφασίζει να ψυχαγωγήσει το βασιλικό ζεύγος της Βρετανίας με ένα παραδοσιακό αμερικανικό πικνίκ, θεωρώντας πως έτσι θα κέρδισε ο βασιλιάς τη συμπάθεια του μέσου Αμερικανού.
Και βέβαια στο επίσημο, πλην χαλαρό, γεύμα την τιμητική του είχε το χοτ-ντογκ, αφήνοντας το βασιλικό ζεύγος να ξύνει το κεφάλι του για το πώς τρώγεται αυτό το πράγμα! Χαρακτηριστικό του κλίματος, η ερώτηση που σιγοψιθύρισε η βασίλισσα στην πρώτη κυρία της Αμερικής, Ελεονόρα Ρούσβελτ: «Πώς το τρως αυτό;»!
Μια ερώτηση αρκετά αστεία αν σκεφτούμε ότι η βασίλισσα προερχόταν από τη χώρα που «ανακάλυψε» το σάντουιτς, όταν ο John Montagu δηλαδή, 4ος κόμης του Σάντουιτς, παρήγγειλε έναν κομψό τρόπο να απολαμβάνει το κρεατάκι του στην εξοχή χωρίς μαχαιροπίρουνα, εγκαινιάζοντας έτσι τη μεγαλύτερη βρετανική συνεισφορά στην παγκόσμια γαστρονομία.
Η βασίλισσα απόλαυσε ωστόσο το βραστό λουκανικάκι της με μαχαίρι και πιρούνι, αν και ο βασιλιάς δεν ακολούθησε τον σνομπισμό της και το έφαγε με το χέρι, όπως εξάλλου και το προεδρικό ζεύγος της Αμερικής.
Την επόμενη μέρα, το προεδρικό πικνίκ έφτασε στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «New York Times», με τον πηχυαίο τίτλο να γράφει: «Ο βασιλιάς δοκιμάζει χοτ-ντογκ και ζητάει κι άλλο»! Η απλότητα του γεγονότος και η χαλαρή διάθεση όλων κατάφερε πράγματι να απαλύνει τα αντιβρετανικά αισθήματα των αμερικανών πολιτών, που είδαν πια το βασιλικό ζεύγος ως κανονικούς ανθρώπους και όχι σαν τη γνώριμη εικόνα που ήξεραν του κακού αποικιοκράτη ηγεμόνα!
Και είναι σίγουρο ότι το χοτ-ντογκ έπαιξε τον ρόλο του και λίγο αργότερα, όταν η Βρετανία κήρυξε τον πόλεμο στη ναζιστική Γερμανία τον Σεπτέμβριο του 1939, καθώς ο Ρούσβελτ ήταν πια σε θέση να πείσει ευκολότερα το Κογκρέσο αλλά και τον λαό να υποστηρίξουν τη βρετανική πολεμική προσπάθεια τόσο διπλωματικά όσο και οικονομικά, διατηρώντας πάντα την αμερικανική ουδετερότητα.
Κι όλα αυτά χάρη στο παραδοσιακό αμερικανικό χοτ-ντογκ, που μπορεί βέβαια να έχει τις ρίζες του στους γερμανούς αποίκους των ΗΠΑ, που έφεραν το λουκάνικο Φρανκφούρτης στον Νέο Κόσμο, ήταν στην Αμερική όμως που το χοτ-ντογκ θα γινόταν δημοφιλέστατο φτηνό φαγητό του δρόμου.
Όσο για το όνομά του, το Hot Dog δηλαδή, ο θρύλος το θέλει να εκπορεύεται από έναν πλανόδιο πωλητή βραστών λουκάνικων, ο οποίος είχε ονομάσει το έδεσμα Ντατσχάουντ Σάντουιτς, από τη γερμανική ράτσα κυνηγόσκυλων δηλαδή, όνομα που θεωρήθηκε μακροσκελές και κόπηκε κατόπιν στο «Hot Dog»…
Κι έτσι το χοτ-ντογκ αποτέλεσε το σημείο καμπής στις αγγλο-αμερικανικές σχέσεις…