Η επέλαση του κορονοϊού στην Ευρώπη θα έχει ως αποτέλεσμα και τη ματαίωση των φετινών τελετών μνήμης στις πρώην εγκαταστάσεις του στρατοπέδου συγκέντρωσης στο Μαουτχάουζεν της Άνω Αυστρίας, όπου, 3.700 Έλληνες, μαζί με πολλές δεκάδες χιλιάδες άλλους ανθρώπους, υπήρξαν θύματα της ναζιστικής θηριωδίας στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπως ανακοίνωσε η Αυστριακή Επιτροπή Μαουτχάουζεν.
Οι κεντρικές τελετές, με την ευκαιρία μάλιστα της συμπλήρωσης φέτος, 75 χρόνων από την απελευθέρωση του στρατοπέδου, επρόκειτο να πραγματοποιηθούν την Κυριακή 10 Μαΐου και σε αυτές αναμένονταν -όπως κάθε χρόνο- δεκάδες επίσημες αντιπροσωπείες και πολλές χιλιάδες προσκυνητές από όλη την Ευρώπη, ενώ θα ήταν παρούσα η πολιτειακή και πολιτική ηγεσία της Αυστρίας, με επικεφαλής τον ομοσπονδιακό πρόεδρο, Αλεξάντερ Βαν ντερ Μπέλεν.
Στο ελληνικό μνημείο στο πρώην ναζιστικό στρατόπεδο εξόντωσης, ο Ελληνισμός τιμά κάθε χρόνο την μνήμη των 3.700 θυμάτων του, με τρισάγιο, ομιλίες, καταθέσεις στεφάνων, παρουσίαση του μνημειώδους έργου του Μίκη Θεοδωράκη, «Μαουτχάουζεν», και με εκπροσώπηση της ελληνικής πολιτείας.
Όπως τονίζεται στην ανακοίνωση της Αυστριακής Επιτροπής Μαουτχάουζεν, σε στενή συνεργασία με τη Διεθνή Επιτροπή Μαουτχάουζεν, ετοιμάζεται μία ψηφιακή παρουσίαση στις 10 Μαΐου, από την ιστοσελίδα της Επιτροπής, των διεθνών εκδηλώσεων απελευθέρωσης του ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης, με ιστορικό οπτικοακουστικό υλικό και τη συμμετοχή αυτόπτων μαρτύρων από τους ελάχιστους πλέον εν ζωή επιζώντες του.
Επίσης, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, στο διάστημα από 26 Απριλίου έως 20 Μαΐου, στο πλαίσιο ενός Αφιερώματος Μνήμης, θα υπάρχει η δυνατότητα παρακολούθησης ψηφιακά και μέσω της ιστοσελίδας της Επιτροπής ιστορικού υλικού με δεκάδες συνεντεύξεις και καταθέσεις ψυχής επιζώντων του στρατοπέδου, στελεχών των τότε συμμαχικών δυνάμεων που συμμετείχαν στην απελευθέρωσή του, την 5η Μαίου 1945, εκπροσώπων αντιστασιακών οργανώσεων και πολιτικών ηγετών.
Το στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Μαουτχάουζεν, έξω από το ομώνυμο χωριό 170 χιλιόμετρα δυτικά της Βιέννης, ιδρύθηκε από τους Γερμανούς ναζιστές, πριν από 82 χρόνια, τον Αύγουστο του 1938 -λίγους μήνες μετά την προσάρτηση της Αυστρίας στο γερμανοναζιστικό Γ’ Ράιχ στις 12 Μαρτίου 1938- αρχικά για να μεταφερθούν εκεί κρατούμενοι από το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου και μετά από το Άουσβιτς.
Μέχρι την απελευθέρωσή του από συμμαχικά στρατεύματα στις 5 Μαΐου 1945, πάνω από 206.000 κρατούμενοι από όλη την Ευρώπη γνώρισαν στο Μαουτχάουζεν ό,τι πιο απάνθρωπο μπορεί να συλλάβει ο ανθρώπινος νους. Για τους 122.797 από αυτούς -ανάμεσά τους και 3.700 Έλληνες- η απελευθέρωση ήλθε πολύ αργά, καθώς είχαν ήδη αφήσει στα κρεματόρια του Μαουτχάουζεν την τελευταία τους πνοή.
Μετά τον πόλεμο οι εγκαταστάσεις του ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης μετατράπηκαν σε μουσείο και τόπο προσκυνήματος με μνημεία των χωρών που είχαν εκεί τα θύματά τους. Κάθε χρόνο, στην επέτειο απελευθέρωσης του, συρρέουν στο Μαουτχάουζεν πολλές χιλιάδες προσκυνητές από τα πέρατα της Ευρώπης, αλλά και οι ελάχιστοι πλέον εν ζωή από τους επιζώντες του.
Το μνημειώδες έργο του, «Μαουτχάουζεν», ο κορυφαίος Έλληνας μουσικοσυνθέτης, Μίκης Θεοδωράκης, μελοποίησε το 1965 σε ποίηση του εκλιπόντα το 2011, μεγάλου θεατρικού συγγραφέα και ακαδημαϊκού Ιάκωβου Καμπανέλλη, ο οποίος υπήρξε για δυόμιση χρόνια κρατούμενος στο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης και ένας από τους ελάχιστους επιζώντες του.
Ο Μίκης Θεοδωράκης, έχοντας δίπλα του τον Ιάκωβο Καμπανέλλη, είχε παρουσιάσει το «Μαουτχάουζεν» στον τόπο του μαρτυρίου στο πρώην ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης τον Μάιο του 1988, σε μια ιστορική συναυλία του με τη Μαρία Φαραντούρη, την Ανατολικογερμανίδα, Γκίζελα Μάι, και την Ισραηλινή, Ελινόαρ Μοάβ-Βενιάδη (στα ελληνικά, γερμανικά και εβραϊκά, αντίστοιχα), παρουσία του τότε καγκελάριου της Αυστρίας, Φραντς Βρανίτσκι, καθώς και δεκάδων χιλιάδων προσκυνητών από όλη την Ευρώπη.