Βουλγαρικό δικαστήριο καταδίκασε τον Άχμεντ Μούσα, έναν ακραίο ιμάμη και 13 ακόμη Βούλγαρους για διάδοση θρησκευτικού μίσους και για παρακίνηση σε πόλεμο και για τη στήριξή τους στο Ισλαμικό Κράτος.
Η δίκη του Μούσα και των υποστηρικτών του ξεκίνησε το 2016 έπειτα από έρευνες των αρχών για ύποπτους συμπαθούντες του Ισλαμικού Κράτους στην νότια Βουλγαρία.
Ο Μούσα, ο οποίος ήδη εκτίει 4 χρόνια φυλάκισης για τη διάδοση του ριζοσπαστικού Ισλάμ, καταδικάστηκε σε 8,5 χρόνια κάθειρξης από ένα δικαστήριο στην νότια πόλη Πάζαρτζικ.
Οι υποστηρικτές του, άνδρες από τις νότιες πόλεις Πλόβντιβ (Φιλιππούπολη), Πάζαρτζικ και Ασένοβγκραντ καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης που κυμαίνονται από 1 έως 3,5 χρόνια. Η μόνη γυναίκα, ανάμεσα στους κατηγορούμενους της ομάδας, καταδικάστηκε σε ποινή με αναστολή.
Στα τέλη του 2014, έπειτα από εφόδους της αστυνομίας σε περισσότερα από 40 σπίτια και τεμένη στο νότιο τμήμα της χώρας, οι αρχές ανακάλυψαν μεγάλο αριθμό από μπλούζες, καπέλα, σημαίες και πανό με το λογότυπο της τζιχαντιστικής οργάνωσης.
Οι εισαγγελείς ανέφεραν ότι ο Μούσα, πρώην Χριστιανός, καταγωγής Ρομά, ο οποίος ασπάστηκε το Ισλάμ το 2000 ενώ εργαζόταν στην Βιέννη, κήρυττε περιστοιχισμένος από σημαίες του Ισλαμικού Κράτους. Τα μέλη της ομάδας του επιχείρησαν να στρατολογήσουν μαχητές για την τζιχαντιστική οργάνωση που είχε τότε καταλάβει εδάφη στη Συρία και στο Ιράκ.
Η Βουλγαρία στήριξε τον διεθνή συνασπισμό δυνάμεων που υπό την ηγεσία των ΗΠΑ συγκροτήθηκε για να πολεμήσει το ΙΚ, αλλά η βαλκανική χώρα δεν έλαβε ενεργό στρατιωτικό ρόλο.
Οι Μουσουλμάνοι αποτελούν το 12% του πληθυσμού των 7 εκατομμυρίων της χώρας.