Η ατμόσφαιρα είναι ήδη εορταστική στην πολιτεία της Τζόρτζια, στις ΗΠΑ, κι ας απομένουν περίπου τέσσερις μέρες για τις εκλογές.
Η Τζορτζια, που βρίσκεται στον συντηρητικό νότο των ΗΠΑ, έχει να ψηφίσει υποψήφιο των Δημοκρατικών για τον Λευκό Οίκο από το 1992. Όμως τώρα ο 77χρονος Τζο Μπάιντεν εμφανίζεται στις δημοσκοπήσεις να δίνει μάχη στήθος με στήθος με τον Ρεπουμπλικάνο πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.
Και οι Δημοκρατικοί ονειρεύονται, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ.
Σχεδόν το 40% των ψηφοφόρων στη Τζόρτζια έχουν ήδη ψηφίσει για τις προεδρικές εκλογές, αλλά και για τοπικές και βουλευτικές.
Δύο υποψήφιοι των Δημοκρατικών έχουν πιθανότητες να αντικαταστήσουν τους Ρεπουμπλικάνους γερουσιαστές που εκπροσωπούν την πολιτεία. Η νίκη του ενδέχεται να αλλάξει την πλειοψηφία στη Γερουσία.
Πολύ λίγοι αναποφάσιστοι ψηφοφόροι
Με έναν κάτοικο στους τρεις να είναι Αφροαμερικανός και τον πληθυσμό της πόλης να αποτελείται ολοένα και περισσότερο από νέους, πτυχιούχους διάφορων εθνικότήτων, η περιοχή της Ατλάντα στη Τζόρτζια έχει αυτή τη φορά «πολύ λίγους αναποφάσιστους ψηφοφόρους», μόνο το 4% , όπως εξηγεί ο καθηγητής πολιτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο της Τζόρτζια Τρέι Χουντ.
«Για τα κόμματα το ζητούμενο λοιπόν είναι η περισσότερο η κινητοποίηση παρά η πειθώς» προσθέτει.
«Η δημογραφική αλλαγή των τελευταίων δεκαετιών εξηγεί εν μέρει τη μάχη στήθος με στήθος μεταξύ του Τραμπ και του Μπάιντεν» σύμφωνα με τον Χουντ. «Όμως ένα μέρος της οφείλεται και στην πραγματική κινητοποίηση των Δημοκρατικών να ψηφίσουν κατά του Τραμπ».
«Εκπληκτική στιγμή»
Ενώπιον δεκάδων υποστηρικτών τους που φορούν μάσκες με το λογότυπο «Μπάιντεν- Χάρις», οι δύο Δημοκρατικοί υποψήφιοι για τη Γερουσία, ο Τζον Όσοφ και ο πάστορας Ράφαελ Ουόρνοκ ανεβαίνουν στη σκηνή που έχει στηθεί σε πάρκο της Ατλάντα.
«Είναι μια εκπληκτική στιγμή για την ιστορία της Τζόρτζια» σχολιάζει ο Ουόρνοκ, ο οποίος λειτουργεί στην εκκλησία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ.
Όμως και ο Ντόναλντ Τραμπ προσπαθεί να απευθυνθεί στους Αφροαμερικανούς ψηφοφόρους.
«Δεν πιστεύω ότι ο Τραμπ είναι ρατσιστής» σχολίασε ο Βέρνον Τζόουνς, ένας Αφροαμερικακός, Δημοκρατικός βουλευτής του κοινοβουλίου της Τζόρτζια, ο οποίος όπως και το 2016, έτσι και φέτος ψήφισε τον Ρεπουμπλικάνο υποψήφιο. Δίνω «προτεραιότητα στη χώρα μου, όχι στο κόμμα μου» σχολίασε.
«Έδωσε δουλειά σε μαύρους άνδρες, τους επέτρεψε να ξεκινήσουν τις δικές τους επιχειρήσεις και σε πολλούς να βγουν από τη φυλακή» τόνισε.
Όμως αν θέλει να νικήσει τον Μπάιντεν, που στις δημοσκοπήσεις σε εθνικό επίπεδο προηγείται, ο Τραμπ θα πρέπει να κινητοποιήσει περισσότερους ψηφοφόρους από τη βάση του του 2016.
Βγαίνοντας από ένα εκλογικό κέντρο της κομητείας Γκούινετ, η οποία το 2016 είχε ψηφίσει για πρώτη φορά τη Δημοκρατική υποψήφια Χϊλαρι Κλίντον, ο Κεν Μιλερ δηλώνει ότι σε ηλικία 47 ετών ψηφίζει «για πρώτη φορά».
«Ψήφισα τον Τραμπ διότι απεχθάνομαι τους πολιτικούς» εξηγεί. «Είναι ο πρώτος που έδωσε υποσχέσεις τις οποίες τήρησε».
