Σε διευκρινίσεις σχετικά με τη Διάσκεψη που θα πραγματοποιηθεί στο Βερολίνο την Κυριακή προέβη ο εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης, Στέφεν Ζάιμπερτ.
Διαψεύδοντας το δημοσίευμα της εφημερίδας Bild που διερωτήθηκε εάν ο Τούρκος πρόεδρος άσκησε πίεση στη Μέρκελ προκειμένου να μην συμπεριληφθεί η Ελλάδα στη Διάσκεψη τόνισε: «Η συμμετοχή της Ελλάδας σε αυτή τη Διάσκεψη για τη Λιβύη δεν ήταν ποτέ θέμα».
Σημείωσε επίσης ότι αντικείμενό της δεν θα είναι οι «συμφωνίες» που υπέγραψε η Τουρκία με τη Λιβύη, αλλά η προσπάθεια τερματισμού της στρατιωτικής αντιπαράθεσης στη Λιβύη, η οποία, όπως είπε, κινδυνεύει να εξελιχθεί σε πόλεμο ξένων δυνάμεων «δι’ αντιπροσώπων».
«Σε κάθε Διάσκεψη πρέπει να ληφθεί μια απόφαση για την μορφή της σύνθεσης και η κυβέρνηση, το υπουργείο Εξωτερικών, η Καγκελαρία, προσανατολίστηκαν στο αντικείμενο της Διάσκεψης.
Και αυτό είναι ακριβώς που προσπάθησα να περιγράψω – οι άμεσοι διεθνείς παράγοντες με επιρροή στη λιβυκή διένεξη, αυτοί συμμετέχουν σε αυτή την Διάσκεψη και αυτό βρίσκεται στο επίκεντρο της διοργάνωσης», δήλωσε ο Στέφεν Ζάιμπερτ, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων επικαλούμενο γερμανικά ΜΜΕ.
Το Βερολίνο έχει πάρει θέση για την Ελλάδα και τη συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης
Την ίδια ώρα, απαντώντας σε αλλεπάλληλες ερωτήσεις σχετικά με τον αποκλεισμό της Ελλάδας, επεσήμανε ότι η κυβέρνησή του κατανοεί την ελληνική ανησυχία σχετικά με την συμφωνία μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης, για την οποία ωστόσο, όπως είπε, το Βερολίνο έχει ήδη λάβει θέση.
«Για αυτό το θέμα έγινε συζήτηση και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και υπήρξαν σχετικά Συμπεράσματα, αλλά αυτό δεν είναι το θέμα το οποίο θα πραγματευτεί η Διάσκεψη της Κυριακής. Μπορώ μόνο να πω ότι βρισκόμαστε σε στενή διμερή ανταλλαγή (απόψεων) με την ελληνική κυβέρνηση», συνέχισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Διευκρίνισε επιπλέον ότι δεν είναι δική του αρμοδιότητα ο σχολιασμός της επίσκεψης του Στρατάρχη Χαφτάρ στην Αθήνα, ενώ διέψευσε και δημοσίευμα της εφημερίδας Bild η οποία διερωτάται αν ο Ταγίπ Ερντογάν άσκησε πίεση στην Καγκελάριο προκειμένου να μην συμπεριληφθεί η Ελλάδα στη Διάσκεψη και αν τελικά ήταν εκείνος που υπαγόρευσε την λίστα συμμετεχόντων.
«Όχι», απάντησε κατηγορηματικά ο κ. Ζάιμπερτ και εξήγησε ότι «η λίστα συμμετεχόντων καταρτίστηκε από την Γερμανία και τα Ηνωμένα έθνη σε στενή συνεννόηση, βάσει των εντυπώσεων οι οποίες αποκτήθηκαν από τις πολυάριθμες συναντήσεις εργασίας της Διαδικασίας του Βερολίνου».
Κληθείς μάλιστα να εξηγήσει με ποιο κριτήριο προσεκλήθη η Δημοκρατία του Κονγκό, διευκρίνισε ότι ο Πρόεδρος της χώρας, Ντένις Σάσου Νγκουέσο, είναι επικεφαλής της Υψηλής Επιτροπής για την Λιβύη στην Αφρικανική Ένωση.
Απαντώντας σε ερώτηση, εάν η Καγκελάριος θα εκφράσει στο πλαίσιο της Διάσκεψης τη θέση που έχει λάβει η Ευρωπαϊκή Ένωση σχετικά με τη «συμφωνία» της Τουρκίας με την Λιβύη, όπως της ζητήθηκε από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, ο Στέφεν Ζάιμπερτ δήλωσε: «Σας είπα για το αντικείμενο της Διάσκεψης ό,τι μπορούσα σήμερα να σας πω. Αυτό που δεν μπορώ να κάνω και δεν θα κάνω είναι να προκαταλάβω τις συζητήσεις οι οποίες θα γίνουν στο τραπέζι ή κατά τις διμερείς συναντήσεις που μπορεί να γίνουν στο περιθώριο της Διάσκεψης».
Από την πλευρά του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών ο εκπρόσωπος Ράινερ Μπρόιλ διευκρίνισε ότι στη Διάσκεψη θα εκπροσωπηθεί και η Ε.Ε.
Αναφερόμενος στους στόχους της συνάντησης της Κυριακής, ο γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος σημείωσε ότι βασική προτεραιότητα αποτελεί η στήριξη των προσπαθειών του ΟΗΕ και του ειδικού απεσταλμένου του για την Λιβύη, «με την Διάσκεψη την οποία αυτή την Κυριακή διοργανώνουμε με μια σειρά από διεθνείς παράγοντες και χώρες με επιρροή σε αυτή την χώρα».
Αυτή είναι η προσπάθεια που γίνεται, έπειτα από προετοιμασία εβδομάδων, μηνών, συνέχισε ο κ. Ζάιμπερτ και πρόσθεσε: «Αυτή η προσπάθεια πρέπει να γίνει, διότι η κατάσταση στη Λιβύη είναι αυτή που είναι. Διότι η κρατική οντότητα είναι τόσο αδύναμη, διότι υπάρχει ο μεγάλος κίνδυνος η διένεξη στη Λιβύη να επεκταθεί σε “πόλεμο δι’ αντιπροσώπων”.
Θέλουμε να συνεισφέρουμε στο να το εμποδίσουμε και ένα είναι σαφές: ότι τα προβλήματα της Λιβύης δεν μπορούν να λυθούν σε μια μέρα και μία Διάσκεψη, αλλά στην καλύτερη περίπτωση αυτό θα είναι η έναρξη μιας πολιτικής διαδικασίας υπό την αιγίδα του ΟΗΕ (…) Αυτή η Διάσκεψη σίγουρα δεν μπορεί να δώσει μια λύση, αλλά μπορεί πιθανώς να συμβάλει προς αυτή την κατεύθυνση».