Τρεις άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους την Πέμπτη κατά τη διάρκεια των κινητοποιήσεων εναντίον του νέου νόμου για τη χορήγηση υπηκοότητας σε μη μουσουλμάνους πρόσφυγες στην Ινδία, καθώς χιλιάδες κατέβηκαν και πάλι στους δρόμους σε όλη τη χώρα, αψηφώντας την απαγόρευση συναθροίσεων.

Διαδηλωτές συγκρούστηκαν με την αστυνομία, διαμαρτυρόμενοι για τον νόμο που πέρασε η εθνικιστική κυβέρνηση του πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι. Οι επικριτές του νόμου τον θεωρούν μεροληπτικό σε βάρος των μουσουλμάνων και καταγγέλλουν ότι υπονομεύει το κοσμικό Σύνταγμα της Ινδίας.

Η αστυνομία συνέλαβε εκατοντάδες ανθρώπους στο Νέο Δελχί και την πόλη Μπενγκαλούρου, στα νότια, ενώ σε ορισμένες περιφέρειες διακόπηκε η πρόσβαση στο διαδίκτυο ώστε να μην οργανωθούν κινητοποιήσεις μέσω των ιστοτόπων κοινωνικής δικτύωσης.

Δύο θάνατοι αναφέρθηκαν στο Μανγκαλούρου και άλλος ένας στο Λούκνοου, στη βόρεια Ινδία, σύμφωνα με νοσοκομειακές πηγές. Δύο από τους διαδηλωτές – ένας στο Μανγκαλούρου και εκείνος του Λούκνοου, έφεραν τραύματα από σφαίρες.

Σε συνοικίες του Μανγκαλούρου έχει επιβληθεί απαγόρευση της κυκλοφορίας.

Στο Μουμπάι (Βομβάη), την οικονομική πρωτεύουσα, περισσότεροι από 5.000 άνθρωποι κατέβηκαν στους δρόμους το απόγευμα, αναγκάζοντας την τοπική αστυνομία να επιβάλει περιορισμούς στην κυκλοφορία. Ο Χαρούν Πατέλ, Ινδός πολίτης που ζει στο Λονδίνο, συμμετείχε στην κινητοποίηση αυτή και χαρακτήρισε τον νόμο «πρώτο βήμα προς τη δικτατορία», προσθέτοντας: «Πρέπει να σώσουμε τη χώρα».

Υποστηρικτές του νόμου οργάνωσαν αντιδιαδήλωση στο Γκουτζαράτ, το κρατίδιο από το οποίο κατάγεται ο πρωθυπουργός Μόντι, στη δυτική Ινδία.

Οι περισσότερες από τις διαδηλώσεις ήταν ειρηνικές, όμως σε ορισμένες περιπτώσεις σημειώθηκαν βίαια επεισόδια, όπως στο Μανγκαλούρου, όπου το πλήθος εκτόξευε πέτρες. Ένας αυτόπτης μάρτυρας που μίλησε στο πρακτορείο Reuters είπε ότι οι αστυνομικοί πυροβόλησαν στον αέρα τουλάχιστον σε τρεις περιοχές και έκαναν χρήση δακρυγόνων για να διαλύσουν τους συγκεντρωμένους.