Με ενθουσιασμό έγινε δεκτή από τη διεθνή κοινότητα και την Ισλαμική Δημοκρατία η προσωρινή συμφωνία, μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων και του Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα.
Η συμφωνία διάρκειας έξι μηνών, που επετεύχθη τις πρώτες πρωινές ώρες της Κυριακής στη Γενεύη, αναφέρεται διεθνώς ως «ιστορική συμφωνία», ενώ αποδοκιμάστηκε από το Ισραήλ ως «ιστορικό λάθος».
Η συμφωνία της ομάδας 5+1 (ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία, Γαλλία, Βρετανία και η Γερμανία) και του Ιράν προβλέπει ότι το Ιράν θα σταματήσει να εμπλουτίζει ουράνιο σε ποσοστό πάνω από 5%, θα «εξουδετερώσει» τα αποθέματα εμπλουτισμένου πάνω από 5% ουρανίου, θα επιτρέψει πιο ενδελεχείς ελέγχους στους επιθεωρητές της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ) στις πυρηνικές του εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβάνοντας καθημερινές επιθεωρήσεις στις εγκαταστάσεις στη Νατάνζ και στο Φορντό.
Επίσης δεν θα υπάρξει περαιτέρω ανάπτυξη στον πυρηνικό σταθμό του Αράκ που πιστεύεται ότι παράγει πλουτώνιο.
Ως αντάλλαγμα, η Τεχεράνη εξασφαλίζει ότι δεν θα τής επιβληθούν νέες κυρώσεις λόγω του πυρηνικού της προγράμματος για έξι μήνες, αν τηρήσει τη συμφωνία, και ότι μέτρα χαλάρωσης των κυρώσεων ύψους 7 δισεκατομμυρίων δολαρίων θα ανακουφίσουν την οικονομία της.
Η συμφωνία με το Ιράν, που είναι η τέταρτη παγκοσμίως πετρελαιοπαραγωγός χώρα, προκάλεσε πτώση των τιμών στις ασιατικές αγορές πετρελαίου νωρίς σήμερα το πρωί, με την τιμή του αργού να μειώνεται κατά τουλάχιστον 2%.
Η συμφωνία της Γενεύης ίσως αυξήσει την ένταση μεταξύ του Ισραήλ και των ΗΠΑ, αλλά η Ουάσινγκτον είναι έτοιμη να πληρώσει το τίμημα της οργής του συμμάχου της εξασφαλίζοντας μια συνολική διευθέτηση του θέματος της ασφάλειας, εκτιμούν οι αναλυτές.
«Αυτό που επετεύχθη στη Γενεύη δεν είναι ιστορική συμφωνία, αλλά ιστορικό λάθος», δήλωσε ο ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου λίγο μετά τη σύναψη της συμφωνίας.
Ωστόσο η αμερικανική κυβέρνηση είναι πεπεισμένη εδώ και καιρό ότι μόνο η πλήρης κατάργηση του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν θα ήταν επίσης να κατευνάσει την ισραηλινή οργή, μια επιλογή εντελώς εξωπραγματική, κατά τη γνώμη της.
Με την ελπίδα να κατευνάσει την ένταση, ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα είχε τηλεφωνική επικοινωνία χθες με τον Μπενιαμίν Νετανιάχου και του είπε ότι θέλει οι δύο χώρες να «αρχίσουν αμέσως διαβουλεύσεις σε σχέση με τις προσπάθειές μας για τη διαπραγμάτευση μια συνολικής λύσης».
Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών από την πλευρά του υπεραμύνθηκε της συμφωνίας, βάσει της οποίας η Ισλαμική Δημοκρατία θα δεχτεί να περιορίσει το πυρηνικό της πρόγραμμα με αντάλλαγμα την χαλάρωση των οικονομικών κυρώσεων, ανοίγοντας μια νέα περίοδο διαπραγματεύσεων σε βάθος χρόνου έξι μηνών.
«Το σημείο εκκίνησης δεν μπορεί πάντα να είναι το σημείο τερματισμού», εξήγησε χθες ο Κέρι.
