Το Ιράν διαπραγματεύεται σοβαρά για μια συμφωνία που θα κάμψει το πυρηνικό πρόγραμμα της Ισλαμικής Δημοκρατίας, σημείωσε ένας ανώτερος αξιωματικός των υπηρεσιών πληροφοριών του Ισραήλ, σηματοδοτώντας πιθανόν μια αλλαγή του τόνου από μέρους της κυβέρνησης του ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος ως σήμερα επιδεικνύει έντονο σκεπτικισμό.
Ο υποστράτηγος Ιτάι Μπρουν, επικεφαλής αναλυτής της υπηρεσίας πληροφοριών του στρατού του Ισραήλ, είπε σε μια σύνοδο για θέματα ασφάλειας πως το Ιράν εφαρμόζει την μεταβατική συμφωνία του Νοεμβρίου του 2013, την οποία ο Νετανιάχου είχε καταδικάσει ως ένα «ιστορικό λάθος», διότι προέβλεπε άμβλυνση των κυρώσεων.
Με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, τη Ρωσία, την Κίνα, τη Γαλλία, τη Βρετανία και τη Γερμανία να αυξάνουν τις επαφές με το Ιράν ενόψει της προθεσμίας στην οποία είχαν δεσμευτεί -της 20ης Ιουλίου- για την επίτευξη μιας οριστικής συμφωνίας, ο Μπρουν εξέφρασε συγκρατημένη αισιοδοξία.
«Είναι πολύ πιθανό ότι το Ιράν και οι διεθνείς δυνάμεις που διαπραγματεύονται μαζί του κινούνται προς την υπογραφή, κάποια στιγμή μέσα στη χρονιά, μιας οριστικής συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα» της Ισλαμικής Δημοκρατίας, ανέφερε ο Μπρουν μιλώντας στη Σύνοδο της Χερτσλίγια για την ασφάλεια.
«Στο μεταξύ το Ιράν τηρεί τη μεταβατική συμφωνία και οι πιέσεις, κυρίως η οικονομική κρίση (που αντιμετωπίζει) το ωθούν προς έναν διάλογο, τον οποίο εμείς θεωρούμε σοβαρό, για μια οριστική συμφωνία».
Η τοποθέτηση του Μπρουν αποτελεί μια σπάνια ένδειξη απόκλισης από την απορριπτική στάση του Νετανιάχου έναντι των διαπραγματεύσεων με το Ιράν, αν και δεν είναι η πρώτη. Τον Ιανουάριο, ο επικεφαλής του γενικού επιτελείου αεροπορίας των ένοπλων δυνάμεων του Ισραήλ, ο υποπτέραρχος Αμίρ Εσέλ, είχε εκτιμήσει ότι η διπλωματική προσέγγιση με το Ιράν μοιάζει να βρίσκεται «σε θετική κατεύθυνση», αλλά πρόσθεσε: «δεν ξέρω πώς θα τελειώσει».
Όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, οι διαπραγματεύσεις φάνηκαν να σκοντάφτουν στη Βιέννη τον περασμένο μήνα, όταν τα μέρη αλληλοκατηγορήθηκαν ότι προέβαλαν ανεφάρμοστες απαιτήσεις. Στο επίκεντρο της διένεξης είναι το ερώτημα σε ποια έκταση το Ιράν, το οποίο αρνείται τις δυτικές καταγγελίες πως επιδιώκει να αποκτήσει την δυνατότητα να κατασκευάσει πυρηνικά όπλα, θα διατηρήσει τεχνολογίες που θα του επέτρεπαν να αποκτήσει τέτοια, αλλά και η άρση περαιτέρω κυρώσεων.
Αξιωματούχοι του Ιράν συναντώνται με αξιωματούχους των ΗΠΑ και της ΕΕ στη Γενεύη σήμερα και αύριο σε μια προσπάθεια να διασώσουν τις διπλωματικές προσπάθειες.
Το Ισραήλ, που γενικά θεωρείται η μόνη πυρηνική δύναμη στη Μέση Ανατολή, θεωρεί πως απειλείται από την προοπτική η Ισλαμική Δημοκρατία, η οποία όπως τονίζει η ισραηλινή κυβέρνηση θέλει την καταστροφή του εβραϊκού κράτους, να αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Οι Ισραηλινοί απειλούν να εξαπολύσουν επίθεση στο Ιράν μονομερώς εάν κρίνουν ότι η διπλωματία δεν αρκεί για να αποτρέψει την απόκτηση πυρηνικών όπλων από το Ιράν, και αυτό τους έχει δώσει ένα πλεονέκτημα στις δυτικές πρωτεύουσες.
Νωρίτερα σήμερα ο Γιουβάλ Στάινιτς, ο υπουργός παρά τω πρωθυπουργώ ο οποίος είναι αρμόδιος για τα πυρηνικά και στενός συνεργάτης του Νετανιάχου, επανέλαβε πως η κυβέρνηση του Ισραήλ φοβάται πως θα επιτραπεί στο Ιράν να διατηρήσει την δυνατότητα να παραγάγει σχάσιμο υλικό ώστε να κατασκευάσει ένα πυρηνικό όπλο.
«Μια καλή συμφωνία με το Ιράν είναι μια συμφωνία βάσει της οποίας το Ιράν μπορεί να έχει την ικανότητα να συνεχίσει ένα πολιτικό πυρηνικό πρόγραμμα όπως έχουν και άλλες χώρες —η Σουηδία ή η Νότια Κορέα ή η Ισπανία—, αλλά χωρίς τη δυνατότητα να εμπλουτίζει ουράνιο και χωρίς τη δυνατότητα να παράγει πλουτώνιο», είπε ο Στάινιτς. Πρόσθεσε ότι το Ισραήλ θα προτιμούσε να μην τηρηθεί η προθεσμία του Ιουλίου παρά να υπάρξει μια «κακή συμφωνία».
«Αντιταχθήκαμε στη μεταβατική συμφωνία διότι είδαμε προβλήματα και κενά σε αυτή. Δεν μας αρέσει ασφαλώς η ιδέα να παραταθούν οι συνομιλίες για μισό χρόνο ή για πολλούς μήνες», πρόσθεσε ο Στάινιτς.
«Αλλά η εναλλακτική που θα ανακύψει τις επόμενες εβδομάδες, αρχής γενομένης από την επόμενη εβδομάδα, θα είναι να υπάρξει προσπάθεια να σφραγιστεί μια συμφωνία με οποιοδήποτε τίμημα… θα ήταν προτιμότερο —αν και δεν το επιθυμούμε και τόσο αυτό— να παραταθούν οι συνομιλίες για κάποιες εβδομάδες ή κάποιους μήνες για να κλείσουν τα κενά σε ένα ζήτημα το οποίο είναι τόσο κρίσιμο για τη δική μας και την παγκόσμια ασφάλεια», πρόσθεσε.