Ο Σλοβένος υπουργός Εξωτερικών, Καρλ Έριαβετς, δήλωσε πως η συνεχιζόμενη κρίση στην Ουκρανία δεν έχει μέχρι στιγμής προκαλέσει οικονομική ζημία στη Σλοβενία.
Ο Έριαβετς εξέφρασε παράλληλα την ελπίδα, ότι οι εμπορικές σχέσεις της χώρας του με τη Ρωσία και την Ουκρανία δεν θα επηρεαστούν.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση της αντιπολίτευσης, από το βήμα του σλοβενικού κοινοβουλίου, ο κ. Έριαβετς σημείωσε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) δεν έχει εφαρμόσει οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, παρά μόνο προχώρησε σε στοχευμένο «πάγωμα» περιουσιακών στοιχείων και σε ταξιδιωτικές απαγορεύσεις μεμονωμένων ατόμων.
Οι ετήσιες εμπορικές συναλλαγές της Σλοβενίας με τη Ρωσία υπολογίζονται σε 1,7 δισ. ευρώ, ενώ φέτος προβλέπεται ότι θα ανέλθουν σε 2 δισ. ευρώ.
Ως πρόεδρος της κοινής οικονομικής επιτροπής μεταξύ των δύο χωρών, ο κ. Έριαβετς είπε ότι θα προτείνει μια αναθεώρηση όλων των κοινών προγραμμάτων, κατά την επόμενη συνεδρίαση της επιτροπής, που αναμένεται να πραγματοποιηθεί τον Μάιο ή τον Ιούνιο.
Περαιτέρω, ο υπουργός Εξωτερικών είπε ότι η Σλοβενία εξακολουθεί να ελπίζει πως θα μπορούσε να επιτευχθεί μία ισχυρή ανάπτυξη των εμπορικών συναλλαγών με την Ουκρανία.
Η Ουκρανία, η οποία το 2011 επελέγη να φιλοξενήσει το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Μπάσκετ του 2015, είχε ζητήσει τη συνδρομή της Σλοβενίας για την προετοιμασία της διοργάνωσης, λόγω της εμπειρίας που αποκόμισε από τη φιλοξενία του EuroBasket το 2013, όμως τα σχέδια αυτά έχουν τώρα εγκαταλειφθεί, σημείωσε ο κ. Έριαβετς.
Σχετικά με το δημοψήφισμα που έγινε στην Κριμαία και την επακόλουθη προσάρτηση από τη Ρωσία, ο υπουργός σημείωσε ότι “αυτό δε σημαίνει ότι τα σύνορα στην περιοχή αυτή έχουν αλλάξει”.
«Ο χρόνος θα δείξει τι θα συμβεί» πρόσθεσε. Επανέλαβε δε, ότι η Σλοβενία έχει καταδικάσει τις προσπάθειες υπονόμευσης της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας και την παράκαμψη του Συντάγματός της, ενώ απηύθυνε έκκληση για διάλογο μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας.
Αναφερόμενος τέλος στη συνάντηση των υπουργών εξωτερικών των δύο χωρών, που έγινε τη Δευτέρα, σημείωσε ότι «είναι το πρώτο βήμα που θα οδηγήσει σε λύσεις αποδεκτές, τόσο για τους Ουκρανούς, όσο και για τους Ρώσους».