Με την ευκαιρία του κουρδικού Νέου Έτους, ο φυλακισμένος αρχηγός των Κούρδων ανταρτών, Αμπντουλάχ Οτσαλάν, ζήτησε σήμερα την επανάληψη των, ένα χρόνο μετά την κατάπαυση του πυρός που κήρυξε το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK).
«Η διαδικασία του διαλόγου είναι σημαντική, αλλά εξακολουθεί να μην έχει καταφέρει να επιτρέψει μια συμφωνία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο εξακολουθεί να μην υπάρχει εγγύηση για μια διαρκή ειρήνη όπως έχουν σήμερα τα πράγματα, έχει καταστεί αναπόφευκτο να υπάρξει ένα νομικό πλαίσιο για την ειρηνευτική διαδικασία», αναφέρει ο Οτσαλάν σε μήνυμα που αναγνώσθηκε ενώπιον άνω των 200.000 ανθρώπων οι οποίοι είχαν συγκεντρωθεί στο Ντιγιάρμπακιρ (νοτιοανατολική Τουρκία).
«Η διαδικασία του διαλόγου που συνεχίζεται σήμερα, είναι σημαντική. Επέτρεψε στα δύο μέρη να δείξουν την καλή θέλησή τους και την ικανότητά τους. Τα δύο μέρη αντεπεξήλθαν με αποφασιστικότητα σ’ αυτή τη δοκιμασία, έστω κι αν η κυβέρνηση επεδίωξε να κερδίσει χρόνο», συνέχισε ο ιστορικός ηγέτης του PKK.
Πριν από ένα χρόνο ακριβώς, με μήνυμά του που αναγνώσθηκε στο Ντιγιάρμπακιρ, ο Οτσαλάν είχε ανακοινώσει μια μονομερή κατάπαυση του πυρός του κινήματός του, έπειτα από πολλούς μήνες μυστικών διαπραγματεύσεων με τον αρχηγό των τουρκικών υπηρεσιών πληροφοριών (MIT).
Όμως η ειρηνευτική διαδικασία κόλλησε το Σεπτέμβριο, όταν οι Κούρδοι αντάρτες ανακοίνωσαν τη διακοπή της αποχώρησης των μαχητών τους από το τουρκικό έδαφος προς τις βάσεις τους στο βόρειο Ιράκ, κατηγορώντας την Άγκυρα ότι δεν εφάρμοσε τις υπεσχημένες μεταρρυθμίσεις.
Το Δεκέμβριο, η ισλαμοσυντηρητική κυβέρνηση του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προχώρησε στην ψήφιση μιας σειράς μεταρρυθμίσεων που έχουν στόχο την ενίσχυση των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, επιτρέποντας κυρίως την εκπαίδευση στην κουρδική γλώσσα στα ιδιωτικά σχολεία.
Ωστόσο οι Κούρδοι θεωρούν ανεπαρκείς αυτές τις μεταρρυθμίσεις. Απαιτούν κυρίως την απελευθέρωση των κούρδων κρατουμένων, το δικαίωμα να εκπαιδεύονται στην κουρδική γλώσσα στα δημόσια ιδρύματα, καθώς και τη μείωση του ορίου του 10% που είναι απαραίτητο για την είσοδο στο κοινοβούλιο.