Η Γερουσία ψήφισε ένα διετές δικομματικό νομοσχέδιο για τον προϋπολογισμό και το έστειλε στο γραφείο του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, για να υπογραφεί από τον Αμερικανό πρόεδρο.
Έτσι, αντιμετωπίστηκε η απειλή μιας κρίσης χρέους το φθινόπωρο και διευκολύνθηκε η χρηματοδότηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης πέραν της 30ής Σεπτεμβρίου. Ο κίνδυνος μιας μερικής διακοπής λειτουργίας των υπηρεσιών της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, απομακρύνθηκε αποφασιστικά, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Το νομοσχέδιο αυτό πέρασε με ψήφους 67-28, με την πλειοψηφία των Ρεπουμπλικάνων γερουσιαστών να το υποστηρίζουν, σύμφωνα με το «Politico».
Τόσο ο πρόεδρος Τραμπ, όσο και ο ηγέτης της ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας Μιτς ΜακΚόνελ προσπάθησαν κατά τις τελευταίες ημέρες να πείσουν τους Ρεπουμπλικάνους γερουσιαστές να στηρίξουν το νομοσχέδιο, ενώ οι προσπάθειές τους αυτές, απέδωσαν καρπούς χθες το πρωί.
Το δικομματικό νομοσχέδιο καταρτίστηκε κατά τις διαπραγματεύσεις μεταξύ της Δημοκρατικής προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων, Νάνσι Πελόζι και του υπουργού των Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν. Το ίδιο νομοσχέδιο προβλέπει την αύξηση του επιπέδου των δαπανών κατά 320 δισεκατομμύρια δολάρια πάνω από τα σημερινά επίπεδα, αίρει τους περιορισμούς στο επίπεδο δανεισμού για μία διετία και προδιαγράφει την πορεία χρηματοδότησης της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, χωρίς τα προβλήματα που παρατηρήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια.
Στην ουσία, αποτράπηκε το ενδεχόμενο επανάληψης μιας προσωρινής διακοπής λειτουργίας της ομοσπονδιακής κυβέρνησης (shutdown) όπως συνέβη τον προηγούμενο χειμώνα για 25 ημέρες, μετά την οξεία πολιτική αντιπαράθεση μεταξύ του προέδρου Τραμπ και των Δημοκρατικών στη Βουλή των Αντιπροσώπων αναφορικά με τη χρηματοδότηση της κατασκευής του τείχους ασφάλειας στη νότια συνοριακή γραμμή των ΗΠΑ, την οποία και προωθεί ο πρόεδρος Τραμπ.
Ο ΜακΚόνελ από την πλευρά του χαιρέτισε πολλές φορές τη συγκαταβατική δέσμευση των Δημοκρατικών για την μη εισαγωγή σκληρών διατάξεων σε νομοθετήματα χορήγησης αποζημιώσεων-δαπανών, το φθινόπωρο. Αυτό σημαίνει ότι θα παραμείνουν σε ισχύ τροπολογίες όπως αυτή που απαγορεύει την ομοσπονδιακή χρηματοδότηση των αμβλώσεων (Hyde amendment)∙την εξέλιξη αυτή, ο ΜακΚόνελ θεωρεί ως μία μεγάλη νίκη για τους Ρεπουμπλικάνους.
«Αυτή είναι η συμφωνία που διαπραγματεύτηκε η κυβέρνηση», δήλωσε χθες ο ίδιος στην ολομέλεια της Γερουσίας. «Αυτή είναι η συμφωνία που ψήφισε η Βουλή των Αντιπροσώπων. Αυτή είναι μία συμφωνία, την οποία περιμένει ο πρόεδρος Τραμπ κι έχει την θέληση να την υπογράψει για να γίνει νόμος. Αυτή είναι μία συμφωνία που κάθε μέλος αυτού του νομοθετικού σώματος πρέπει να υποστηρίξει, όταν θα ψηφίσουμε αργότερα σήμερα», είχε τονίσει ο ΜακΚόνελ πριν από την χθεσινή διεξαγωγή της ψηφοφορίας στην ολομέλεια.