Φλόριντα: Χαμηλό ποσοστό συμμετοχής σε καθοριστικές κομητείες ανησυχεί τους Δημοκρατικούς
Οι Δημοκρατικοί ανησυχούν για τα χαμηλά ποσοστά εκλογικής συμμετοχής των ψηφοφόρων στη μεγαλύτερη κομητεία της Φλόριντας, το Μαϊάμι Ντέιντ, όπου ισχυρή παρουσία των Ρεπουμπλικάνων θέτει σε κίνδυνο τις πιθανότητες επικράτησης του Τζο Μπάιντεν, στην πιο κρίσιμη αμερικανική πολιτεία της εκλογικής διαδικασίας, όπως σχολιάζει το POLITICO.
Κανένας Δημοκρατικός δε μπορεί να νικήσει στη Φλόριντα χωρίς να υπάρξει μεγάλη συμμετοχή των ψηφοφόρων στις εκλογές, ενώ τα μεγάλα ποσοστά εκλογικής νίκης είναι απαραίτητα στη συγκεκριμένη κομητεία, ώστε να αντισταθμιστούν απώλειες σε άλλες περιοχές της Φλόριντας.
Ωστόσο, οι Δημοκρατικοί ψηφίζουν σε χαμηλότερα ποσοστά από τους Ρεπουμπλικάνους και τα ποσοστά συμμετοχής είναι χαμηλότερα από την αντίστοιχη χρονική περίοδο του 2016, όταν η Χίλαρι Κλίντον κέρδισε στο Μαϊάμι, με διαφορά 29 ποσοστιαίων μονάδων, αλλά έχασε την πολιτεία υπέρ του Ντόναλντ Τραμπ.
Ένα ουσιαστικό σημείο εκλογικής ανησυχίας είναι το σχετικό μερίδιο των ψήφων από τους νέους μαύρους ψηφοφόρους, αλλά και τους ψηφοφόρους που δε σχετίζονται άμεσα με το Δημοκρατικό Κόμμα, όπως επισημαίνει το ΑΜΠΕ.
Μέρος του προβλήματος ,σύμφωνα με τις συνεντεύξεις δέκα και πλέον εκλεγμένων Δημοκρατικών αξιωματούχων και στελεχών, εντοπίζεται στην απόφαση της προεκλογικής εκστρατείας του Μπάϊντεν να αποθαρρύνει το προσωπικό της που δραστηριοποιείται επί του προεκλογικού πεδίου, από την υλοποίηση μιας τακτικής προσέγγισης ψηφοφόρων πόρτα-πόρτα, στη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, αλλά και της συνακόλουθης καθυστέρησης να δώσει το πράσινο φως για τη συλλογή χρημάτων μέσω δωρεών, από την αναφερόμενη τακτική προσέγγισης ψηφοφόρων.
«Δε λάβαμε χρήματα από διαφορετικούς φορείς που θα μπορούσαν να κάνουν αυτό το είδος της δράσης, μέχρι αργά στην προεκλογική εκστρατεία» δηλώνει η βουλευτής των Δημοκρατικών Φρεντερίκα Γουίλσον, η οποία εκπροσωπεί την εκλογική περιφέρεια του Μαϊάμι, με ουσιαστικό ποσοστό μαύρων ψηφοφόρων.
Η ίδια είπε, πως τα καλά νέα είναι ότι η υποψήφια του Μπάιντεν για την αντιπροεδρία των ΗΠΑ, Κάμαλα Χάρις, γερουσιαστής των Δημοκρατικών από την Καλιφόρνια, συνεργάζεται μαζί της για την οργάνωση μιας προεκλογικής εκδήλωσης συμμετοχής στις εκλογές, που θα πραγματοποιηθεί το Σαββατοκύριακο, με στόχο την προσέγγιση των νεαρών μαύρων ψηφοφόρων.
Ωστόσο, η Γουίλσον που θεωρείται πλέον μία από τους βετεράνους βουλευτές των Δημοκρατικών στο Κογκρέσο, δήλωσε πως καταρτισμένα στελέχη της προεκλογικής της εκστρατείας που έχουν διακριθεί στη δουλειά τους με στόχο την αυξημένη συμμετοχή των ψηφοφόρων στις εκλογές, αναμένουν ακόμη την έγκριση της προεκλογικής εκστρατείας του Μπάιντεν, ώστε να ενεργοποιηθούν, με την καθυστέρηση αυτή να προκαλεί σύγχυση, για τη λειτουργία μιας προεκλογικής εκστρατείας, που συγκέντρωσε το ποσό ρεκόρ των 363 εκατομμυρίων δολαρίων τον προηγούμενο μήνα.
«Έβαλα τις φωνές. Ούρλιαξα. Τηλεφώνησα. Προσέγγισα στελέχη από την κορυφή μέχρι τη βάση» δήλωσε η Γουίλσον για τις προσπάθειες της, ώστε να ενεργοποιηθούν προεκλογικές δράσεις αύξησης της συμμετοχής των ψηφοφόρων στις εκλογές, εντός της εκλογικής της περιφέρειας.
Μεταξύ των πρωτοβουλιών της είναι και η αποστολή γραπτών προτάσεων στην προεκλογική εκστρατεία του Μπάιντεν, αλλά και η πραγματοποίηση ψηφιακών συναντήσεων με τους συμβούλους του.