Για τον αναλυτή Αλιρεζά Ναντέρ, της RAND Corporation, μόνο μια συμφωνία που θα επιτευχθεί ύστερα από διαπραγμάτευση που θα προβλέπει την επιβολή ελέγχων μπορεί να εγγυηθεί ότι το Ιράν δεν επιδιώκει μυστικά να αποκτήσει ατομικό όπλο.
«Ακόμη κι αν οι ΗΠΑ ή το Ισραήλ επιτεθούν εναντίον των ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων, η ιρανική τεχνογνωσία δεν θα πληγεί», εξήγησε.
Παρότι βραχυπρόθεσμα η ένταση μεταξύ των δύο συμμάχων αναμένεται να αυξηθεί, ο Ναντέρ εκτιμά ότι οι ΗΠΑ παραμένουν ο πιο στενός σύμμαχος του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας.
«Η ασφάλεια της περιοχής εξακολουθεί να εξαρτάται από τις ΗΠΑ», εκτιμά. Και όπως πιστεύει, το Ισραήλ δεν θα επιχειρήσει να δυναμιτίσει μια συμφωνία την οποία υπέγραψε η διεθνής κοινότητα, εξαπολύοντας μια επίθεση κατά του Ιράν μέσα στους επόμενους έξι μήνες. Μια τέτοια επίθεση θα θεωρείτο «σοβαρή πρόκληση από τον υπόλοιπο κόσμο».
Ακόμη κι αν οι ΗΠΑ δεν είναι στο ίδιο μήκος κύματος με το Ισραήλ ή τη Σαουδική Αραβία όσον αφορά το Ιράν, ο κόσμος θα πρέπει «να θυμάται ότι οι ΗΠΑ έχουν πολύ ευρύτερης κλίμακας συμφέροντα εθνικής ασφαλείας και ότι λαμβάνουν υπόψη την ασφάλεια και τη σταθερότητα της περιοχής, αλλά και τα αμερικανικά συμφέροντα», τονίζει.
Μια επάνοδος του Ιράν στους κόλπους της διεθνούς κοινότητας, από την οποία είχε απομονωθεί μετά την Ισλαμική Επανάσταση του 1979, θα επέτρεπε στην Τεχεράνη να υιοθετήσει έναν πιο θετικό ρόλο στις κρίσεις στην περιοχή, δηλώνει ο αναλυτής.
Εντούτοις η συμφωνία ίσως περιπλέξει τις προσπάθειες επίτευξης μιας ισραηλινο-παλαιστινιακής συμφωνίας, αν και ο Κέρι έχει υπογραμμίσει ότι τα δύο θέματα πρέπει να μείνουν χωριστά.
Ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας αναμένεται κατά τα φαινόμενα στο Ισραήλ τις προσεχείς εβδομάδες για σύσφιξη των σχέσεων με τον πρωθυπουργό Νετανιάχου.
«Οι έξι προσεχείς μήνες θα χρησιμεύσουν ως δοκιμή για τις σχέσεις μεταξύ του Ισραήλ και των ΗΠΑ και τις σχέσεις των ΗΠΑ και των αραβικών χωρών», δήλωσε ο Γιόελ Γκουζάνσκι, πρώην ειδικός αναλυτής για το Ιράν στο ισραηλινό πρωθυπουργικό γραφείο και νυν αναλυτής στο Institute for National Security Studies.
«Ανάμεσα στις υπάρχουσες συμμαχίες στη Μέση Ανατολή, η συμμαχία (μεταξύ Ισραήλ, Σαουδικής Αραβίας και Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων) είναι σιωπηρή. Οι χώρες αυτές ανησυχουν πολύ περισσότερο για το Ιράν από ό,τι το Ισραήλ».
Και ο Ούζι Ραμπί, ειδικός για το Ιράν στο πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ, προσθέτει ότι «οι Σαουδάραβες είναι οργισμένοι με αυτό που συνέβη».
«Οι συμμαχίες μπορεί τελικά να αλλάξουν», προειδοποιεί, αναφέροντας για παράδειγμα ότι «οι Αιγύπτιοι συνομιλούν ήδη με τους Ρώσους» μετά την επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ Ουάσινγκτον και Καΐρου.