Κάπου 140 πολίτες του Ελ Σαλβαδόρ έχουν δολοφονηθεί μετά την απέλασή τους από τις αρχές των ΗΠΑ από το 2013 και μετά, κατέγραψε σε έκθεσή της που έδωσε στη δημοσιότητα η μη κυβερνητική οργάνωση Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch, HRW), τονίζοντας πόσο μεγάλο κίνδυνο αντιμετωπίζουν οι αιτούντες άσυλο και οι μετανάστες, μεσούσης της εφαρμογής δρακόντειας πολιτικής απέναντί τους από μέρους της κυβέρνησης του Ρεπουμπλικάνου προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
Στην έκθεσή της, υπό τον τίτλο «Deported to Danger» («Απελαθέντες στον κίνδυνο»), η ΜΚΟ σημείωσε πως μπόρεσε να τεκμηριώσει 138 υποθέσεις πολιτών του Σαλβαδόρ που δολοφονήθηκαν αφού απελάθηκαν. Υπογραμμίζει όμως ότι ο αριθμός των ανθρώπων που δολοφονήθηκαν ίσως είναι πολύ υψηλότερος και ότι οι αρχές δεν συγκεντρώνουν καν στοιχεία για τις υποθέσεις αυτής της φύσης.
Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων εντόπισε εξάλλου 70 υποθέσεις στις οποίες πολίτες του Σαλβαδόρ που απελάθηκαν υπέστησαν βασανιστήρια, σεξουαλική βία, άλλες μορφές κακοποίησης, ή εξαφανίστηκαν από προσώπου γης.
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ εφαρμόζει πολύ πιο σκληρή πολιτική στο μεταναστευτικό ζήτημα και έχει καταστήσει δυσκολότερο για τους πολίτες κρατών της κεντρικής Αμερικής να ζητούν άσυλο, αναγκάζοντας για παράδειγμα χιλιάδες εξ αυτών να περιμένουν στο Μεξικό ωσότου να εξετάζονται οι υποθέσεις τους από τα ειδικά αρμόδια δικαστήρια. Το ζήτημα είναι δεδομένο πως θα αποτελέσει ακρογωνιαίο λίθο της προεκλογικής εκστρατείας του Ρεπουμπλικάνου, όπως και το 2016.
Καθώς «οι πολιτικές για το άσυλο και τη μετανάστευση γίνονται πιο αυστηρές στις ΗΠΑ» και «τα σοβαρά προβλήματα ασφαλείας συνεχίζουν να ταλανίζουν το Ελ Σαλβαδόρ» η αμερικανική κυβέρνηση «έχει παραβιάσει επανειλημμένα την υποχρέωσή της να προστατεύει τους Σαλβαδοριανούς από την επαναπροώθησή τους και την έκθεσή τους σε σοβαρό κίνδυνο» για τη σωματική ακεραιότητα και ακόμη και τη ζωή τους, αναφέρει το κείμενο της ΜΚΟ, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Στην έκθεση του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατηγορούνται τόσο οι συμμορίες που δρουν στο Ελ Σαλβαδόρ ότι βάζουν στο στόχαστρο απελαθέντες, όσο και η κυβέρνηση της χώρας διότι δεν τους προστατεύει. Κατηγορούνται επίσης οι ΗΠΑ ότι «θέτουν σε κίνδυνο» και μάλιστα «εν γνώσει τους» τους μετανάστες που απελαύνουν.
Σε ανακοίνωση του το υπουργείο Εσωτερικής Ασφαλείας ανέφερε ότι «οι ΗΠΑ είναι μια χώρα όπου τηρούνται οι νόμοι», χωρίς όμως να αντικρούσει συγκεκριμένα όσα καταγγέλλει η HRW.
«Αν κάποιος φθάνει στα σύνορά μας θα περιμένει στο Μεξικό ωσότου ολοκληρωθεί η διαδικασία του στο δικαστήριο που είναι αρμόδιο για υποθέσεις μετανάστευσης. Εάν δεν δικαιούται να βρίσκεται νομίμως στις ΗΠΑ θα του δοθεί η ευκαιρία να ζητήσει άσυλο σε κάποια άλλη χώρα ή να επαναπατριστεί σε σύντομο χρονικό διάστημα», ανέφερε.
Στην έκθεσή της, η HRW τονίζει πως μπόρεσε να συνδέσει άμεσα σε πολλές υποθέσεις τους λόγους που οι μετανάστες εγκατέλειψαν την πατρίδα τους με τις δολοφονίες τους. Αναφέρεται συγκεκριμένα στην Καμίλα Ντίας Κόρδομπα, μια 29χρονη διαφυλική που ζήτησε άσυλο στις ΗΠΑ τον Αύγουστο του 2017 καθώς δεχόταν απειλές κατά τη ζωής της και εκβιαζόταν από μέλη της συμμορίας Barrio 18.
Μετά την απέλασή της, τον Νοέμβριο του 2017, αναγκάστηκε να εκδίδεται στο Σαν Σαλβαδόρ, όπου απήχθη και ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου από αστυνομικούς, όπως κατήγγειλαν πρόσωπο στο στενό περιβάλλον της αλλά και η γενική εισαγγελία του Ελ Σαλβαδόρ.
Όταν «απορρίφθηκε το αίτημά της να της χορηγηθεί άσυλο η προστασία στις ΗΠΑ, ή οπουδήποτε αλλού, ο κίνδυνος που αντιμετώπιζε ήταν ακριβώς αυτός: να δολοφονηθεί», είπε το φιλικό πρόσωπο της Ντίας Κόρδομπα στο Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Πολλοί ακόμη μετανάστες που απελάθηκαν λένε πως η ζωή τους κινδυνεύει στην πατρίδα τους.
Ο Λουίς, 41 ετών, εργαζόταν για περίπου δύο δεκαετίες στην Καλιφόρνια ωσότου απελάθηκε το 2015, όταν το αίτημά του να του δοθεί άδεια παραμονής απορρίφθηκε. Ο Λουίς — δεν ήθελε να δώσει το επώνυμό του καθώς φοβάται ότι θα υποστεί αντίποινα — βρήκε δουλειά οδηγού λεωφορείου σε προάστιο του Σαν Σαλβαδόρ, αλλά θεωρήθηκε παρείσακτος και άρχισε να δέχεται απειλές από συμμορίες. Μέλη μιας από αυτές άνοιξαν πυρ και μία σφαίρα χτύπησε το λεωφορείο του, πάντως ο Λουίς δεν τραυματίστηκε.
«Μου είπαν πως αν με ξανάβλεπαν θα με καθάριζαν», είπε ο Λουίς στο πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς. Απέσυραν την απειλή μόνο όταν αναγκάστηκε να πληρώνει προστασία στους κακοποιούς για να του επιτρέπουν να περνάει από την περιοχή που ελέγχουν, πρόσθεσε.