Από την πλευρά του, ο ηγέτης της μειοψηφίας των Δημοκρατικών Τσακ Σούμερ έδωσε έμφαση στο γεγονός ότι η συμφωνία αυτή, τερμάτισε την εφαρμογή του μηχανισμού αυτόματων περικοπών «automatic sequester» που δρομολογήθηκε το 2011 (Budget Control Act) και προέβλεπε την αυτόματη περικοπή 125 δισεκατομμυρίων δολαρίων αυτή την χρονιά, χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα παρέμβασης του Κογκρέσου, αν δεν είχε ψηφιστεί ένα νέο νομοσχέδιο δαπανών.
«Για μεγάλο χρονικό διάστημα, τα αυθαίρετα και δρακόντεια όρια του μηχανισμού αυτόματων περικοπών εμπόδισαν την δυνατότητα υλοποίησης επενδύσεων για τους εργαζόμενους Αμερικανούς, αλλά και για την ετοιμότητα των ενόπλων δυνάμεων. Η συμφωνία εξουδετερώνει την απειλή αυτόματων περικοπών, μόνιμα» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Σούμερ.
Ωστόσο, υπάρχουν σημαντικές αντιδράσεις για τη διετή συμφωνία του προϋπολογισμού κυρίως μεταξύ των Ρεπουμπλικάνων, αλλά και συντηρητικών ομάδων εκτός του Κογκρέσου.
Οι Ρεπουμπλικάνοι Γερουσιαστές Μιτ Ρόμνεϊ και Μάικ Λι από τη Γιούτα, ο Μάικ Μπράουν από την Ιντιάνα, ο Πατ Τούμεϊ από την Πενσιλβάνια, ο Τεντ Κρουζ από το Τέξας, ο Τζος Χόλι από το Μισούρι, ο Μάρκο Ρούμπιο και ο Ρικ Σκοτ από τη Φλόριντα, αλλά κι ο Ραντ Πολ από το Κεντάκι είναι μερικοί από τους επικριτές του νομοσχεδίου.
«Υπήρχαν πολλοί πολιτικοί λόγοι που έπρεπε αυτό να γίνει, εγώ ωστόσο, το καταψήφισα για λόγους οικονομικής ακεραιότητας. Ήξεραν από την αρχή πού θα βρισκόμουν», δήλωσε ο Μπράουν. «Πέντε από τους επτά γερουσιαστές που εκλέχτηκαν για πρώτη φορά, μιλούν για το ίδιο πράγμα, οικονομική ακεραιότητα. Αυτό αποτέλεσε ένα ουσιαστικό σημείο προβληματισμού».
Από τη μεριά τους, οι Ρεπουμπλικάνοι Ρόμνεϊ και Σκοτ συντάχθηκαν με τους Δημοκρατικούς Γερουσιαστές Τζο Μάντσιν και Τομ Κάρπερ σε μία κοινή ανακοίνωση τονίζοντας ότι «ως πρώην κυβερνήτες, έχουμε την ευθύνη για τον καθορισμό ενός προϋπολογισμού κάθε χρόνο, ορίζοντας τις οικονομικές μας προτεραιότητες. Αυτός είναι ο λόγος που εμείς σήμερα, ως Αμερικανοί γερουσιαστές, δεν μπορούμε να ψηφίσουμε για τη συμφωνία αυτή του προϋπολογισμού, η οποία δεν βάζει τη χώρα μας σε έναν οικονομικά βιώσιμο δρόμο», τονίστηκε στην ανακοίνωση.
Ωστόσο, ο ΜακΚόνελ μαζί με τους ηγέτες των Ρεπουμπλικάνων και τη βοήθεια του προέδρου Τραμπ, του αντιπροέδρου Μάικ Πενς, αλλά και του νέου υπουργού Άμυνας Μαρκ Έσπερ πίεσαν προκειμένου η πλειοψηφία των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία να υποστηρίξει το νομοσχέδιο, που είχε ψηφιστεί προηγούμενα από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, ενώ περίπου τα 2/3 των Ρεπουμπλικάνων του ίδιου νομοθετικού σώματος το καταψήφισαν.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος Τραμπ «καταγράφει ονόματα» και παρακολουθεί ποιος καταψήφισε το νομοσχέδιο δαπανών, δήλωσε χαρακτηριστικά ένας Ρεπουμπλικάνος που διατήρησε την ανωνυμία του.