Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες επιθυμούν μια συμφωνία με το Ιράν, πρέπει πρώτα να επιστρέψουν στην πυρηνική συμφωνία του 2015 στην οποία κατέληξε η Τεχεράνη με έξι παγκόσμιες δυνάμεις και την οποία εγκατέλειψε η Ουάσιγκτον πριν από δύο χρόνια, δήλωσε σήμερα ο Ιρανός πρόεδρος Χασάν Ροχανί.
«Η πολιτική άσκησης μέγιστης πίεσης της Ουάσιγκτον απέτυχε 100%… Αν η Ουάσιγκτον επιθυμεί μια συμφωνία μαζί μας, πρέπει να ζητήσει συγγνώμη που αποχώρησε από τη συμφωνία και να επιστρέψει σε αυτήν», είπε ο Ροχανί σε συνέντευξη Τύπου που αναμεταδόθηκε από την τηλεόραση.
Οι μακρόχρονες εντάσεις ανάμεσα στους δύο αντιπάλους έφθασαν σε μια κορύφωση από το 2018 όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ αποχώρησε από τη συμφωνία στην οποία είχε καταλήξει ο προκάτοχός του Μπαράκ Ομπάμα και επανέφερε τις κυρώσεις που έχουν επιφέρει σοβαρό πλήγμα την ιρανική οικονομία.
Αντιδρώντας σε αυτό που η Ουάσιγκτον αποκαλεί εκστρατεία άσκησης «μέγιστης πίεσης» προκειμένου να αναγκαστεί το Ιράν να διαπραγματευθεί μια νέα συμφωνία, η Τεχεράνη παρέβη σημαντικά όρια για την πυρηνική της δραστηριότητα που είχαν επιβληθεί με τη συμφωνία του 2015, με βάση την οποία η Ισλαμική Δημοκρατία δέχθηκε περιορισμούς στο πρόγραμμά της εμπλουτισμού ουρανίου με αντάλλαγμα τη χαλάρωση των κυρώσεων.
Την περασμένη εβδομάδα η διοίκηση Τραμπ προσπάθησε να επαναφέρει τις κυρώσεις των Ηνωμένων Εθνών σε βάρος του Ιράν, περιλαμβανομένου ενός εμπάργκο όπλων που λήγει τον Οκτώβριο βάσει της συμφωνίας του 2015.
Όμως 13 από τις 15 χώρες μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ — περιλαμβανομένης της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Βρετανίας, οι οποίες μαζί με τη Ρωσία και την Κίνα παραμένουν στη συμφωνία, απέρριψαν την προσπάθεια των ΗΠΑ ως άκυρη, δεδομένου ότι η Ουάσιγκτον έχει αποχωρήσει από τη συμφωνία και δήλωσαν ότι η κίνηση αυτή πλήττει τις προσπάθειες για τον περιορισμό της πυρηνικής δραστηριότητας του Ιράν.