Στο κλείσιμο των συνόρων της με τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, την επομένη του θανάτου στην Γκόμα, δεύτερου θύματος της επιδημίας Έμπολα και τον εντοπισμό τρίτου κρούσματος σε αυτόν τον μεγάλο εμπορικό κόμβο, προχώρησε σήμερα η Ρουάντα.
Όπως ανακοίνωσε σήμερα η προεδρία του Κονγκό, «με μονομερή απόφαση των Αρχών της Ρουάντας, οι πολίτες της δεν μπορούν να αναχωρήσουν για την Γκόμα».
Οι Κονγκολέζοι μπορούν να φύγουν από την πόλη Γκισένγι της Ρουάντας, που συνορεύει με την Γκόμα, αλλά δεν μπορούν να επιστρέψουν σε αυτήν, σύμφωνα με την ανακοίνωση, εξαιτίας του αιμορραγικού πυρετού που μέχρι στιγμής έχει προκαλέσει τον θάνατο περισσότερων των 1.800 ανθρώπων στη ΛΔ Κονγκό σε ένα χρόνο.
Δεν έχει υπάρξει άμεσα κάποια πληροφόρηση για το κλείσιμο των συνόρων από τις Αρχές της Ρουάντας. «Αυτή η απόφαση επηρεάζει πολλούς Κονγκολέζους και απόδημους που ζουν στο Γκισένγι αλλά εργάζονται στην Γκόμα», σύμφωνα με την προεδρία του Κονγκό και όπως αναμεταδίδει το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Οι κογκολέζικες Αρχές εξέφρασαν τη λύπη τους «για αυτήν την απόφαση, που είναι ενάντια στις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ)», για την ελεύθερη μετακίνηση ανθρώπων στην περιοχή, προστίθεται στην ανακοίνωση.
Ανταποκριτής του Γαλλικού Πρακτορείου στην περιοχή δήλωσε ότι οι πολίτες της Ρουάντας δεν επιτρεπόταν να ταξιδέψουν στην πολυπληθή πόλη Γκόμα. Οι ίδιοι οι Κονγκολέζοι έχουν τη δυνατότητα να διασχίσουν τα σύνορα. Αντίθετα, δεν επιτρέπεται να επιστρέψουν, ακόμα και εκείνοι που ζουν στο Γκισένγι.
«Οι ομάδες διαχείρισης έκτακτων αναγκών … συνεχίζουν να διαβεβαιώνουν ότι η πόλη της Γκόμα είναι εκτός κινδύνου ύστερα από τον εντοπισμό ενός δεύτερου κρούσματος Έμπολα», αναφέρεται στην ανακοίνωση του Κονγκό. Ο συγκεκριμένος ασθενής κατέληξε χθες, ενώ εντοπίστηκε και τρίτο κρούσμα. Το πρώτο κρούσμα καταγράφηκε στις 17 Ιουλίου, λίγο πριν από τον θάνατο του ασθενούς.