Ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ θα μεταβεί στην Τουρκία στις 27 και 28 Ιανουαρίου 2014, για την πρώτη επίσημη επίσκεψη αρχηγού του γαλλικού κράτους από το 1993, προσθέτοντας έναν ακόμη πονοκέφαλο σε ένα προεδρικό πρόγραμμα που είναι ήδη πολύ φορτωμένο.
Το προηγούμενο ταξίδι είχε δώσει την ευκαιρία στον Φρανσουά Μιτεράν να εγκαινιάσει το γαλλόφωνο πανεπιστήμιο Γαλατασαράι της Κωνσταντινούπολης, κλειδί της γαλλοτουρκικής συνεργασίας.
Από τότε πέρασαν είκοσι χρόνια και η Τουρκία έχει από το 2003 πρωθυπουργό τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν που έχει ξεκινήσει ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι ηγέτες των ΗΠΑ, της Ρωσίας, της Κίνας, της Γερμανίας, της Ιαπωνίας, της Βρετανίας, της Βραζιλίας και της Νότιας Αφρικής έχουν ήδη επισκεφθεί την Κωνσταντινούπολη ή την Άγκυρα.
Η Γαλλία, αντίθετα, αρκέστηκε σε μια επίσκεψη εργασίας του Νικολά Σαρκοζί στην τουρκική πρωτεύουσα το 2011, που κράτησε πέντε ώρες.
Η επίσκεψη εκείνη ερμηνεύτηκε ως απόδειξη των κακών σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες. Η Τουρκία ελπίζει τώρα σύμφωνα με το ΑΠΕ, ότι η επίσκεψη του Ολάντ θα θέσει τέρμα στην περίοδο των παγετώνων.
Το Παρίσι έβλεπε για πολύ καιρό θετικά τη φιλοδοξία της Τουρκίας να ενταχθεί στην κοινή αγορά. Όλα άλλαξαν όμως με τις ευρωπαϊκές εκλογές του 2004, όπου σημείωσαν άνοδο τα λαϊκιστικά κόμματα που ήταν αντίθετα στην ένταξη της μουσουλμανικής Τουρκίας στο «χριστιανικό κλαμπ».
Ενώ λοιπόν οι Βρυξέλλες και η Αγκυρα γιόρταζαν την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, ο Ζακ Σιράκ, που έβλεπε τον Νικολά Σαρκοζί να τον απειλεί, συντασσόταν με τους τουρκοσκεπτικιστές.
Η Γαλλία, όπως και η Γερμανία, προτιμά από τότε την «ειδική σχέση» με την Τουρκία από την ένταξη της τελευταίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στην πρώτη του θητεία, εν πολλοίς χάρις στην ευρωπαϊκή δυναμική, ο Ερντογάν εφάρμοσε πολλές μεταρρυθμίσεις: ο ρόλος του στρατού υποχώρησε, η δημοκρατία προόδευσε, η οικονομία φιλελευθεροποιήθηκε, η περιφερειακή διπλωματία ενισχύθηκε. Η Γαλλία όμως δεν έλαβε υπόψη της αυτή τη δυναμική.
Οι ευρωπαϊκές φιλοδοξίες της Τουρκίας προσέκρουσαν στην ψυχρή απόρριψη και οι σχέσεις ανάμεσα στο Παρίσι και τις φιλογαλλικές τουρκικές ελίτ υπέστησαν ρήγμα. Οι οικονομικοί κύκλοι απελπίστηκαν από αυτή την έλλειψη πραγματισμού.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε από το «αρμενικό ζήτημα», με την Τουρκία να αντιδρά έντονα όταν η Γαλλία αναγνώρισε επισήμως το 2001 την αρμενική γενοκτονία. Το ίδιο συνέβη το 2006 και το 2012 με την ψήφιση του νόμου που ποινικοποιεί την άρνηση του Ολοκαυτώματος.
Από τότε που εξελέγη, και παρόλο που συμφωνεί με αυτόν τον νόμο, ο Ολάντ έχει παγώσει τα σχέδιά του για να μην προκαλέσει νέα κατακραυγή. Η θέση του όμως είναι δύσκολη.
Στις 10 Νοεμβρίου, στη διάρκεια επίσημης επίσκεψής του στο Παρίσι, ο Τούρκος υπουργός Παιδείας Ναμπί Αβτσί κατήγγειλε ότι τα βιβλία ιστορίας των γαλλικών σχολείων υποκινούν την ξενοφοβία.
Στο ευρωπαϊκό ζήτημα, όπως και στα ζητήματα που αφορούν την ιστορική μνήμη, τα επιχειρηματικά λόμπι έχουν κινητοποιηθεί για να μαλακώσουν τη γαλλική θέση και να αναδείξουν τη σημασία της τουρκικής αγοράς.
Οι εμπορικές συναλλαγές, λένε, έχουν μεγαλύτερη σημασία από τις συναλλαγές με τη Βραζιλία ή την Ινδία, όσο κι αν το γαλλικό μερίδιο δεν παύει να μειώνεται. Και τα αμυντικά ή ενεργειακά συμβόλαια, που αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος των γαλλικών εξαγωγών, εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την πολιτική ατμόσφαιρα.
Στη διάρκεια επίσκεψής του τον περασμένο Οκτώβριο, ο Γάλλος υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Αρνό Μοντεμπούρ μίλησε με τον Ερντογάν για «περιττές αναταράξεις» στα διμερή θέματα και δήλωσε γοητευμένος από την Τουρκία.
Η Areva και η GDF Suez ανήκουν άλλωστε στην κοινοπραξία που ανέλαβε να κατασκευάσει τον δεύτερο πυρηνικό σταθμό της Τουρκίας.
Η Γαλλία προσπαθεί τελευταία να επαναφέρει στο προσκήνιο τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις, αλλά η θέση της για την Τουρκία δεν είναι σαφής.
Είναι χαρακτηριστικό πάντως ότι το Παρίσι αποφεύγει να θέτει ζητήματα δημοκρατίας. Και οι έρευνες για τη δολοφονία των τριών στελεχών του ΡΚΚ, τον περασμένο Ιανουάριο στο Παρίσι, έχουν σκαλώσει…
Η επίσκεψη του Ολάντ θα πραγματοποιηθεί λίγους μόνο μήνες μετά τη βίαιη καταστολή των διαδηλώσεων στην πλατεία Ταχρίρ και λίγο πριν τις κρίσιμες δημοτικές εκλογές του Μαρτίου. Οι Τούρκοι δημοκράτες είναι έξαλλοι.
Πηγαίνοντας στην Άγκυρα για να υπογράψει μερικά συμβόλαια, ο Ολάντ νομιμοποιεί, λένε, την αυταρχική εξουσία του Ερντογάν.
Προσπαθώντας να προσεγγίσει την Τουρκία σε μια στιγμή που η τελευταία απομακρύνεται από τις ευρωπαϊκές αξίες, η Γαλλία κινδυνεύει να κατηγορηθεί ότι κολυμπά κόντρα στο ρεύμα.