Την άποψη ότι «η μόνη λύση για την αντιμετώπιση της πανδημίας του νέου κορονοϊού θα είναι ο υποχρεωτικός εμβολιασμός», διατυπώνει σε δηλώσεις της η πρώην πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αυστρίας και υποψήφια στις αυστριακές προεδρικές εκλογές του 2016, Ίρμγκαρντ Γκρις, απορρίπτοντας ταυτόχρονα ως «αντιπαραγωγική» τη θέση ότι ο εμβολιασμός θα είναι προαιρετικός.
Το «προαιρετικό» του εμβολιασμού υποστηρίζουν με έμφαση ο ομοσπονδιακός καγκελάριος Σεμπάστιαν Κουρτς και η αυστριακή ομοσπονδιακή κυβέρνηση συνασπισμού του Λαϊκού Κόμματός του και των Πράσινων.
Μιλώντας σε εκπομπή της δημόσιας Αυστριακής Τηλεόρασης, η Ίρμγκαρντ Γκρις αναφέρθηκε στους περιορισμούς λόγω της πανδημίας και στις συνέπειές τους, και, επισημαίνοντας ότι «έχουν καταστραφεί υπάρξεις, άνθρωποι χάνουν τις ζωή τους, υφίστανται μόνιμες ζημίες», ζήτησε «τον τερματισμό αυτής της κατάστασης».
«Εάν ο εμβολιασμός συνιστά μία διέξοδο -και η επιστήμη πρέπει να απαντήσει σε αυτό- τότε η πολιτική πρέπει να πιέσει σε αυτή την κατεύθυνση», απαίτησε στην ίδια τηλεοπτική εκπομπή η Συνήγορος Ασθενών Ζίγκριντ Πιλτς, σημειώνοντας ότι εκκλήσεις και παραπομπές στον οικογενειακό γιατρό δεν επαρκούν και θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για την ενημέρωση και την απάντηση στα ερωτήματα του κόσμου.
Από την πλευρά της, η καθηγήτρια του Ιατρικού Πανεπιστημίου Βιέννης Ούρσουλα Βίντερμαν-Σμιντ, επικεφαλής του Ινστιτούτου Μολυσματικών Ασθενειών και Ανοσιολογίας, θεωρεί ατυχή τη συζήτηση ως προς τον υποχρεωτικό εμβολιασμό, καθώς, όπως επισήμανε, «μέσα στο εγγύς μέλλον δεν θα ήταν αρκετά εμβόλια διαθέσιμα για όλο τον πληθυσμό».
Επιπλέον, κατά την άποψή της, θα δημιουργούνταν ακόμη περισσότερος φόβος στους ανθρώπους, και για αυτό θα πρέπει αρχικά οι εμβολιασμοί κατά του κορονοϊού να εστιαστούν σε ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού όπως και στο υγειονομικό-νοσηλευτικό προσωπικό.
Για τη σύμβουλο Υγείας του ομόσπονδου κρατιδίου της Στυρίας Γιουλιάνε Μπόγκνερ-Στράους, οι ανησυχίες των σκεπτικιστών του εμβολιασμού πρέπει να ληφθούν πολύ σοβαρά υπόψη, η ενημέρωση του πληθυσμού πρέπει να είναι διαφανής, ουδέτερη και σε κατανοητή γλώσσα για να «μπορέσουν όλοι να πειστούν ότι ο εμβολιασμός είναι επί του παρόντος η μόνη ελπίδα για το μέλλον».
Η ίδια βλέπει την προθυμία εμβολιασμού ήδη «σε μεγάλη άνοδο», και με την έγκριση ασφαλών και δοκιμασμένων εμβολίων, η αποδοχή θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο, και σημαντική είναι, κατά την άποψή της, μία «σαφής επικοινωνία» όπως και «διασάφηση» από αξιόπιστους γιατρούς και από τις υπηρεσίες υγείας.